Εκείνο που φθείρεται είναι μόνο το σώμα, ενώ η ψυχή δεν πεθαίνει, δεν κοιμάται, δεν είναι ύπνος της ψυχής. «είπεν ο Θωμάς, άγωμεν και ημείς ίνα αποθάνωμεν μετ΄ αυτού». Αυτή η σκηνή γίνεται στην Περσία, προηγουμένως στα Ιεροσόλυμα τον είχαν λιθοβολήσει να τον σκοτώσουν και αναγκάστηκε ο Κύριος να φύγει. Έκανε μία ημέρα να πάει, δύο που έμεινε αφότου έμαθε ότι ο Λάζαρος ήταν άρρωστος και μία να γυρίσει, γίνονται τέσσερις μέρες. «τεταρταίος γαρ» Κάθε άνθρωπος έχει και την σκουριά του, έχει και το χρυσάφι του. Εδώ ο Θωμάς τον οποίο έχουμε παρεξηγήσει, μας δείχνει το χρυσάφι του.
Είναι βέβαιος ότι θα σκοτώσουν τον Ιησού και δεν μιλάει κανένας ούτε ο Πέτρος ούτε ο Ιωάννης και μιλάει μόνο ο Θωμάς «ο άπιστος Θωμάς». Λέει, πάμε και μεις να πεθάνουμε μαζί του. Το ότι θα πέθαιναν δεν υπήρχε αμφιβολία γι’ αυτόν. Και εδώ βλέπουμε την μεγάλη αγάπη που είχε ο Θωμάς για τον Ιησού. Η πνευματική ένωση και η πνευματική συγγένεια την οποία έχουν απαιτήσει με τον Κύριο, που αν ήταν εξ αίματος συγγένεια δεν θα πήγαιναν να πεθάνουν μαζί του. (Ιωάν. ΙΑ΄ 17-21) «ελθών ουν ο Ιησούς εύρεν αυτόν τέσσαρας ημέρας ήδη έχοντα εν τω μνημείω, ην δε η Βηθανία εγγύς των Ιεροσολύμων ως από σταδίων δέκαπέντε, και πολλοί εκ των Ιουδαίων εληλύθεισαν προς τας περί Μάρθαν και Μαρία ίνα παραμυθήσωνται αυτάς περί του αδελφού αυτών. Η ουν Μάρθα ως ήκουσεν ότι ο Ιησούς έρχεται υπήντησεν αυτώ». Η πρώτη που υποδέχεται είναι πάλι η Μάρθα «Μαρία δεν εν τω οίκω εκαθέζετο. Είπεν ουν η Μάρθα προς τον Ιησούν. Κύριε ει ης ώδε, ο αδελφός μου ουκ αν ετεθνήκει». Του κάνει παράπονα. Τον είχαν προσκαλέσει με πολύ ευγενικό τρόπο. Δεν του είπαν ο αδελφός μας είναι άρρωστος, έλα. Απλώς τον ειδοποιούν. «Εκείνος τον οποίο εσύ αγαπάς, ασθενεί» τίποτε άλλο.
Ήξεραν ότι μόλις θα το μάθαινε ο Κύριος θα έτρεχε αμέσως. Το πρώτο που του λέει μόλις τον συναντά είναι αυτό το παράπονό της. «Κύριε, ει ης ώδε, ο αδελφός μου ουκ αν ετεθνήκει». Είμαι βεβαία ότι αν ήσουν εδώ εσύ που κάνεις καλά τόσους και τόσους, ο αδελφός μου δεν θα πέθαινε. (Ιωάν. ΙΑ΄ 22) «αλλά και νυν οίδα ότι όσα αν αιτήση τον Θεόν, δώσει σοι ο Θεός». Και τώρα το ξέρω θετικά, ό,τι και να ζητήσεις από τον Θεό, θα σου το δώσει ο Θεός.
Βλέπουμε εδώ την τεράστια πίστη που είχε η Μάρθα, μπροστά σ’ ένα τετελεσμένο γεγονός και γεγονός το οποίο ήταν θάνατος που συνέβει πριν από τέσσερις ημέρες. «και νυν» και τώρα ακόμα το ξέρω, όχι ελπίζω, αλλά το ξέρω, είμαι σίγουρη. (Ιωάν. ΙΑ΄ 23-24) «λέγει αυτή ο Ιησούς, αναστήσεται ο αδελφός σου. Λέγει αυτώ Μάρθα. Οίδα ότι αναστήσεται εν τη αναστάσει εν τη εσχάτη ημέρα».
Το ξέρω ότι θ’ αναστηθεί την έσχατη ημέρα, αλλά εμείς τώρα μένουμε μόνες. Αυτό δεν με παρηγορεί, γιατί θα περάσουν αιώνες για ν’ αναστηθεί «εν τη εσχάτη ημέρα» (Ιωάν. ΙΑ΄ 25-26) «είπεν αυτή ο Ιησούς, εγώ ειμί η ανάστασις και η ζωή. Ο πιστεύων εις εμέ καν αποθάνη, ζήσεται, και πας ο ζων και πιστεύων εις εμέ ου μη αποθάνη εις τον αιώνα. Πιστεύεις τούτο;». Εδώ της αναγγέλλει μία τεράστια αλήθεια δηλαδή η ανάσταση και η ζωή την οποία εσύ τοποθετείς στον έσχατο καιρό, την έχεις εδώ μπροστά σου «εγώ ειμί η ανάστασις και η ζωή».
Και συνεχίζει να της λέει ότι, όποιος πιστεύει σε μένα όταν πεθάνει, συνεχίζει να ζει, συνεχίζει να υπάρχει. «και πας ο ζων και πιστεύων εις εμέ ου μη αποθάνει εις τον αιώνα» δεν πρόκειται να πεθάνει ποτέ και εννοεί τον δεύτερο θάνατο, δηλαδή της ψυχής.
Και μετά την ρωτάει, το πιστεύεις αυτό; Ιωάν. ΙΑ΄ 27) «λέγει αυτώ, ναι, Κύριε, εγώ πεπίστευκα ότι συ ει ο Χριστός ο υιός του Θεού ο εις τον κόσμον ερχόμενος». Ο Χριστός της λέει να του απαντήσει σε μία συγκεκριμένη ερώτηση, διότι δεν καταλαβαίνει καλά – καλά. Αλλά του απαντά. – Μπορεί να μην καταλαβαίνω ακριβώς τι μου λες, αλλά εγώ πιστεύω σε σένα. – Πιστεύεις τούτο; Δεν ξέρω Κύριε, αλλά σε σένα πιστεύω. Και όταν πιστεύουμε σ΄ Αυτόν όλα είναι δυνατά. (Ιωάν. ΙΑ΄ 28-32) «και ταύτα ειπούσα απήλθε και εφώνησε Μαρίαν την αδελφήν αυτής λάθρα ειπούσα, ο διδάσκαλος πάρεστι και φωνεί σε. Εκείνη ως ήκουσεν εγείρεται ταχύ και έρχεται προς αυτόν. Ούπω δε εληλύθει ο Ιησούς εις την κώμην, αλλ΄ ην εν τω τόπω όπου υπήντησεν αυτώ η Μάρθα. Οι ουν Ιουδαίοι οι όντες μετ΄ αυτής εν τη οικία και παραμυθούμενοι αυτή, ιδόντες την Μαρίαν ότι ταχέως ανέστη και εξήλθεν, ηκολούθησαν αυτή, λέγοντες ότι υπάγει εις το μνημείον ίνα κλαύση εκεί. Η ουν Μαρία ως ήλθεν όπου ην ο Ιησούς ιδούσα αυτόν έπεσεν αυτού εις τους πόδας (πάλι στους πόδας του Ιησού) λέγουσα αυτώ. Κύριε, ει ης ώδε ουκ απέθανέ μου ο αδελφός». Ό,τι είχε πει και η Μάρθα, αλλά ως εκεί διότι η Μάρθα πρόσθεσε ότι γνωρίζω πως και τώρα ό,τι ζητήσεις από τον Θεό θα σου το δώσει. (Ιωάν. ΙΑ΄ 33) «Ιησούς ουν ως είδεν αυτήν κλαίουσαν και τους συνελθόντες αυτή Ιουδαίους κλαίοντας, ενεβριμήσατο τω πνεύματι και ετάραξεν εαυτόν».
Βλέπουμε εδώ ότι η Μάρθα διορθώθηκε, συνέχιζε βέβαια να διακονεί αλλά βρήκε την ισορροπία και να διακονεί και να πιστεύει, και να ακούει τον λόγο του Θεού και να τον εφαρμόζει στην ζωή. Άρα δεν σημαίνει ότι ο άνθρωπος ο οποίος είναι δραστήριος και εργάζεται είναι κατώτερος, όχι καθόλου, είναι ανώτερος. «ενεβριμήσατο = εταράχθη (Ιωάν. ΙΑ΄ 34-35) και είπε, που τεθείκατε αυτόν; Λέγουσιν αυτώ – Κύριε, έρχου και ίδε, εδάκρυσεν ο Ιησούς».
Γιατί δάκρυσε εφόσον ήξερε ότι πήγαινε να τον αναστήσει; Δάκρυσε για το κατάντημα του ανθρώπου, διότι ο θάνατος δεν ήταν στο σχέδιο του Θεού. Δάκρυσε ακόμα για να μας δείξει το μέτρο της λύπης. Θα δακρύσουμε, θα κλάψουμε, αλλά όχι με απελπισία. Ένα δάκρυ υπαγορεύει στον άνθρωπο πως ν’ αντιμετωπίσει τον θάνατο: μ΄ ένα δάκρυ. Όχι ότι δεν θα πονέσουμε, αλλά όχι υπερβολές οι οποίες δεν ωφελούν και την ψυχή του αποθανόντος. Γι’ αυτό μας δείχνει το μέτρο. (Ιωάν. ΙΑ΄ 36-37) «έλεγον ουν οι Ιουδαίοι, ίδε πως εφίλει αυτόν, τινές δε εξ αυτών είπον ουκ ηδύνατο ούτος, ο ανοίξας τους οφθαλμούς του τυφλού, ποιήσαι ίνα μη και ούτος αποθάνη;».
Αυτοί είναι εκείνοι που νομίζουν ότι ξέρουν παραπάνω από ό,τι ξέρει ο Θεός. (38). «Ιησούς ουν πάλιν εμβριμώμενος εν ευατώ, έρχεται εις το μνημείον, ην δε σπήλαιον, και λίθος επέκειτο επ΄ αυτώ (39) λέγει ο Ιησούς, άρατε τον λίθον»
Εκείνος που είχε την δύναμη ν’ αναστήσει έναν νεκρό, δεν είχε την δύναμη να σηκώσει την πέτρα; Όμως θέλει την συμβολή και την συμμετοχή των ανθρώπων, ακόμα και σε αυτό το τεράστιο θαύμα που πρόκειται να κάνει.
Οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτε άλλο παρά να βγάλουν την ταφόπετρα. Επίσης πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι η ανάσταση του σώματος συμβολίζει πάντα την ανάσταση της ψυχής. Εμείς όπως και οι μαθητές του δεν έχουμε την δύναμη ν΄ αναστήσουμε νεκρό, αλλά έχουμε την δύναμη να βγάλουμε τα εμπόδια.
Εμείς δεν έχουμε την δύναμη ν’ αναστήσουμε την ψυχή, αυτή την δύναμη μόνο ο Θεός την έχει. Αλλά την δύναμη που έχουμε εμείς να την χρησιμοποιήσουμε. Γι΄ αυτό μας θέλει να πηγαίνουμε δεξιά και αριστερά και να μιλάμε κ.λπ.
Διότι, εσύ θα βγάλεις την πέτρα, δηλαδή, τα εμπόδια.
Τίποτε άλλο δεν μπορείς να κάνεις, αλλά αυτό που μπορείς θα το κάνεις. Γιατί αν δεν το κάνεις σπας την συνεργασία. Εσύ θα προσφέρεις το μισό και εγώ το ένα εκατομμύριο, αλλά το μισό θα το προσφέρεις. Όσο μπορείς θα δώσεις. (Ιωάν. ΙΑ΄ 39-40) «λέγει αυτώ η αδελφή του τεθνηκότος Μάρθα. Κύριε, ήδη όξει, τεταρταίος γαρ έστι. Λέγει αυτή ο Ιησούς. Ουκ είπον σοι ότι εάν πιστεύσης, όψει την δόξαν του Θεού;»
Το παν είναι η πίστη, η εμπιστοσύνη «αναπαύου εν Κυρίω και πρόσμενε εν αυτώ». Μπορεί να κάνει χρόνια να απαντήσει, αλλά θα απαντήσει. Τριακόσια χρόνια πριν προσηύχοντο οι Χριστιανοί να πάψουν οι διωγμοί.
Μετά από 300 χρόνια παύουν οι διωγμοί, αλλά στο μεταξύ είχαν πεθάνει εκατομμυρια.
Όταν απάντησε ο Θεός στις προσευχές τους αυτό έγινε με θαύμα «εν τούτω νίκα» είδε ο Μ. Κων/νος στον ουρανό. Η απάντηση που έδωσε ο Θεός στους Χριστιανούς ήταν μεγαλύτερη από αυτή που περίμεναν. Όχι μόνο παύουν οι διωγμοί, αλλά κηρύσσεται η Χριστιανική θρησκεία, επίσημη θρησκεία όλου του τότε γνωστού κόσμου. Όταν αργεί ν΄απαντήση, η απάντηση είναι πάρα πάνω από αυτό που έχεις ζητήσει και περιμένεις.
Φτάνει να έχεις την εμπιστοσύνη και την υπομονή να περιμένεις. (Ιωάν. ΙΑ΄ 41) «ήραν ουν τον λίθον ου ην ο τεθνηκώς κείμενος. Ο δε Ιησούς ήρε τους οφθαλμούς άνω και είπε, πάτερ, ευχαριστώ σοι ότι ήκουσάς μου». Δεν κάνει τίποτε χωρίς τον πατέρα «εγώ και ο πατήρ μου εις εσμέν». (Ιωάν. ΙΑ΄ 42-43) «εγώ δε ήδειν ότι πάντοτέ μου ακούεις, αλλά δια τον άλλον του περιεστώτα είπον, ίνα πιστεύσουσιν ότι συ με απέστειλας». «και ταύτα ειπών φωνή μεγάλη εκραύγασε. Λάζαρε, δεύρο έξω». Ο Λάζαρος δεν κοιμότανε, αλλά βρισκόταν σ΄ έναν τόπο εις τον οποίο μπορούσε μόνο ν΄ ακούσει και να υπακούσει στην φωνή του Κυρίου. Τον φωνάζει με τ΄ όνομά του. Το σώμα του είχε αρχίσει ν΄ αποσυντίθεται, η ψυχή του όμως έμενε ακεραία και δεν άλλαξε προσωπικότητα, γιατί θ΄ άλλαζε όνομα.
Λάζαρε, τον φώναξε. Ακόμα και στον ύπνο μας όταν βλέπουμε όνειρα κρατάμε την συνείδησή μας. Το σώμα μας εν τω μεταξύ κάθε 7 χρόνια αλλάζει, αλλά από μικρά παιδιά είμαστε το ίδιο πρόσωπο. Δεν αλλάζει η συνείδηση ότι είμαι εγώ. Αυτό συμβαίνει και μετά τον θάνατο.
Μετά τον θάνατο θα ξέρω ότι είμαι εγώ. «Λάζαρε, δεύρο έξω». Τον διατάζει. Βλέπουμε την διαφορά μεταξύ του Παύλου και του Πέτρου και άλλων οι οποίοι είχαν αναστήσει νεκρούς, αλλά με προσευχή στον Θεό.
Εδώ όμως είναι διαταγή. (Ιωάν. ΙΑ΄ 44) «και εξήλθεν ο τεθνηκώς δεδεμένος τους πόδας και τα χείρας κειρίαις, και η όψις αυτού σουδαρίω περιεδέδετο , λέγει αυτοίς ο Ιησούς, λύσατε αυτόν και άφετε υπάγειν».
Εδώ είναι μία εικόνα της αναστάσεως της ψυχής του ανθρώπου, όταν ανίσταται η ψυχή, η ψυχή αυτή είναι δεμένη με όλα που έχουν προηγηθεί, τις αμαρτίες κ.λπ.
Οι δεσμοί της ύλης, κάθε άνθρωπος έχει διάφορα δεσμά.
Είμαστε σαν βάρκες δεμένες στο μουράγιο και τα σκοινιά είναι χοντρά. Μπορεί να μην είναι τίποτε το αμαρτωλό αυτό που μας κρατάει δεμένους. Άλλος έχει την εργασία του, άλλος το παιδί του κ.ο.κ. Βέβαια το σουδάριο και οι επίδεσμοι είναι νεκρικά ενδύματα που έχουν σχέση με τον θάνατο, αλλά δεν είμαστε πάντα δεμένοι με την αμαρτία. Μπορεί να είμαστε δεμένοι με ένα σωρό άλλα πράγματα. ΄Ομως πάντα είμαστε δεμένοι.
Και η εντολή του Κυρίου είναι «λύσατε αυτόν» ν΄ αποδεσμευτεί από το σώμα του.
Σ΄ αυτόν τον κόσμο να μην έχουμε από πουθενά εξάρτηση, παρά μόνον από την Κύριο.
Αυτός είναι νόμος και όποιος του τον παραβεί, έχει και το ανάλογο τίμημα. Δεν θα πει βέβαια το να μην δενόμαστε με τίποτα, ότι δεν θα πλησιάζουμε και δεν θα προσφέρουμε, αντιθέτως μάλιστα.
Εφόσον ζεις μέσα στην κοινωνία έχεις και υποχρεώσεις. Με το να μην στηρίζομαι σε τίποτε άλλο εκτός από τον Θεό, αυτό δεν σημαίνει ότι αυτό με απαλλάσσει και από τις υποχρεώσεις μου. Αν δεν τα αναπτύξουμε όλα αυτά σωστά, χωρούν πολλές παρεξηγήσεις.
Γι΄ αυτό είπαμε ότι η ζωή του Χριστιανού είναι ζωή ισορροπίας. Αποτυγχάνεις αν είσαι μόνο το ένα ή είσαι μόνο το άλλο. Όμως «τ’ αδύνατα παρά τοις ανθρώποις, δυνατά παρά τω Θεώ». Ζητάμε την δύναμη από τον Θεό και το πνεύμα της διακρίσεως να καταλάβουμε μέχρι ποίου σημείου θα κάνουμε αυτό και μέχρι ποίου σημείου θα κάνουμε το άλλο.
Εξάλλου άλλα τα μέτρα του Θεού και άλλα τα δικά μας. Βλέπουμε εμείς έναν άνθρωπο ο οποίος είναι τελείως παραδομένος στον Θεό και όμως μπορεί ο Θεός να βλέπει σ΄ έναν άλλο άνθρωπο, ο οποίος δεν διακονεί από το πρωί μέχρι την νύχτα, και όμως σ΄ αυτόν τον άλλο άνθρωπο ο οποίος ασχολείται περισσότερο με την δουλειά του και τις υποχρεώσεις του, να βλέπει ο Θεός μεγαλύτερη προσκόλληση και αφιέρωση και αφοσίωση σ΄ Αυτόν απ’ ότι ο άλλος που διακονεί νύχτα – μέρα.
Εμείς δεν το βλέπουμε, όμως ο Κύριος το βλέπει. Γι΄ αυτό δεν μπορούμε να έχουμε κρίση για κανέναν.
Ο Θεός βλέπει την διάθεση και την επιθυμία του καθενός. «και την πράξη τιμά και την διάθεση» λέει ο Χρυσόστομος. Το παν είναι η πρόθεση και το πόσο εγώ θέλω αυτό το πράγμα.
Ο Θεός δεν βλέπει τις πράξεις μόνο ή τα λόγια βλέπει το εσωτερικό. Ο ίδιος ο Θεός λέει ότι δεν μπορεί να κρίνει κανένας άνθρωπος τον άλλον.
Την επομένη ημέρα έγινε η θριαμβευτική είσοδος του Χριστού στα Ιεροσόλυμα. «Ωσαννά........».
Διότι ο άνθρωπος βλέπει την επιφάνεια εγώ όμως βλέπω την καρδιά. Τότε απεφάσισαν οι αρχιερείς και οι Γραμματείς να σκοτώσουν τον Κύριο. Και μαζί με αυτόν και τον Λάζαρο που ήταν η απόδειξη της εξουσίας του Κυρίου στον θάνατο. Διότι εν γνώσει τους ότι ήταν Θεός τον σκότωσαν. Από φθόνο, όπως διαβάζουμε σε πολλά σημεία μέσα στο Ευαγγέλιο. Και ο Πιλάτος το κατάλαβε ότι από φθόνο τον παρέδωσαν σ’ αυτόν. Η σταυρική θυσία του Χριστού έχει μεγάλη σημασία για τον άνθρωπο, γιατί ήταν θυσία αντιπροσωπευτική και εξιλαστήρια.
Αντιπροσωπευτική = περιελάμβανε στην ανθρώπινη φύση του, όλους τους ανθρώπους και σήκωνε πάνω του όλες τις αμαρτίες. Εξιλαστήρια = διότι με το αίμα που χύθηκε στον Σταυρό διαγράφηκε η ύβρις που είχε δημιουργήσει η ανυπακοή του ανθρώπου στον Θεό, σβήστηκε η ενοχή που βάραινε την ανθρώπινη ψυχή. Όμως η θυσία του Κυρίου δεν σταμάτησε στον Γολγοθά. Επαναλαμβάνεται μέσα στην Εκκλησία στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. «εις άφεσιν αμαρτιών και ωήν την αιώνιον». Όταν μεταλαμβάνουμε μπαίνει μέσα μας ο σπόρος της αναστάσεως, εφόσον ο Χριστός ανεστήθη.
Ο Απόστολος Παύλος λέει ότι αν ο Χριστός δεν είχε αναστηθεί, τότε η πίστη μας θα ήταν κενή. «χάριτι εστί σεσωσμένοι. Ο Θεός μας συνήγειρε και μας συνεκάθισε εν τοις ουρανοίς εν Χριστώ Ιησού». Έχουμε σωθεί από χάρη και όχι από δικά μας κατορθώματα. Μας ανέστησε μάζί με τον Χριστό και μας έβαλε να καθίσουμε μαζί του στα επουράνια. Η ανάσταση και η ανύψωσή μας αυτή έγινε δια της ενώσεώς μας με τον Χριστό.
Γι΄ αυτό το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας είναι πολύ σπουδαίο, διότι μας εξασφαλίζει δύο πολύ σπουδαία πράγματα. Την άφεση των αμαρτιών και την αιώνιο ζωή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου