1. Ἡ δομή του
Τό πιό ἀξιόλογο καί περισσότερο γνωστό ἀπ᾿ ὅλα τά ἔργα τοῦ ἁγίου Ἀνδρέα εἶναι ἀσφαλῶς ὁ Μέγας Κανών. Ξεχωρίζει ἀνάμεσα στούς πολλούς Κανόνες του γιά τήν πρωτοτυπία του καί τήν ἔκτασή του. Ἡ ἔκτασή του αὐτή εἶναι ᾿κείνη πού τοῦ ἔδωσε καί τήν ὀνομασία Μέγας.
Ὁ Μέγας Κανών εἶναι ἕνα ἀπό τά εὐγενέστερα προϊόντα βαθιᾶς θρησκευτικῆς πείρας. Ἡ ἀξία του ἀπό πλευρᾶς θρησκευτικῆς καί αἰσθητικῆς εἶναι μεγάλη καί κατέχει ἐκλεκτή θέση στήν ὅλη ἐκκλησιαστική ποίηση καί τή λατρεία τῆς Ἐκκλησίας.
Ἀποτελεῖται ἀπό ἐννιά Ὠδές, ἀπό τίς ὁποῖες ἡ β´ καί ἡ γ´ ἔχουν ἀπό δύο Εἱρμούς καί ἡ ²´ διαιρεῖται σέ δύο τμήματα. Τό δεύτερο τμῆμα της δέν ἔχει δικό του Εἱρμό. ῎Ισως παλαιότερα νά εἶχε καί στόν τελικό καταρτισμό τοῦ Τριωδίου νά ἐξέπεσε. Μπροστά ἀπό κάθε τροπάριό του ἔχει τεθεῖ στίχος ἀπ᾿ τούς Μακαρισμούς. Σχετικά μέ τόν ἀριθμό καί τήν τάξη τῶν τροπαρίων πρέπει νά ποῦμε ὅτι ὑπάρχει μιά ποικιλία στά χειρόγραφα κι ἔτσι δέν μποροῦμε νά ξέρουμε ἀπόλυτα ποιά εἶναι γνήσια καί ποιά παρέμβλητα. Τά τροπάρια πού ἀναφέρονται στήν ὁσία Μαρία τήν Αἰγυπτία καί τόν ἴδιο τόν Ἅγιο εἶναι φανερό ὅτι δέν προέρχονται ἀπό τή γραφίδα τοῦ ἁγίου Ἀνδρέα, ἀλλ᾿ ὅτι εἶναι μεταγενέστερα. (Στό συμπέρασμα αὐτό καταλήγουν ὅλοι οἱ ἐρευνητές, γι᾿ αὐτό κι ἐμεῖς τά παραλείψαμε στήν παρούσα ἐργασία). Σύμφωνα μέ τό Τριώδιο πού βρίσκεται στή λειτουργική χρήση τῆς Ἐκκλησίας, στό ὁποῖο κι ἐμεῖς στηριχτήκαμε (ἔκδοση Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθῆναι 1960)*, ὁ ἀριθμός τῶν τροπαρίων ἔχει ὡς ἑξῆς· α´ 25, β´ 41, γ´ 28, δ´ 29, ε´ 23, ²´ 33, ζ´ 22, η´ 22, καί θ´ 27. Συνολικά δηλαδή ὁ Μέγας Κανών ἀποτελεῖται ἀπό 11 Εἱρμούς καί 250 τροπάρια. Κατά μιά ἐκδοχή ὁ ἅγιος Ἀνδρέας ἔγραψε τόσα τροπάρια, ὅσοι εἶναι καί οἱ στίχοι τῶν ἐννιά βιβλικῶν ὠδῶν.
Τό πιό ἀξιόλογο καί περισσότερο γνωστό ἀπ᾿ ὅλα τά ἔργα τοῦ ἁγίου Ἀνδρέα εἶναι ἀσφαλῶς ὁ Μέγας Κανών. Ξεχωρίζει ἀνάμεσα στούς πολλούς Κανόνες του γιά τήν πρωτοτυπία του καί τήν ἔκτασή του. Ἡ ἔκτασή του αὐτή εἶναι ᾿κείνη πού τοῦ ἔδωσε καί τήν ὀνομασία Μέγας.
Ὁ Μέγας Κανών εἶναι ἕνα ἀπό τά εὐγενέστερα προϊόντα βαθιᾶς θρησκευτικῆς πείρας. Ἡ ἀξία του ἀπό πλευρᾶς θρησκευτικῆς καί αἰσθητικῆς εἶναι μεγάλη καί κατέχει ἐκλεκτή θέση στήν ὅλη ἐκκλησιαστική ποίηση καί τή λατρεία τῆς Ἐκκλησίας.
Ἀποτελεῖται ἀπό ἐννιά Ὠδές, ἀπό τίς ὁποῖες ἡ β´ καί ἡ γ´ ἔχουν ἀπό δύο Εἱρμούς καί ἡ ²´ διαιρεῖται σέ δύο τμήματα. Τό δεύτερο τμῆμα της δέν ἔχει δικό του Εἱρμό. ῎Ισως παλαιότερα νά εἶχε καί στόν τελικό καταρτισμό τοῦ Τριωδίου νά ἐξέπεσε. Μπροστά ἀπό κάθε τροπάριό του ἔχει τεθεῖ στίχος ἀπ᾿ τούς Μακαρισμούς. Σχετικά μέ τόν ἀριθμό καί τήν τάξη τῶν τροπαρίων πρέπει νά ποῦμε ὅτι ὑπάρχει μιά ποικιλία στά χειρόγραφα κι ἔτσι δέν μποροῦμε νά ξέρουμε ἀπόλυτα ποιά εἶναι γνήσια καί ποιά παρέμβλητα. Τά τροπάρια πού ἀναφέρονται στήν ὁσία Μαρία τήν Αἰγυπτία καί τόν ἴδιο τόν Ἅγιο εἶναι φανερό ὅτι δέν προέρχονται ἀπό τή γραφίδα τοῦ ἁγίου Ἀνδρέα, ἀλλ᾿ ὅτι εἶναι μεταγενέστερα. (Στό συμπέρασμα αὐτό καταλήγουν ὅλοι οἱ ἐρευνητές, γι᾿ αὐτό κι ἐμεῖς τά παραλείψαμε στήν παρούσα ἐργασία). Σύμφωνα μέ τό Τριώδιο πού βρίσκεται στή λειτουργική χρήση τῆς Ἐκκλησίας, στό ὁποῖο κι ἐμεῖς στηριχτήκαμε (ἔκδοση Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθῆναι 1960)*, ὁ ἀριθμός τῶν τροπαρίων ἔχει ὡς ἑξῆς· α´ 25, β´ 41, γ´ 28, δ´ 29, ε´ 23, ²´ 33, ζ´ 22, η´ 22, καί θ´ 27. Συνολικά δηλαδή ὁ Μέγας Κανών ἀποτελεῖται ἀπό 11 Εἱρμούς καί 250 τροπάρια. Κατά μιά ἐκδοχή ὁ ἅγιος Ἀνδρέας ἔγραψε τόσα τροπάρια, ὅσοι εἶναι καί οἱ στίχοι τῶν ἐννιά βιβλικῶν ὠδῶν.
2. Τά περιστατικά τῆς συγγραφῆς
Τά περιστατικά κάτω ἀπ᾿ τά ὁποῖα ὁ ἅγιος Ἀνδρέας συνέθεσε τόν Κανόνα δέ μᾶς εἶναι γνωστά. Δέν ἔχουμε συγκεκριμένες μαρτυρίες, πού νά ἀναφέρονται στόν χρόνο, τόν τόπο καί τά πλαίσια τῆς συνθέσεώς του. Πρός τήν κατεύθυνση αὐτή μιά κάποια βοήθεια μᾶς δίνουν μερικά προσωπικά στοιχεῖα καί ἐνδείξεις τοῦ ἴδιου τοῦ Κανόνος. Ὁ ποιητής μερικές φορές ἀναφέρεται στήν ἡλικία του· «Ἐρριμμένον με, Σωτήρ, / πρό τῶν πυλῶν σου / κἄν ἐν τῷ γήρει... / ἀλλά πρό τοῦ τέλους / ...» (α´ 13)· «Ἐκ νεότητος, Σωτήρ, / τάς ἐντολάς σου ἐπαρωσάμην, / ὅλον ἐμπαθῶς, / ἀμελῶν, ραθυμῶν / παρῆλθον τόν βίον...» (α´ 20)· «Ὁ χρόνος ὁ τῆς ζωῆς μου / ὀλίγος...» (δ´ 23. Βλέπε καί δ´ 2, η´ 6 κ.ἄ.). Ἀπό τίς παραπάνω ἐνδείξεις πρέπει νά συμπεράνουμε ὅτι ὁ ποιητής συνέθεσε τόν Κανόνα σέ ἡλικία προχωρημένη.
Τό τελευταῖο τροπάριο τοῦ Μεγάλου Κανόνος μᾶς δίνει τή δυνατότητα γιά ἕνα ἀκριβέστερο καθορισμό τοῦ τόπου συγγραφῆς· «Τήν πόλιν σου φύλαττε, / Θεογεννῆτορ ἄχραντε· / ἐν σοί γάρ αὕτη / πιστῶς βασιλεύουσα, / ἐν σοί καί κρατύνεται / καί διά σοῦ νικῶσα...». Φαίνεται δηλαδή ὅτι ὁ ἅγιος Ἀνδρέας συνέγραψε τόν Κανόνα στήν Κωνσταντινούπολη εἴτε πρίν ἐκλεγεῖ ἀρχιεπίσκοπος Κρήτης εἴτε μετά, σέ κάποιο ταξίδι του καί μάλιστα κοντά χρονικά σέ κάποια ἐπιτυχή ἀπόκρουση βαρβαρικῆς ἐπιδρομῆς («ἐν σοί κρατύνεται», «διά σοῦ νικῶσα», «τροποῦται πάντα πειρασμόν», «σκυλεύει πολεμίους»). ῎Ισως τῶν Ἀράβων τό 717.
Τά περιστατικά κάτω ἀπ᾿ τά ὁποῖα ὁ ἅγιος Ἀνδρέας συνέθεσε τόν Κανόνα δέ μᾶς εἶναι γνωστά. Δέν ἔχουμε συγκεκριμένες μαρτυρίες, πού νά ἀναφέρονται στόν χρόνο, τόν τόπο καί τά πλαίσια τῆς συνθέσεώς του. Πρός τήν κατεύθυνση αὐτή μιά κάποια βοήθεια μᾶς δίνουν μερικά προσωπικά στοιχεῖα καί ἐνδείξεις τοῦ ἴδιου τοῦ Κανόνος. Ὁ ποιητής μερικές φορές ἀναφέρεται στήν ἡλικία του· «Ἐρριμμένον με, Σωτήρ, / πρό τῶν πυλῶν σου / κἄν ἐν τῷ γήρει... / ἀλλά πρό τοῦ τέλους / ...» (α´ 13)· «Ἐκ νεότητος, Σωτήρ, / τάς ἐντολάς σου ἐπαρωσάμην, / ὅλον ἐμπαθῶς, / ἀμελῶν, ραθυμῶν / παρῆλθον τόν βίον...» (α´ 20)· «Ὁ χρόνος ὁ τῆς ζωῆς μου / ὀλίγος...» (δ´ 23. Βλέπε καί δ´ 2, η´ 6 κ.ἄ.). Ἀπό τίς παραπάνω ἐνδείξεις πρέπει νά συμπεράνουμε ὅτι ὁ ποιητής συνέθεσε τόν Κανόνα σέ ἡλικία προχωρημένη.
Τό τελευταῖο τροπάριο τοῦ Μεγάλου Κανόνος μᾶς δίνει τή δυνατότητα γιά ἕνα ἀκριβέστερο καθορισμό τοῦ τόπου συγγραφῆς· «Τήν πόλιν σου φύλαττε, / Θεογεννῆτορ ἄχραντε· / ἐν σοί γάρ αὕτη / πιστῶς βασιλεύουσα, / ἐν σοί καί κρατύνεται / καί διά σοῦ νικῶσα...». Φαίνεται δηλαδή ὅτι ὁ ἅγιος Ἀνδρέας συνέγραψε τόν Κανόνα στήν Κωνσταντινούπολη εἴτε πρίν ἐκλεγεῖ ἀρχιεπίσκοπος Κρήτης εἴτε μετά, σέ κάποιο ταξίδι του καί μάλιστα κοντά χρονικά σέ κάποια ἐπιτυχή ἀπόκρουση βαρβαρικῆς ἐπιδρομῆς («ἐν σοί κρατύνεται», «διά σοῦ νικῶσα», «τροποῦται πάντα πειρασμόν», «σκυλεύει πολεμίους»). ῎Ισως τῶν Ἀράβων τό 717.
3. Τό θέμα του
Τό Συναξάριο τῆς Πέμπτης τῆς ε´ ἑβδομάδας τῶν Νηστειῶν (τῆς ἡμέρας δηλαδή πού ψάλλεται ὁ Μέγας Κανών) ὡς ἑξῆς ἀναφέρεται στό θέμα, τό περιεχόμενο καί τούς σκοπούς τοῦ ποιήματος· «πᾶσαν γάρ Παλαιᾶς καί Νέας Διαθήκης ἱστορίαν ἐρανισάμενος καί ἀθροίσας, τό παρόν ἡρμόσατο μέλος, ἀπό Ἀδάμ δηλαδή μέχρι καί αὐτῆς τῆς Χριστοῦ Ἀναλήψεως καί τοῦ τῶν Ἀποστόλων κηρύγματος. Προτρέπεται γοῦν διά τούτου πᾶσαν ψυχήν, ὅσα μέν ἀγαθά τῆς ἱστορίας ζηλοῦν καί μιμεῖσθαι πρός δύναμιν, ὅσα δέ τῶν φαύλων ἀποφεύγειν, καί ἀεί πρός Θεόν ἀνατρέχειν διά μετανοίας, διά δακρύων καί ἐξομολογήσεως, καί τῆς ἄλλης δηλονότι εὐαρεστήσεως». Θέμα δηλαδή τοῦ Μεγάλου Κανόνος εἶναι ἡ παρουσίαση τῆς τραγικῆς καταστάσεως τοῦ ἀνθρώπου τῆς πτώσεως καί τῆς ἁμαρτίας καί ἡ θερμή παρακίνησή του νά μετανοήσει καί νά ἐπιστρέψει κοντά στόν ζώντα καί ἀληθινό Θεό.
Ἡ διαπραγμάτευση τοῦ θέματος εἶναι πρωτότυπη, ἔντονα δραματική καί πλαισιώνεται ἀπό τή χρήση ἑνός πλήθους παραδειγμάτων ἀποβλέπει στήν παρακίνηση τῆς ψυχῆς νά μιμηθεῖ τίς καλές πράξεις τῶν εὐσεβῶν καί ν᾿ ἀποφύγει τίς κακές τῶν ἀσεβῶν. Τά περισσότερα ἀπό τά βιβλικά παραδείγματα εἶναι παρμένα ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη. Αὐτό κυρίως γίνεται στίς πρῶτες ὀκτώ Ὠδές (ὅπου, βέβαια, ἀναφέρονται σποραδικά πρόσωπα καί γεγονότα καί τῆς Καινῆς Διαθήκης). Μᾶς τό ὑπογραμμίζει καί ὁ ἴδιος ὁ ποιητής στό τροπάριο θ´ 2· «Μωσέως παρήγαγον, /ψυχή, τήν κοσμογένεσιν / καί ἐξ ἐκείνου / πᾶσαν ἐνδιάθετον / γραφήν ἱστοροῦσάν σοι / δικαίους καί ἀδίκους, / ὧν τούς δευτέρους, ὦ ψυχή, / ἐμιμήσω, οὐ τούς πρώτους, / εἰς Θεόν ἐξαμαρτήσασα».
Τά βιβλικά πρόσωπα, πού χρησιμοποιοῦνται ἀπό τόν ποιητή, κρίνονται ἀνάλογα μέ τή συμπεριφορά τους πρός τόν Θεό καί τόν νόμο Του καί τή διαγωγή τους μές στήν Ἰσραηλιτική κοινωνία. ῎Ετσι προβάλλεται ἰδιαίτερα ἡ παιδαγωγική τους ἀξία. Τόσο τῶν θετικῶν παραδειγμάτων, πού θά πρέπει νά μιμηθεῖ ὁ πιστός, ὅσο καί τῶν ἀρνητικῶν, πού ὀφείλει ν᾿ ἀποφύγει.
Ὃ ἱερός Ἀνδρέας ἀντλεῖ τίς ὑποθέσεις του ἀπό διάφορα βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Οἱ περισσότερες εἶναι παρμένες ἀπό τή Μωσαϊκή Πεντάτευχο, δέν λείπουν ὅμως καί ἀπό ἄλλα βιβλία, ὅπως τοῦ ᾿Ιησοῦ τοῦ Ναυῆ, τῶν Κριτῶν, τῶν Βασιλειῶν, τῶν Ψαλμῶν, τοῦ ᾿Ιώβ, τοῦ ᾿Ιωνᾶ, τοῦ ῾Ιερεμία καί τοῦ Δανιήλ.
Ἡ θ´ Ὠδή εἶναι ἡ μόνη πού προέρχεται ἀπό τήν Καινή Διαθήκη (Λουκ. 1,46-55), γι᾿ αὐτό καί ὁ ἅγιος Ἀνδρέας τά παραδείγματα τῶν τροπαρίων της τά δανείστηκε ἀποκλειστικά ἀπ᾿ αὐτήν. Τό δηλώνει ἄλλωστε ὁ ἴδιος στό τέταρτο τροπάριό της, μέ τό ὁποῖο καί ἀρχίζει τή χρήση Καινοδιαθηκικῶν παραδειγμάτων· «Τῆς Νέας παράγω σοι / Γραφῆς τά ὑποδείγματα / ἐνάγοντά σε, / ψυχή, πρός κατάνυξιν· / δικαίους οὖν ζήλωσον, / ἁμαρτωλούς ἐκτρέπου...». Τά παραδείγματα αὐτά ἀναφέρονται κυρίως στόν Χριστό καί τά θαύματά Του καί εἶναι ὅλα παρμένα ἀποκλειστικά ἀπό τά ἱερά Εὐαγγέλια.
Τό Συναξάριο τῆς Πέμπτης τῆς ε´ ἑβδομάδας τῶν Νηστειῶν (τῆς ἡμέρας δηλαδή πού ψάλλεται ὁ Μέγας Κανών) ὡς ἑξῆς ἀναφέρεται στό θέμα, τό περιεχόμενο καί τούς σκοπούς τοῦ ποιήματος· «πᾶσαν γάρ Παλαιᾶς καί Νέας Διαθήκης ἱστορίαν ἐρανισάμενος καί ἀθροίσας, τό παρόν ἡρμόσατο μέλος, ἀπό Ἀδάμ δηλαδή μέχρι καί αὐτῆς τῆς Χριστοῦ Ἀναλήψεως καί τοῦ τῶν Ἀποστόλων κηρύγματος. Προτρέπεται γοῦν διά τούτου πᾶσαν ψυχήν, ὅσα μέν ἀγαθά τῆς ἱστορίας ζηλοῦν καί μιμεῖσθαι πρός δύναμιν, ὅσα δέ τῶν φαύλων ἀποφεύγειν, καί ἀεί πρός Θεόν ἀνατρέχειν διά μετανοίας, διά δακρύων καί ἐξομολογήσεως, καί τῆς ἄλλης δηλονότι εὐαρεστήσεως». Θέμα δηλαδή τοῦ Μεγάλου Κανόνος εἶναι ἡ παρουσίαση τῆς τραγικῆς καταστάσεως τοῦ ἀνθρώπου τῆς πτώσεως καί τῆς ἁμαρτίας καί ἡ θερμή παρακίνησή του νά μετανοήσει καί νά ἐπιστρέψει κοντά στόν ζώντα καί ἀληθινό Θεό.
Ἡ διαπραγμάτευση τοῦ θέματος εἶναι πρωτότυπη, ἔντονα δραματική καί πλαισιώνεται ἀπό τή χρήση ἑνός πλήθους παραδειγμάτων ἀποβλέπει στήν παρακίνηση τῆς ψυχῆς νά μιμηθεῖ τίς καλές πράξεις τῶν εὐσεβῶν καί ν᾿ ἀποφύγει τίς κακές τῶν ἀσεβῶν. Τά περισσότερα ἀπό τά βιβλικά παραδείγματα εἶναι παρμένα ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη. Αὐτό κυρίως γίνεται στίς πρῶτες ὀκτώ Ὠδές (ὅπου, βέβαια, ἀναφέρονται σποραδικά πρόσωπα καί γεγονότα καί τῆς Καινῆς Διαθήκης). Μᾶς τό ὑπογραμμίζει καί ὁ ἴδιος ὁ ποιητής στό τροπάριο θ´ 2· «Μωσέως παρήγαγον, /ψυχή, τήν κοσμογένεσιν / καί ἐξ ἐκείνου / πᾶσαν ἐνδιάθετον / γραφήν ἱστοροῦσάν σοι / δικαίους καί ἀδίκους, / ὧν τούς δευτέρους, ὦ ψυχή, / ἐμιμήσω, οὐ τούς πρώτους, / εἰς Θεόν ἐξαμαρτήσασα».
Τά βιβλικά πρόσωπα, πού χρησιμοποιοῦνται ἀπό τόν ποιητή, κρίνονται ἀνάλογα μέ τή συμπεριφορά τους πρός τόν Θεό καί τόν νόμο Του καί τή διαγωγή τους μές στήν Ἰσραηλιτική κοινωνία. ῎Ετσι προβάλλεται ἰδιαίτερα ἡ παιδαγωγική τους ἀξία. Τόσο τῶν θετικῶν παραδειγμάτων, πού θά πρέπει νά μιμηθεῖ ὁ πιστός, ὅσο καί τῶν ἀρνητικῶν, πού ὀφείλει ν᾿ ἀποφύγει.
Ὃ ἱερός Ἀνδρέας ἀντλεῖ τίς ὑποθέσεις του ἀπό διάφορα βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Οἱ περισσότερες εἶναι παρμένες ἀπό τή Μωσαϊκή Πεντάτευχο, δέν λείπουν ὅμως καί ἀπό ἄλλα βιβλία, ὅπως τοῦ ᾿Ιησοῦ τοῦ Ναυῆ, τῶν Κριτῶν, τῶν Βασιλειῶν, τῶν Ψαλμῶν, τοῦ ᾿Ιώβ, τοῦ ᾿Ιωνᾶ, τοῦ ῾Ιερεμία καί τοῦ Δανιήλ.
Ἡ θ´ Ὠδή εἶναι ἡ μόνη πού προέρχεται ἀπό τήν Καινή Διαθήκη (Λουκ. 1,46-55), γι᾿ αὐτό καί ὁ ἅγιος Ἀνδρέας τά παραδείγματα τῶν τροπαρίων της τά δανείστηκε ἀποκλειστικά ἀπ᾿ αὐτήν. Τό δηλώνει ἄλλωστε ὁ ἴδιος στό τέταρτο τροπάριό της, μέ τό ὁποῖο καί ἀρχίζει τή χρήση Καινοδιαθηκικῶν παραδειγμάτων· «Τῆς Νέας παράγω σοι / Γραφῆς τά ὑποδείγματα / ἐνάγοντά σε, / ψυχή, πρός κατάνυξιν· / δικαίους οὖν ζήλωσον, / ἁμαρτωλούς ἐκτρέπου...». Τά παραδείγματα αὐτά ἀναφέρονται κυρίως στόν Χριστό καί τά θαύματά Του καί εἶναι ὅλα παρμένα ἀποκλειστικά ἀπό τά ἱερά Εὐαγγέλια.
4. Ἡ χρήση του
Ὁ Μέγας Κανών ἀπό τήν ἀρχή, φαίνεται, προορίστηκε γιά τή λατρεία. Αὐτό συμπεραίνουμε ἀπ᾿ τό ποιητικό εἶδος του, τή σύνδεσή του μέ τίς Βιβλικές ὠδές, πού ἦταν στή λειτουργική χρήση τῆς πρώτης Ἐκκλησίας, καί τήν ὅλη διάρθωσή του μέ τίς ἱκεσίες, τίς λατρευτικές ἐπικλήσεις καί τά ἄλλα λειτουργικά του στοιχεῖα. Ποῦ καί πότε ἀκριβῶς πρωτομπῆκε στή λειτουργική χρήση δέν μᾶς εἶναι γνωστό. ῎Ισως σέ Ἐκκλησίες τῆς Κρήτης, ὅταν ἀκόμη ζοῦσε καί ἐπισκόπευε ὁ Ἅγιος.
Σήμερα, στή λειτουργική πράξη πού ἐπικράτησε, ὁ Μέγας Κανών, ὅπως εἶναι γνωστό, ψάλλεται στόν ῎Ορθρο τῆς Πέμπτης τῆς ε´ ἑβδομάδας τῶν Νηστειῶν, γι᾿ αὐτό καί ἡ ἡμέρα ἐπικράτησε νά λέγεται «Πέμπτη τοῦ Μεγάλου Κανόνος». Στά μοναστήρια συνεχίζεται ἡ παλαιά τάξη νά ψάλλεται στόν ῎Ορθρο, ἐνῶ στούς ἐνοριακούς ναούς τῶν πόλεων τό ἀπόγευμα τῆς Τετάρτης μαζί μέ τό Μικρό Ἀπόδειπνο. Μαζί μέ τήν Ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου Κανόνος διαβάζεται ὁ βίος τῆς ἁγίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας καί ψάλλεται καί Κανόνας ἀφιερωμένος στήν Ὁσία μέ ἀκροστιχίδα· «Σύ ἡ ὁσία Μαρία βοήθει». Ἡ μνήμη τῆς ὁσίας Μαρίας ἑορτάζεται τήν 1η Ἀπριλίου καί τήν Ε´ Κυριακή τῶν Νηστειῶν. Ὁ συσχετισμός τοῦ βίου της μέ τόν Μεγάλο Κανόνα καί ἡ προσθήκη ἀργότερα καί ἰδιαίτερου Κανόνα, πού συντάχθηκε κάτω ἀπ᾿ τήν ἐπίδραση τοῦ πρώτου, ἔγινε προφανῶς διότι ἡ μεγάλη Ὁσία ἀποτελεῖ ἕνα ζωηρό ὑπόδειγμα εἰλικρινοῦς μετανοίας, τό ὁποῖο ἄριστα συνδυάζεται μέ τό πνεῦμα καί τούς σκοπούς τοῦ Μεγάλου Κανόνος. Ἡ σχετική τυπική διάταξη τοῦ Τριωδίου μᾶς λέγει τά ἑξῆς· «Τῇ Τετάρτῃ ἑσπέρας, περί ὥραν δ´ τῆς νυκτός σημαίνει. Καί συναχθέντες ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ, εὐλογήσαντος τοῦ ἱερέως, μετά τόν Ἑξάψαλμον, τό Ἀλληλούϊα καί τά Τριαδικά... καί ἀναγινώσκομεν τόν βίον τῆς ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας εἰς δόσεις δύο. Εἶτα μετά τόν Ν´ Ψαλμόν, ἀρχόμεθα εὐθύς ψάλλειν τόν Κανόνα ἀργῶς καί ἐν κατανύξει, ποιοῦντες εἰς καθέν τροπάριον μετανοίας γ´ καί λέγοντες· Ἐλέησόν με, ὁ Θεός, ἐλέησόν με».
Ἡ σημασία τοῦ Μεγάλου Κανόνος μές στή λειτουργική ζωή τῆς Ἐκκλησίας πιστοποιεῖται κι ἀπό δύο ἄλλα δεδομένα πού ἔχουμε· πρῶτον ὅτι ὁρίστηκε νά γίνεται τό πρωΐ τῆς Πέμπτης ἡ θεία Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων, δεῖγμα σεβασμοῦ τῆς λειτουργικῆς συνειδήσεως τῆς Ἐκκλησίας πρός τήν ἡμέρα πού ψάλλουμε τόν Μεγάλο Κανόνα, καί δεύτερον ὅτι διαιρέθηκε σέ τέσσερα μέρη καί τμηματικά ψάλλεται μαζί μέ τήν Ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου Ἀποδείπνου καί τίς πρῶτες τέσσερις ἡμέρες τῆς α´ ἑβδομάδας τῶν Νηστειῶν.
Ὁ Μέγας Κανών ψάλλεται σέ ἦχο πλάγιο τοῦ β´. Εἶναι ἦχος γλυκός, κατανυκτικός καί ἐκφραστικός ἰδιαίτερα τοῦ πένθους καί τῆς συντριβῆς τῆς ψυχῆς, γι᾿ αὐτό καί χρησιμοποιεῖται πολύ στήν ὑμνογραφία τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδας. Ὁ γοργός μάλιστα εἱρμολογικός ρυθμός του, στόν ὁποῖο ψάλλονται τά τροπάρια τοῦ Μεγάλου Κανόνος, πέρα ἀπό τήν κατάνυξη καί τή συντριβή πού μεταδίδει, ἐκφράζει καί τήν ἱερή ἀνησυχία τῆς ὑπάρξεως νά ἐπιτύχει τήν ἐν Χριστῷ ἀπολύτρωσή της.
Ὁ Μέγας Κανών ἀπό τήν ἀρχή, φαίνεται, προορίστηκε γιά τή λατρεία. Αὐτό συμπεραίνουμε ἀπ᾿ τό ποιητικό εἶδος του, τή σύνδεσή του μέ τίς Βιβλικές ὠδές, πού ἦταν στή λειτουργική χρήση τῆς πρώτης Ἐκκλησίας, καί τήν ὅλη διάρθωσή του μέ τίς ἱκεσίες, τίς λατρευτικές ἐπικλήσεις καί τά ἄλλα λειτουργικά του στοιχεῖα. Ποῦ καί πότε ἀκριβῶς πρωτομπῆκε στή λειτουργική χρήση δέν μᾶς εἶναι γνωστό. ῎Ισως σέ Ἐκκλησίες τῆς Κρήτης, ὅταν ἀκόμη ζοῦσε καί ἐπισκόπευε ὁ Ἅγιος.
Σήμερα, στή λειτουργική πράξη πού ἐπικράτησε, ὁ Μέγας Κανών, ὅπως εἶναι γνωστό, ψάλλεται στόν ῎Ορθρο τῆς Πέμπτης τῆς ε´ ἑβδομάδας τῶν Νηστειῶν, γι᾿ αὐτό καί ἡ ἡμέρα ἐπικράτησε νά λέγεται «Πέμπτη τοῦ Μεγάλου Κανόνος». Στά μοναστήρια συνεχίζεται ἡ παλαιά τάξη νά ψάλλεται στόν ῎Ορθρο, ἐνῶ στούς ἐνοριακούς ναούς τῶν πόλεων τό ἀπόγευμα τῆς Τετάρτης μαζί μέ τό Μικρό Ἀπόδειπνο. Μαζί μέ τήν Ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου Κανόνος διαβάζεται ὁ βίος τῆς ἁγίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας καί ψάλλεται καί Κανόνας ἀφιερωμένος στήν Ὁσία μέ ἀκροστιχίδα· «Σύ ἡ ὁσία Μαρία βοήθει». Ἡ μνήμη τῆς ὁσίας Μαρίας ἑορτάζεται τήν 1η Ἀπριλίου καί τήν Ε´ Κυριακή τῶν Νηστειῶν. Ὁ συσχετισμός τοῦ βίου της μέ τόν Μεγάλο Κανόνα καί ἡ προσθήκη ἀργότερα καί ἰδιαίτερου Κανόνα, πού συντάχθηκε κάτω ἀπ᾿ τήν ἐπίδραση τοῦ πρώτου, ἔγινε προφανῶς διότι ἡ μεγάλη Ὁσία ἀποτελεῖ ἕνα ζωηρό ὑπόδειγμα εἰλικρινοῦς μετανοίας, τό ὁποῖο ἄριστα συνδυάζεται μέ τό πνεῦμα καί τούς σκοπούς τοῦ Μεγάλου Κανόνος. Ἡ σχετική τυπική διάταξη τοῦ Τριωδίου μᾶς λέγει τά ἑξῆς· «Τῇ Τετάρτῃ ἑσπέρας, περί ὥραν δ´ τῆς νυκτός σημαίνει. Καί συναχθέντες ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ, εὐλογήσαντος τοῦ ἱερέως, μετά τόν Ἑξάψαλμον, τό Ἀλληλούϊα καί τά Τριαδικά... καί ἀναγινώσκομεν τόν βίον τῆς ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας εἰς δόσεις δύο. Εἶτα μετά τόν Ν´ Ψαλμόν, ἀρχόμεθα εὐθύς ψάλλειν τόν Κανόνα ἀργῶς καί ἐν κατανύξει, ποιοῦντες εἰς καθέν τροπάριον μετανοίας γ´ καί λέγοντες· Ἐλέησόν με, ὁ Θεός, ἐλέησόν με».
Ἡ σημασία τοῦ Μεγάλου Κανόνος μές στή λειτουργική ζωή τῆς Ἐκκλησίας πιστοποιεῖται κι ἀπό δύο ἄλλα δεδομένα πού ἔχουμε· πρῶτον ὅτι ὁρίστηκε νά γίνεται τό πρωΐ τῆς Πέμπτης ἡ θεία Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων, δεῖγμα σεβασμοῦ τῆς λειτουργικῆς συνειδήσεως τῆς Ἐκκλησίας πρός τήν ἡμέρα πού ψάλλουμε τόν Μεγάλο Κανόνα, καί δεύτερον ὅτι διαιρέθηκε σέ τέσσερα μέρη καί τμηματικά ψάλλεται μαζί μέ τήν Ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου Ἀποδείπνου καί τίς πρῶτες τέσσερις ἡμέρες τῆς α´ ἑβδομάδας τῶν Νηστειῶν.
Ὁ Μέγας Κανών ψάλλεται σέ ἦχο πλάγιο τοῦ β´. Εἶναι ἦχος γλυκός, κατανυκτικός καί ἐκφραστικός ἰδιαίτερα τοῦ πένθους καί τῆς συντριβῆς τῆς ψυχῆς, γι᾿ αὐτό καί χρησιμοποιεῖται πολύ στήν ὑμνογραφία τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδας. Ὁ γοργός μάλιστα εἱρμολογικός ρυθμός του, στόν ὁποῖο ψάλλονται τά τροπάρια τοῦ Μεγάλου Κανόνος, πέρα ἀπό τήν κατάνυξη καί τή συντριβή πού μεταδίδει, ἐκφράζει καί τήν ἱερή ἀνησυχία τῆς ὑπάρξεως νά ἐπιτύχει τήν ἐν Χριστῷ ἀπολύτρωσή της.
5. Τά ποιητικά στοιχεῖα του
Ὁ Μέγας Κανών εἶναι δημιούργημα ἐμπνευσμένου ποιητῆ μέ πλούσιο λυρισμό καί ἄφθονα ποιητικά στοιχεῖα. Οἱ ζωηρές περιγραφές, οἱ χτυπητές εἰκόνες, τό πλῆθος τῶν παραδειγμάτων, οἱ πετυχημένοι συμβολισμοί καί ἡ ζωντανή καί συνάμα ἁπλή γλώσσα σέ συνδυασμό καί μέ τήν κατανυκτική ψαλμωδία προσδίδουν μιά ξεχωριστή ὀμορφιά καί χάρη στό ποίημα καί αἰχμαλωτίζουν τό ἐνδιαφέρον τοῦ ἀκροατῆ ἤ καί τοῦ ἀναγνώστη.
Πιό συγκεκριμένα γιά τά ποιητικά στοιχεῖα του παρατηροῦμε·
Ὁ ἅγιος Ἀνδρέας τηρεῖ προσεκτικά τήν ἰσοσυλλαβία καί τήν ὁμοτονία μεταξύ εἱρμῶν καί τροπαρίων. Σπάνια πολύ διασπᾶται ἀπό δυσκολία τοῦ ποιητῆ νά εὕρει τήν κατάλληλη λέξη ἤ ἀπό σφάλματα τῶν ἀντιγραφέων. Συχνά συναντοῦμε τήν ὁμοιοκαταληξία, συχνότερα τήν παρήχηση καί ὄχι σπάνια τήν ἐπωδό. Ἡ χρήση ἐρωτήσεων καί ἡ εἰσαγωγή διαλόγων, στήν ὁποία καταφεύγει συχνά ὁ ποιητής, προσδίδει στόν Κανόνα ἔντονη δραματικότητα.
Τό ὕφος τοῦ Κανόνος εἶναι ἰδιαίτερα ζωηρό καί ἐξωραϊσμένο. Τή ζωηρότητα δημιουργεῖ ἡ χρήση τοῦ κλιμακωτοῦ καί ἀσύνδετου σχήματος καί οἱ δυνατές ἀντιθέσεις σέ λέξεις καί ἔννοιες. Τή χάρη καί τήν ὀμορφιά ἐξασφαλίζουν οἱ ποιητικές εἰκόνες, οἱ παρομοιώσεις, τά ἐντυπωσιακά ἐπίθετα πού ἀφθονοῦν καί οἱ ὡραῖες σπάνιες λέξεις πού χρησιμοποιεῖ.
Βιβλικά πρόσωπα σκιαγραφοῦνται μέ δύναμη καί χάρη καί ἱστορικά γεγονότα περιγράφονται μέ θαυμαστή παραστατικότητα καί ἐξαιρετική πυκνότητα. Δέν λείπουν βέβαια καί οἱ ἐπαναλήψεις, πού σέ πολλές περιπτώσεις εἶναι μονότονες καί κουραστικές, ὅπως καί μιά κάποια στερεοτυπία στή δόμηση τοῦ τροπαρίου, σύμφωνα μέ τήν ὁποία τό πρῶτο μέρος περιέχει τό παράδειγμα ἀπό τήν Ἁγία Γραφή καί τό δεύτερο τίς ἠθικές προεκτάσεις γιά μίμηση ἤ ἀποφυγή. ῞Ομως παρά τίς ἀτέλειές του αὐτές ὁ Μέγας Κανών εἶναι ἕνα ἰδιαίτερα κατανυκτικό λειτουργικό ποίημα, καρπός βαθιᾶς πνευματικῆς ἐμπειρίας καί δημιούργημα σπάνιας ποιητικῆς τέχνης.
Τελειώνοντας τή μικρή τούτη Εἰσαγωγή, νομίζουμε πώς ἐπιβάλλεται νά κάνουμε καί τήν ἀκόλουθη διευκρίνιση· Ὁ ἅγιος Ἀνδρέας ὁμιλεῖ σέ πρῶτο πρόσωπο. Περιγράφει μέ τά μελανότερα χρώματα τήν ψυχική του κατάσταση. Ἀποδίδει στόν ἑαυτό του εἰδεχθῆ ἐγκλήματα καί βαρύτατα ἁμαρτήματα. Διερμηνεύει ἄραγε τήν προσωπική του κατάσταση καί τόν τρόπο πού ἔζησε ἤ γιά λόγους διδακτικούς περιγράφει τήν κατάσταση γενικά τοῦ ἀνθρώπου τῆς ἁμαρτίας; Ἀσφαλῶς θά πρέπει νά δεχτοῦμε τό δεύτερο. Ὁ ἅγιος Ἀνδρέας ἀφιερώθηκε στόν Θεό ἀπ᾿ τά νεανικά του χρόνια. Ὁλόκληρη ἡ ζωή του ἀναλώθηκε στή διακονία τῆς Ἐκκλησίας. Ἑπομένως ἀποκλείεται νά ἔζησε μιά κάποια περίοδο τῆς ζωῆς του σέ ἀποστασία ἀπό τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ὑποταγμένος στήν ἁμαρτία. Ἁπλῶς μέ τήν ἐλευθερία πού ἔχει ὡς ποιητής καί τήν ταπείνωση πού τόν διακρίνει μᾶς παρουσιάζει τόν ἄνθρωπο τόν ὑποδουλωμένο στήν ἁμαρτία σ᾿ ὅλο τό βάθος καί τήν ἔκταση τῆς διαφθορᾶς του καί ἀκόμη τήν ἐναγώνια προσπάθειά του νά ἐπιστρέψει μέσα ἀπ᾿ τό ἐπίπονο μονοπάτι τῆς μετανοίας κοντά στόν Θεό. Καί τό κάνει χρησιμοποιώντας στόν λόγο του πρῶτο πρόσωπο καί μιλώντας σάν νά πρόκειται γιά τόν ἴδιο τόν ἑαυτό του.
Ὁ Μέγας Κανών εἶναι δημιούργημα ἐμπνευσμένου ποιητῆ μέ πλούσιο λυρισμό καί ἄφθονα ποιητικά στοιχεῖα. Οἱ ζωηρές περιγραφές, οἱ χτυπητές εἰκόνες, τό πλῆθος τῶν παραδειγμάτων, οἱ πετυχημένοι συμβολισμοί καί ἡ ζωντανή καί συνάμα ἁπλή γλώσσα σέ συνδυασμό καί μέ τήν κατανυκτική ψαλμωδία προσδίδουν μιά ξεχωριστή ὀμορφιά καί χάρη στό ποίημα καί αἰχμαλωτίζουν τό ἐνδιαφέρον τοῦ ἀκροατῆ ἤ καί τοῦ ἀναγνώστη.
Πιό συγκεκριμένα γιά τά ποιητικά στοιχεῖα του παρατηροῦμε·
Ὁ ἅγιος Ἀνδρέας τηρεῖ προσεκτικά τήν ἰσοσυλλαβία καί τήν ὁμοτονία μεταξύ εἱρμῶν καί τροπαρίων. Σπάνια πολύ διασπᾶται ἀπό δυσκολία τοῦ ποιητῆ νά εὕρει τήν κατάλληλη λέξη ἤ ἀπό σφάλματα τῶν ἀντιγραφέων. Συχνά συναντοῦμε τήν ὁμοιοκαταληξία, συχνότερα τήν παρήχηση καί ὄχι σπάνια τήν ἐπωδό. Ἡ χρήση ἐρωτήσεων καί ἡ εἰσαγωγή διαλόγων, στήν ὁποία καταφεύγει συχνά ὁ ποιητής, προσδίδει στόν Κανόνα ἔντονη δραματικότητα.
Τό ὕφος τοῦ Κανόνος εἶναι ἰδιαίτερα ζωηρό καί ἐξωραϊσμένο. Τή ζωηρότητα δημιουργεῖ ἡ χρήση τοῦ κλιμακωτοῦ καί ἀσύνδετου σχήματος καί οἱ δυνατές ἀντιθέσεις σέ λέξεις καί ἔννοιες. Τή χάρη καί τήν ὀμορφιά ἐξασφαλίζουν οἱ ποιητικές εἰκόνες, οἱ παρομοιώσεις, τά ἐντυπωσιακά ἐπίθετα πού ἀφθονοῦν καί οἱ ὡραῖες σπάνιες λέξεις πού χρησιμοποιεῖ.
Βιβλικά πρόσωπα σκιαγραφοῦνται μέ δύναμη καί χάρη καί ἱστορικά γεγονότα περιγράφονται μέ θαυμαστή παραστατικότητα καί ἐξαιρετική πυκνότητα. Δέν λείπουν βέβαια καί οἱ ἐπαναλήψεις, πού σέ πολλές περιπτώσεις εἶναι μονότονες καί κουραστικές, ὅπως καί μιά κάποια στερεοτυπία στή δόμηση τοῦ τροπαρίου, σύμφωνα μέ τήν ὁποία τό πρῶτο μέρος περιέχει τό παράδειγμα ἀπό τήν Ἁγία Γραφή καί τό δεύτερο τίς ἠθικές προεκτάσεις γιά μίμηση ἤ ἀποφυγή. ῞Ομως παρά τίς ἀτέλειές του αὐτές ὁ Μέγας Κανών εἶναι ἕνα ἰδιαίτερα κατανυκτικό λειτουργικό ποίημα, καρπός βαθιᾶς πνευματικῆς ἐμπειρίας καί δημιούργημα σπάνιας ποιητικῆς τέχνης.
Τελειώνοντας τή μικρή τούτη Εἰσαγωγή, νομίζουμε πώς ἐπιβάλλεται νά κάνουμε καί τήν ἀκόλουθη διευκρίνιση· Ὁ ἅγιος Ἀνδρέας ὁμιλεῖ σέ πρῶτο πρόσωπο. Περιγράφει μέ τά μελανότερα χρώματα τήν ψυχική του κατάσταση. Ἀποδίδει στόν ἑαυτό του εἰδεχθῆ ἐγκλήματα καί βαρύτατα ἁμαρτήματα. Διερμηνεύει ἄραγε τήν προσωπική του κατάσταση καί τόν τρόπο πού ἔζησε ἤ γιά λόγους διδακτικούς περιγράφει τήν κατάσταση γενικά τοῦ ἀνθρώπου τῆς ἁμαρτίας; Ἀσφαλῶς θά πρέπει νά δεχτοῦμε τό δεύτερο. Ὁ ἅγιος Ἀνδρέας ἀφιερώθηκε στόν Θεό ἀπ᾿ τά νεανικά του χρόνια. Ὁλόκληρη ἡ ζωή του ἀναλώθηκε στή διακονία τῆς Ἐκκλησίας. Ἑπομένως ἀποκλείεται νά ἔζησε μιά κάποια περίοδο τῆς ζωῆς του σέ ἀποστασία ἀπό τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ὑποταγμένος στήν ἁμαρτία. Ἁπλῶς μέ τήν ἐλευθερία πού ἔχει ὡς ποιητής καί τήν ταπείνωση πού τόν διακρίνει μᾶς παρουσιάζει τόν ἄνθρωπο τόν ὑποδουλωμένο στήν ἁμαρτία σ᾿ ὅλο τό βάθος καί τήν ἔκταση τῆς διαφθορᾶς του καί ἀκόμη τήν ἐναγώνια προσπάθειά του νά ἐπιστρέψει μέσα ἀπ᾿ τό ἐπίπονο μονοπάτι τῆς μετανοίας κοντά στόν Θεό. Καί τό κάνει χρησιμοποιώντας στόν λόγο του πρῶτο πρόσωπο καί μιλώντας σάν νά πρόκειται γιά τόν ἴδιο τόν ἑαυτό του.
6. Βιβλιογραφία
Γιά τόν ἀναγνώστη πού θά ἤθελε μιά κάποια εὐρύτερη ἐνημέρωση γύρω ἀπό τή ζωή καί τό ἔργο τοῦ ἁγίου Ἀνδρέα σημειώνουμε ἐδῶ τίς πιό βασικές εἰδικές μελέτες, πού ὑπάρχουν στά ἑλληνικά καί πού εἴχαμε κι ἐμεῖς ὑπόψη μας.
1. Οἱ περισσότερες ἐκδεδομένες ὁμιλίες του καί ἀρκετοί ὕμνοι του βρίσκονται στή σειρά J.-Ρ. Migne, Patrologia Graeca 97, 805-1444.
2. «Βίος τοῦ ἐν ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Ἀνδρέου τοῦ ῾Ιεροσολυμίτου, ἀρχιεπισκόπου Κρήτης, συγγραφείς παρά Νικήτα τοῦ πανευφήμου πατρικίου καί κυέστορος». Ἐκδόθηκε ἀπό τόν Ἀθ. Παπαδόπουλο - Κεραμέα στά Ἀνάλεκτα ῾Ιεροσολυμιτικῆς Σταχυολογίας, τόμ. 5ος, Πετρούπολη 1898, σ. 169-179.
3. Μακαρίου τοῦ Μακρῆ, «Βίος τοῦ ἁγίου Ἀνδρέου, ἀρχιεπισκόπου Κρήτης, τοῦ ῾Ιεροσολυμίτου». Ἐκδόθηκε ἀπό τόν Βασίλειο Λαούρδα στά Κρητικά Χρονικά Ζ´ (1953), σ. 63-74. (Παράφρασή του βλέπε στό ἔργο τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, Νέον Ἐκλόγιον, Κωνσταντινούπολις 1863, σ. 151-155).
4. Εὐστρατιάδου Σωφρονίου, «Ἀνδρέας ὁ Κρήτης ὁ ῾Ιεροσολυμίτης», Νέα Σιών ΚΘ´ (1934), σ. 673-688 καί Λ´ (1935) σ. 3-10, 147-153, 209-217, 269-283, 321-342 καί 462.
5. Θέμελη Χρυσοστόμου (Μητροπολίτου Μεσσηνίας), «Ὁ Μέγας Κανών» (εἰσαγωγικά τινα), Διδαχή Α´ (1947), σ. 44-66.
6. Τοῦ ἴδιου, «Σχόλια εἰς τόν Μέγαν Κανόνα Ἀνδρέου Κρήτης», Ἁγιορειτική Βιβλιοθήκη ΙΣΤ´ (1951), σ. 46 - ΚΑ´ (1956), σ. 352. (Πολύ σημαντική καί κοπιώδης ἐργασία, ἡ ὁποία μᾶς βοήθησε οὐσιαστικά).
7. Λαούρδα Βασιλείου, «Ὁ ἅγιος Ἀνδρέας ὁ ἐν τῇ Κρίσει καί ἡ Κρήτη ἐπί εἰκονομαχίας», Κρητικά χρονικά Ε´ (1951), σ. 41-49.
8. Νέλλα Παναγιώτου, «Τά ἀνθρωπολογικά καί κοσμολογικά πλαίσια τῆς Ἀκολουθίας τοῦ Μεγάλου Κανόνα», Κοινωνικά ΚΑ´ (1978), σ. 21-29 καί 117-136, καθώς καί στή μελέτη του, Ζῶον θεούμενον, Προοπτικές γιά μιά ὀρθόδοξη κατανόηση τοῦ ἀνθρώπου, Ἐποπτεία, Ἀθήνα 1979, σ. 183-224.
9. Ξύδη Θεοδώρου, «Ἀνδρέας ὁ Κρήτης ὁ πρῶτος Κανονογράφος», Νέα Ἑστία ΜΕ´ (1949), σ. 292-298 καί στό ἔργο του Βυζαντινή ῾Υμνογραφία, Ἀθῆναι 1978, σ. 52-67.
10. Παπαδοπούλου - Κεραμέως Ἀ., «Ὁ Μέγας Κανών Ἀνδρέου τοῦ Κρήτης», Ἐκκλησιαστικός Φάρος Γ´ (1910), σ. 501-513.
11. Τωμαδάκη Νικολάου, «Ἀνδρέας ὁ Κρήτης», στή Θ.Η.Ε., τόμ. 2 (Ἀθῆναι 1963), στ. 674-693.
12. Χρήστου Παναγιώτου, «Ὁ Μέγας Κανών Ἀνδρέου τοῦ Κρήτης», Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ΛΓ´ (1950), σ. 217-222 καί 277-285, ΛΔ´ (1951) σ. 25-33 καί ΛΕ´ (1952), σ. 11-21 καί 86-96· καί Ἀνάτυπο, Θεσ/νίκη 1952 (μελέτη πολύ ἀξιόλογη).
Γιά τόν ἀναγνώστη πού θά ἤθελε μιά κάποια εὐρύτερη ἐνημέρωση γύρω ἀπό τή ζωή καί τό ἔργο τοῦ ἁγίου Ἀνδρέα σημειώνουμε ἐδῶ τίς πιό βασικές εἰδικές μελέτες, πού ὑπάρχουν στά ἑλληνικά καί πού εἴχαμε κι ἐμεῖς ὑπόψη μας.
1. Οἱ περισσότερες ἐκδεδομένες ὁμιλίες του καί ἀρκετοί ὕμνοι του βρίσκονται στή σειρά J.-Ρ. Migne, Patrologia Graeca 97, 805-1444.
2. «Βίος τοῦ ἐν ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Ἀνδρέου τοῦ ῾Ιεροσολυμίτου, ἀρχιεπισκόπου Κρήτης, συγγραφείς παρά Νικήτα τοῦ πανευφήμου πατρικίου καί κυέστορος». Ἐκδόθηκε ἀπό τόν Ἀθ. Παπαδόπουλο - Κεραμέα στά Ἀνάλεκτα ῾Ιεροσολυμιτικῆς Σταχυολογίας, τόμ. 5ος, Πετρούπολη 1898, σ. 169-179.
3. Μακαρίου τοῦ Μακρῆ, «Βίος τοῦ ἁγίου Ἀνδρέου, ἀρχιεπισκόπου Κρήτης, τοῦ ῾Ιεροσολυμίτου». Ἐκδόθηκε ἀπό τόν Βασίλειο Λαούρδα στά Κρητικά Χρονικά Ζ´ (1953), σ. 63-74. (Παράφρασή του βλέπε στό ἔργο τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, Νέον Ἐκλόγιον, Κωνσταντινούπολις 1863, σ. 151-155).
4. Εὐστρατιάδου Σωφρονίου, «Ἀνδρέας ὁ Κρήτης ὁ ῾Ιεροσολυμίτης», Νέα Σιών ΚΘ´ (1934), σ. 673-688 καί Λ´ (1935) σ. 3-10, 147-153, 209-217, 269-283, 321-342 καί 462.
5. Θέμελη Χρυσοστόμου (Μητροπολίτου Μεσσηνίας), «Ὁ Μέγας Κανών» (εἰσαγωγικά τινα), Διδαχή Α´ (1947), σ. 44-66.
6. Τοῦ ἴδιου, «Σχόλια εἰς τόν Μέγαν Κανόνα Ἀνδρέου Κρήτης», Ἁγιορειτική Βιβλιοθήκη ΙΣΤ´ (1951), σ. 46 - ΚΑ´ (1956), σ. 352. (Πολύ σημαντική καί κοπιώδης ἐργασία, ἡ ὁποία μᾶς βοήθησε οὐσιαστικά).
7. Λαούρδα Βασιλείου, «Ὁ ἅγιος Ἀνδρέας ὁ ἐν τῇ Κρίσει καί ἡ Κρήτη ἐπί εἰκονομαχίας», Κρητικά χρονικά Ε´ (1951), σ. 41-49.
8. Νέλλα Παναγιώτου, «Τά ἀνθρωπολογικά καί κοσμολογικά πλαίσια τῆς Ἀκολουθίας τοῦ Μεγάλου Κανόνα», Κοινωνικά ΚΑ´ (1978), σ. 21-29 καί 117-136, καθώς καί στή μελέτη του, Ζῶον θεούμενον, Προοπτικές γιά μιά ὀρθόδοξη κατανόηση τοῦ ἀνθρώπου, Ἐποπτεία, Ἀθήνα 1979, σ. 183-224.
9. Ξύδη Θεοδώρου, «Ἀνδρέας ὁ Κρήτης ὁ πρῶτος Κανονογράφος», Νέα Ἑστία ΜΕ´ (1949), σ. 292-298 καί στό ἔργο του Βυζαντινή ῾Υμνογραφία, Ἀθῆναι 1978, σ. 52-67.
10. Παπαδοπούλου - Κεραμέως Ἀ., «Ὁ Μέγας Κανών Ἀνδρέου τοῦ Κρήτης», Ἐκκλησιαστικός Φάρος Γ´ (1910), σ. 501-513.
11. Τωμαδάκη Νικολάου, «Ἀνδρέας ὁ Κρήτης», στή Θ.Η.Ε., τόμ. 2 (Ἀθῆναι 1963), στ. 674-693.
12. Χρήστου Παναγιώτου, «Ὁ Μέγας Κανών Ἀνδρέου τοῦ Κρήτης», Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ΛΓ´ (1950), σ. 217-222 καί 277-285, ΛΔ´ (1951) σ. 25-33 καί ΛΕ´ (1952), σ. 11-21 καί 86-96· καί Ἀνάτυπο, Θεσ/νίκη 1952 (μελέτη πολύ ἀξιόλογη).
[Ἀπό τό βιβλίο: Μητρ. Νέας Σμύρνης Συμεών, Ἀδαμιαῖος θρῆνος. Ὁ Μέγας Κανών Ἀνδρέου τοῦ Κρήτης. Εἰσαγωγή - κείμενο - μετάφραση - σχόλια, 4η ἔκδ. (Ἀθήνα: Ἀποστολική Διακονία, 2009), 32-40].
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου