Α'. 'Εννοια και Θεολογία του Μαρτυρίου.
α. Έννοια: Κατά τους τρεις πρώτους αιώνες oι Μάρτυρες αποτελούσαν τους "Χριστοφόρους" Ήρωες του πληρώματος της Εκκλησίας. Το βαθύτερο νόημα του μαρτυρίου τους ήταν για τους πρώτους Χριστιανούς η ύψιστη υπαρξιακή τεκμηρίωση της πίστεως και της ζωής τους. Το μαρτύριο δεν ήταν μόνο μια δημόσια ομολογία (μαρτυρία) της πίστεώς τους, αλλά και έμπρακτα -με το διωγμό και το μαρτυρικό τους θάνατο- αποδείκνυαν ότι αποτελούσαν τους πλέον αληθινούς μαθητές του Χριστού. Ακολουθούσαν πιστά το παράδειγμα του Κυρίου και θεωρούσαν ιδιαίτερη τιμή να μιμηθούν το Πάθος του Αρχηγού της Πίστεώς τους. Με το πάθος τους αναδεικνύονται άξιοι αθλητές των εντολών του Κυρίου, καλοί και αφοσιωμένοι στρατιώτες του Βασιλέα Χριστού, για τον Οποίο ευχαρίστως προσέφεραν ό,τι είχαν, τη ζωή τους! Ως συνέπεια του "καλού αγώνος" τους, της υπέρτατης θυσίας τους, πίστευαν ακράδαντα ότι θα συναντήσουν τον Κύριό τους, ο οποίος ως δίκαιος "αγωνοθέτης" θα τους στεφανώσει με "τον στέφανον της δικαιοσύνης". Αυτή ήταν η μέγιστη τιμή των Μαρτύρων της Χριστιανικής Πίστεως, oι οποίοι -ορμώμενοι από έμπρακτη αγάπη και μαρτυρικό ενθουσιασμό- θεωρούσαν ως μέγα "κέρδος... το αποθανείν υπέρ του Χριστού".
Γνωστός είναι ο συσχετισμός μεταξύ των ηρώων-αθλητών και των χριστιανών Μαρτύρων. Πατέρες και εκκλησιαστικοί συγγραφείς (των τεσσάρων πρώτων αιώνων, αλλά και μετέπειτα) αναφέρονται στο συσχετισμό μάρτυρα-άθλητή (ήρωα). Έτσι π.χ. ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, αναφερόμενος στον όσιο και φιλόσοφο Ήρωνα, λέγει: «Δεύρο μοι στήθι των ιερών πλησίον και της μυστικής ταύτης τραπέζης καμού του διά τούτων μυσταγωγούντος την θέωσιν, oις σε προσάγειλόγος και βίος και η διά του παθείν κάθαρσις. Δεύρο σε αναδύσω τοις ημετέροις στεφάνοις και ανακηρύξω λαμπρά τη φωνή, ουκ εν Ολυμπία μέση ουδέν εν θεάτρω, μικρώ της Ελλάδος, ουδέ ηγωνισμένου παγκράτιον, ή πυγμήν ή δίαυλον, ή τι των μικρών αγωνισμάτων και επί μικροίς τοις άθλοις, ουδέ εις τιμήν ηρώων τινος ή δαιμόνων,... αλλ' έναντίον (=ενώπιον) Θεού και αγγέλων και παντός του της Εκκλησίας πληρώματος» (βλέπε Ε.Π.Ε., τόμος 3ος, σ. 252-255). Επίσης, ο Μέγας Βασίλειος σε κάποια ομιλία του (που ίσως είναι νόθος), επιγραφομένη "Εις Βαρλαάμ τον Μάρτυρα", περιγράφει παραστατικότατα το μαρτύριο του Βαρλαάμ, τονίζοντας παράλληλα την επιβράβευση και το στεφάνωμά του από τον "αγωνοθέτη" Χριστό. Βλέπε σχετικά Mignε, P.G., τόμος 3lος, στ. 489. Πρβλ. και Στ .Παπαδοπούλου, Πατρολογία, τόμος Β', Αθήνα 1990, σ.400.
Αξιοπρόσεκτον είναι εν προκειμένω ότι: η εικόνα της επιβράβευσης- στεφανώματος του μάρτυρα από τον "αγωνοθέτη" Χριστό, ως αναφέρεται σε πολλά σημεία της Εκκλ.Γραμματείας, "πέρασε" και αισθητοποιήθηκε και στη Χριστιανική Τέχνη, και μάλιστα στην παλαιοχριστιανική Ζωγραφική και Γλυπτική. Με την πάροδο του χρόνου "η στέψις..." επικράτησε ως προσφιλέστατο εικονογραφικό θέμα, για το οποίο αξίζει να αφιερωθεί ειδική μονογραφία (βλέπε εικόνες παλαιοχριστιανικών ψηφιδωτών και γλυπτών, καθώς και βυζαντινών τοιχογραφιών κ.λπ.).
β. Θεολογία: Στην αρχαία Εκκλησία, ήδη από το 2ο αιώνα, ήταν διαμορφωμένη η λεγόμενη "Θεολογία του Μαρτυρίου", όπως αποδεικνύεται στο περίφημο κείμενο του μαρτυρίου του Αγίου Πολυκάρπου. Έτσι, σύμφωνα με το τόσο περιεκτικό αυτό κείμενο, το μαρτύριο αποτελεί μίμηση του Πάθους του Κυρίου, του πρώτου των μαρτύρων, του "Αρχιμάρτυρος" Χριστού. Oι πρώτοι μιμητές του Πάθους του Κυρίου υπήρξαν oι Απόστολοι, oι οποίοι ορθώς χαρακτηρίζονται ως oι κατ' εξοχήν Μάρτυρες. Κατ' επέκταση, στενότατη ήταν η σχέση των μαρτύρων με τον Αρχιμάρτυρα Χριστό, όχι μόνον επειδή "κοινωνούν τοις του Χριστού παθήμασιν", αλλά και επειδή υπήρχε ακράδαντη η πίστη, ότι "πας ο υπέρ της Χριστού δόξης παθών, την κοινωνίαν αεί έχει μετά του ζώντος Θεού". Διάχυτη επίσης ήταν η πίστη ότι ο Κύριος παρευρίσκεται κατά την ώρα των παθών του μάρτυρα και τον ενισχύει στον αγώνα του, ενώ ο μάρτυρας αισθάνεται να πληρούται από θείο Πνεύμα, δηλαδή από τη θεία Χάρη. Έτσι oι Μάρτυρες θεωρούνται ως oι κατ' εξοχήν "χριστοφόροι, θεοφόροι, πνευματοφόροι". Κατά την ώρα του μαρτυρίου, οι λόγοι τους επιστεύετο ότι ήταν λόγοι του Αγίου Πνεύματος -που μιλούσε μέσω αυτών- ήταν λόγοι ιεροί και αποκαλυπτικοί. Η μεγάλη σημασία του μαρτυρίου επεκτείνεται και στους άλλους πιστούς Χριστιανούς (ακόμη και στους εθνικούς!), διά μέσου του λαμπρού παραδείγματος και του πνευματοφόρου κηρύγματος του μάρτυρα.
Ευνόητη είναι η θεολογικο-εκκλησιαστική σπουδαιότητα του Μαρτυρίου, αφού αποτελεί δύναμη ενθουσιαστική, στερεωτική, θεμελιωτική, και μάλιστα μυστηριακή. Η τοπική Εκκλησία θεμελιούται, αναπτύσσεται και ευδοκιμεί διά του αίματος και της θυσίας των μαρτύρων. Σύμφωνα μάλιστα με το "Μαρτύριον των εν Λουγδούνω μαρτυρησάντων", ως αναφέρει ο ιστορικός Ευσέβιος (V, 1,29), "ο Χριστός θριαμβεύει εν τοις μάρτυσιν Αυτού". Αξιοπρόσεκτο μάλιστα είναι εν προκειμένω ότι oι κατά τόπους Εκκλησίες ή oι Χριστιανικές κοινότητες αντήλλασσαν μεταξύ τους αφηγήσεις και περιγραφές των άθλων των Μαρτύρων τους, για να δείξουν τη ζωντανή πίστη και τον ηρωϊσμό των μελών τους, που αποτελούσαν τη χαρά και το καύχημά τους, τα πλέον χαρακτηριστικά ζωντανά παραδείγματα Πίστεως και Αρετής.
Αθήνα 1994, ιδιωτική έκδοση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου