«Ο
άγιος Ονήσιμος ήταν δούλος του Φιλήμονος, Ρωμαίου άνδρα, προς τον
οποίον γράφει ο άγιος απόστολος Παύλος (την ομώνυμη επιστολή της Καινής
Διαθήκης, την Προς Φιλήμονα). Έγινε μαθητής ο Ονήσιμος του Παύλου, (όταν
είχε δραπετεύσει από τον κύριό του τον Φιλήμονα και κατέφυγε στη Ρώμη,
όπου και γνώρισε τον απόστολο Παύλο που ήταν υπό περιορισμό μέχρι να
δικαστεί από τον Καίσαρα), και τον διακόνησε. Μετά την τελείωση του
αποστόλου, συνελήφθη και ο ίδιος και οδηγήθηκε στον Τέρτυλο, τον έπαρχο
της χώρας, και από αυτόν εστάλη στα Ποτίολα. Όταν πήγε και ο Τέρτυλος
εκεί, βρήκε τον Ονήσιμο να επιμένει στην πίστη του Χριστού, οπότε
διέταξε πρώτον να τον κτυπήσουν σφοδρά με ράβδους κι έπειτα να του
σπάσουν τα σκέλη. Με τον τρόπο αυτό μεταστάθηκε από την πρόσκαιρη αυτή
ζωή».
Ο
απόστολος Ονήσιμος είναι μία ακόμη περίπτωση ανθρώπου που δέχτηκε στη
ζωή του την παντοδύναμη ενέργεια της θείας χάρης και μεταστράφηκε: από
σκληρός και δύστροπος δούλος έγινε απόστολος του Χριστού. Από άνθρωπος
δηλαδή που λόγω της καταπίεσης που αισθανόταν έτρεφε αρνητικά
συναισθήματα για τον κόσμο, έγινε άνθρωπος που τέθηκε στην υπηρεσία εν
αγάπη των συνανθρώπων του, δίνοντας και τη ζωή του στο τέλος προς χάρη
του Χριστού. Κι αυτό σημαίνει βεβαίως ότι για να βρεθεί στο σημείο να
δεχτεί τον λόγο του ευαγγελίου, διατηρούσε μέσα του καλά στοιχεία,
υπήρχε δηλαδή στην ψυχή του κάποια αναζήτηση της αλήθειας. Και μοιάζει
κατά τούτο με τον πνευματικό του πατέρα, τον άγιο απόστολο Παύλο, ο
οποίος και αυτός από διώκτης της χριστιανικής πίστεως έγινε ο
σπουδαιότερος κήρυκας και θεολόγος αυτής. Τα σχετικά με τον άγιο Ονήσιμο
βλέπουμε και μέσα στην Καινή Διαθήκη, στη γνωστή επιστολή «Προς
Φιλήμονα» του αποστόλου Παύλου. Μία πολύ μικρή επιστολή πράγματι, αλλά
με σπουδαιότατες αλήθειες, ειδικά στο πώς πρέπει να βλέπει κανείς τον
συνάνθρωπό του, και μάλιστα τον αναγεννημένο εν τη πίστει, σαν τον
Ονήσιμο. Να θυμίσουμε ότι ο απόστολος, αφού είχε δεχτεί τον δραπέτη
δούλο Ονήσιμο και με τη χάρη του Θεού τον μετέστρεψε στην πίστη, τον
έστειλε και πάλι πίσω στον κύριό του Φιλήμονα, αλλά με την παρατήρηση: «στον
στέλνω πίσω, όχι πια ως δούλο, αλλά ως αδελφό. Να τον δεχτείς λοιπόν
και παραπάνω από αδελφό. Να τον δεχτείς σαν εμένα, σαν τον ίδιο τον
Κύριο. Είναι τα σπλάχνα μου».
Ο
άγιος Θεοφάνης, ο υμνογράφος και πάλι του σημερινού αγίου, τονίζει πολύ
την ιδιαίτερη σχέση του Ονησίμου με τον απόστολο Παύλο. Προβάλλει
επανειλημμένως στους ύμνους του κανόνα του ότι ο Ονήσιμος φωτίστηκε από
τον πνευματικό ήλιο Παύλο και έτσι ξέφυγε από το σκοτάδι της άγνοιας που
βρισκόταν, όπως βεβαίως ότι το φως αυτό του ευαγγελίου του Παύλου τον
απελευθέρωσε πραγματικά από τα δεσμά της δουλείας. «Καταφωτίστηκες από
τις ακτινοβόλες λαμπηδόνες του Παύλου, ένδοξε, κι έτσι διέφυγες από το
σκοτάδι της άγνοιας εύκολα» («Ακτινοβόλοις του Παύλου καταυγασθείς λαμπηδόσιν, ένδοξε, της αγνοίας την αχλύν ευχερώς διέφυγες») (ωδή α΄)∙ «Ο
δέσμιος Παύλος σε έλυσε από τη δουλεία της πλάνης, κι αφού τιμήθηκες
από την ελευθερία της χάρης κι έγινες Υιός του Θεού, αναδείχτηκες
κληρονόμος του Θεού» («Ελύθης Παύλου τοις δεσμοίς εκ δουλείας της
πλάνης, και τη ελευθερία της χάριτος τιμηθείς, Υιός Θεού γεγονώς,
κληρονόμος θείος αναδέδειξαι») (ωδή γ΄).
Ο
υμνογράφος βεβαίως, ναι μεν τονίζει την πνευματική σχέση του Ονησίμου
με τον απόστολο Παύλο, αλλά δεν ξεχνά να μας πει ότι η σχέση αυτή στην
πραγματικότητα είναι σχέση του Ονησίμου με τον Χριστό. Ο άγιος Παύλος
δηλαδή λειτουργούσε ως όργανο του Χριστού και προς τον Χριστό κατηύθυνε
τους πάντες: ό,τι άλλωστε ήταν το διαρκές κήρυγμά του. «Ο Κύριος που θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι –
θα πει ο Θεοφάνης στην δ΄ ωδή του κανόνα – σε έκανε από δούλο ιερουργό
Του, μακάριε και θεοφάντορα Ονήσιμε, ώστε να ιερουργείς το σεπτό
Ευαγγέλιο» («Ο θέλων άπαντας σωθήναι Κύριος, εκ ζυγού σε δουλείας
ιερουργόν, μάκαρ, προχειρίζεται, ιερουργούντα το σεπτόν, θεοφάντορ,
Ευαγγέλιον»). Η ανάδειξη αυτή του Ονησίμου σε ιερέα και ιερουργό του
Ευαγγελίου σημαίνει στην πραγματικότητα, κατά τον υμνογράφο, ανάδειξή
του σε ναό του Θεού, θεμελιωμένο στο άγιον Πνεύμα. Με άλλα λόγια, αυτός
που θα γνωρίσει τον Χριστό, θα οδηγηθεί στο ανώτερο δυνατό σημείο που
μπορεί να φτάσει ποτέ άνθρωπος: να γίνει και αυτός υιός Θεού,
κατοικητήριο Εκείνου, έχοντας μέσα του το ίδιο το φως της θείας χάρης.
«Δείχτηκες πανευπρεπής ναός, που είχες μέσα σου σα λυχνάρι το φως της
θείας χάρης και που ήσουν θεμελιωμένος στο οικοδόμημα του Θείου
Πνεύματος, μακάριε Ονήσιμε» («Ναός εδείχθης πανευπρεπής, ένδον
κεκτημένος ως λυχνίαν το φέγγος της θείας χάριτος, τη οικοδομία του
Θείου Πνεύματος τεθεμελιωμένος, μάκαρ Ονήσιμε») (ωδή ε΄).
Είναι περιττό και να σημειώσουμε ότι οι ύμνοι της Εκκλησίας μας, εξ αφορμής του αγίου Ονησίμου: του φυγάδα δούλου, όπως είπαμε, που απελευθερώθηκε όμως εν Χριστώ, γενόμενος δούλος πια Εκείνου, επισημαίνουν τη βασικότατη αυτή αλήθεια. Ότι δηλαδή τότε γίνεται κανείς αληθινά ελεύθερος, όταν όχι απλώς δραπετεύσει από κάποια επίγεια δεσμά, αλλά όταν μπορέσει να απελευθερωθεί από τα πραγματικά δεσμά των παθών της κακίας του και του αρχεκάκου διαβόλου. Κι αυτό σημαίνει ότι μπορεί κανείς να είναι εξωτερικά ελεύθερος και να είναι όντως μέσα του δούλος, όπως και να είναι κανείς δούλος εξωτερικά, και να είναι αληθινά μέσα του ελεύθερος. Κι αιτία γι’ αυτό είναι ασφαλώς το γεγονός ότι η αληθινή ελευθερία βρίσκεται εκεί που υπάρχει η πηγή της, το Πνεύμα του Θεού. Όπως το σημειώνει και ο απόστολος: «Ου το Πνεύμα Κυρίου, εκεί ελευθερία». Συνεπώς, για να γίνει κανείς ελεύθερος πρέπει να γίνει δούλος του Θεού. Μόνον όποιος υποτάσσεται και «δουλώνεται» στον Κύριο, απελευθερώνεται ουσιαστικά. Κι επειδή ο Κύριος δεν θέλει δούλους, αυτούς που δουλώνονται σ’ Αυτόν, Τον υπακούουν δηλαδή, τους εξυψώνει σε υιούς Του. Ο άγιος Θεοφάνης είναι σαφής. Πέραν των παραπάνω μνημονευθέντων ύμνων του και ο επόμενος κινείται στην ίδια βάση: «Απαλλάχτηκες από τη δουλεία της πλάνης και φάνηκες απελεύθερος του Θεού, γινόμενος με τη χάρη Του γνήσιος δούλος Αυτού» («Εκ δουλείας της πλάνης απαλλαγείς απελεύθερος ώφθης εν τω Θεώ, αυτού δούλος γνήσιος χρηματίσας εν χάριτι») (κάθισμα όρθρου).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου