Εγώ πάντοτε είχα μεγάλο σεβασμό και αγάπη προς τους μοναχούς.
Αισθάνομαι πάντοτε πολύ καλά όταν βρίσκομαι μεταξύ τους. Στην αρχή
μάλιστα της ζωής μου δυσκολεύθηκα ποιό δρόμο να ακολουθήσω. Κατέληξα
και απεφάσισα να ζήσω το δρόμο που βρίσκεται πολύ κοντά στους μοναχούς.
Μπορώ να πω ότι αισθάνθηκα τη χαρά και τον πόνο τους. Επεδίωξα πάντοτε
να ακούσω και να νοιώσω τους μοναχούς και προσπάθησα να εκφράσω τα
ιδανικά του μοναχισμού, που είναι συγχρόνως και η κορυφή της
πνευματικότητος.
Καθώς λέγει ο μεγάλος στοχαστής Ευδοκίμωφ, κάθε χριστιανός είναι, κατά κάποιον τρόπο, ως προς τις αναζητήσεις του, μοναχός. Δεν υπάρχουν δυο πνευματικότητες στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Η πνευματικότης είναι μία, αλλά πραγματοποιείται σε διαφορετικά επίπεδα.
Θα προσπαθήσω να σας μιλήσω λίγο για το περιεχόμενο της μοναχικής ζωής.
1. Ένας φιλόσοφος κάποιας χώρας έγραψε στο γιο του που έγινε μοναχός: «Γιατί, παιδί μου, μίσησες τον κόσμο με τη γλυκύτητά του κι’ διάλεξες μια ζωή θλίψεως;»
Ο φιλόσοφος είχε δίκιο· αλλά μόνον ως προς την επιφάνεια. Άφησε τον εαυτό του να ξεγελασθεί από την επιφανειακή και παροδική μόνο χαρά και γλυκύτητα που προσφέρει ο κόσμος. Δεν διέκρινε ότι μετά από αυτή τη φαινομενική γλυκύτητα και χαρά έρχεται η δουλεία, η θλίψη, το κενό και η έλλειψη νοήματος. Δεν του ήταν γνωστό ότι οφείλομε να σταυρώσομε αυτές τις επιφανειακές και παροδικές χαρές και γλυκύτητες για να βρούμε μια πιο βαθειά χαρά. Τη χαρά της συναντήσεως και της διαρκούς συνυπάρξεως μετά του Χριστού, του Θεού μας. Αύτη η συνάντηση δίνει στον κόσμο μια βαθύτερη ομορφιά, μια αληθινή αίσθηση, που προξενεί στο μοναχό μιαν αγνή και δυνατή χαρά.
Η χαρά αυτής της συναντήσεως και της κοινωνίας μετά του Θεού έχει για το μοναχό, και ακριβέστερα για τη μοναχή, τον χαρακτήρα της χαράς μιας νύμφης. Αλλά είναι πολύ πιο βαθειά και πολύ πιο αγνή από εκείνη της κοσμικής νύμφης. Και για μια ευτυχισμένη νύμφη το παν λάμπει από ομορφιά.
2. Γι’ αυτό ο μοναχός δεν μισεί τον κόσμο, αλλά τον βλέπει μέσα σε μια προοπτική μεταμορφωμένης ομορφιάς μέσα στην αιωνιότητα. Και δι’ αυτής δίδει στον κόσμο μια αξία άφθαρτη και απείρως βαθειά και έτσι τον αποκαλύπτει στους άλλους ανθρώπους.
Ο κόσμος είναι θλιβερός και ακάθαρτος για τον άνθρωπο, που δεν γνωρίζει παρά τη γήινη μορφή της ζωής. Οι άνθρωποι είναι θλιμμένοι, κυρίως σήμερα, έστω κι’ αν ζητούν να διασκεδάζουν τον περισσότερο καιρό σ’ ένα επίπεδο χαμηλό. Είναι σαν τους ανθρώπους που γελούν για επιφανειακά και ασήμαντα πράγματα, κι’ έπειτα διερωτώνται· γιατί γελάσαμε; Γιατί πέσαμε τόσο χαμηλά γελώντας για το τίποτε; Γελάσαμε σαν τους τρελούς χωρίς αίτια ή για να λησμονήσομε τα αγκάθια των φροντίδων που υπάρχουν, για να λησμονήσομε την πραγματικότητα.
Έχομε μια χαρά της ζωής και του κόσμου, όταν με όλες τις πράξεις μας αποκαλύπτομε και βεβαιώνομε την αιώνια αξία αυτής της ζωής και αυτού του κόσμου. Όταν γνωρίζω, ότι, εργαζόμενος για να κάνω το καλό, απαρνούμενος δι’ ενός σταυρού τις εγωιστικές και παροδικές ευχαριστήσεις μου, θα συναντήσω το καλό αυτό στην αιωνιότητα, είμαι χαρούμενος. Και ο μοναχός βεβαιώνει ότι πρέπει να κάνει μέσα στον κόσμο το καλό για την αιώνια αξία που έχει και δι’ αυτού δίδει τη ζωή μέσα στον κόσμο και στον κόσμο την αιωνία άξια με το πέρασμα του από το ένα στο άλλο. Και δίνει με αυτόν τον τρόπον και με το παράδειγμά του στους άλλους ανθρώπους τον ερεθισμό να περάσουν το κενό, την έλλειψη νοήματος ενός επιφανειακού κόσμου, βοηθώντας τους να δώσουν στον κόσμο αυτό μια αληθινή αξία.
Αλλά γι’ αυτά πρέπει να σταυρώσωμε τον κόσμο και τον εαυτό μας. Μόνον έτσι τον ανυψώνομε προκαταβολικά στην αιωνιότητα από την κατάσταση στην οποία τώρα βρίσκεται. «Εκείνος που θέλει να κερδίσει τη ψυχή του πρέπει να τη θυσιάσει για μένα και το Ευαγγέλιο μου» είπε ο Κύριός μας. Ο μοναχός είναι ο άνθρωπος που πραγματοποιεί τούτο. Είναι ο άνθρωπος, που, άπαξ και βρήκε ένα θησαυρό κρυμμένο σε κάποιο χωράφι, πωλεί όλα τα αγαθά του, για να αγοράσει το χωράφι με το θησαυρό. Αυτός ο θησαυρός ο ανεκτίμητα πολύτιμος, είναι ο Θεός και το χωράφι είναι η μοναχική ζωή, που επιφανειακά δεν δίδει την εντύπωση ότι έχει μια μεγάλη αξία, αλλά ή οποία κρύβει τον αιώνιο θησαυρό.
Ιδού ο σταυρός και ιδού η χαρά που έρχεται μετά από αυτόν. Καλλίτερα, μπορεί να πει κανείς ότι η χαρά είναι κρυμμένη μέσα στο σταυρό. Στην επιφάνεια είναι ένας σταυρός και στο βάθος μια μεγάλη χαρά.
3. Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος χαρακτηρίζει τη ζωή των μοναχών, που είναι ταπεινή και χωρίς καμμιά εξωτερική αίγλη, ταυτόχρονα σκυθρωπή και λάμπουσα. Σκυθρωπή στην επιφάνεια, λάμπουσα στο βάθος. Σκυθρωπή στο να μη χαίρεται, να μην απολαμβάνει τις παροδικές και επιφανειακές χαρές. Λάμπουσα γιατί γι’ αυτό ακριβώς έχει και τότε τη χαρά, όταν δεν πέφτει χαμηλά, αλλά ζει στα ύψη, κοντά στο Θεό. Είναι κάτι σπουδαίο αυτή η χαρά μέσα στην απάρνηση των επιφανειακών χαρών, γιατί πολύ δύσκολα αρνούμεθα αυτές τις ευχαριστήσεις. Αυτή η απάρνηση συνοδεύεται πάντοτε από μια χαρά πολύ πιο μεγάλη.
Ένας μοναχός της Ρουμανίας έδωσε αμέσως ένα ωραίο ένδυμα που του χάρισαν, σ’ ένα φτωχό που συνάντησε μετά από λίγο. Τον ρώτησαν: Πού είναι, αδελφέ, το ένδυμα που σου έδωσαν; Ω! είναι πλέον στον παράδεισο και με περιμένει, απάντησε. Ιδού ο εξωτερικός σταυρός και η εσωτερική χαρά.
Από αυτό το παράδειγμα βλέπομε ότι ο μοναχός δεν μισεί τους ανθρώπους. Τους αγαπά εν Θεώ. Και γι’ αυτό τους δίνει μεγαλύτερη αξία. Έτσι οι μονάχοι βλέπουν τα πράγματα εν Θεώ και αποκαλύπτουν τις βαθύτερες αιτίες της υπάρξεώς τους.
Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος είπε: Στο πρόσωπο του κάθε άνθρωπου πρέπει να βλέπομε τον ίδιο τον Χριστό. Κάνοντας αυτό ταπεινώνομαι ενώπιον του. Έτσι δεν θα ταπεινώσω τον άλλον. Δεν θα ζητήσω τη χαμηλή και κατώτερη ευχαρίστηση που τον ταπεινώνει. Δεν θα φερθώ με εγωισμό και υπερηφάνεια ενώπιον του και δεν θα τον κάνω αντικείμενο ικανοποιήσεως των διεστραμμένων και εγωιστικών μου προθέσεων και επιθυμιών. Μ’ αυτόν τον τρόπο θα κερδίσω και εκείνον για τον Χριστό.
Με τον τρόπον αυτόν οι μοναχοί επιστρέφουν στο Θεό όλα τα πράγματα και τα πρόσωπα εξωραϊσμένα. Όλες οι δυνάμεις του μονάχου έχουν μεταστραφεί από την κατεύθυνση του εγωιστικού συμφέροντος προς την κατεύθυνση της εργασίας για την κοινότητα και κατά συνεπεια για τον Θεό, ή μάλλον για το όνομα του Θεού.
4. Εμείς οι χριστιανοί θεωρούμε τον κόσμο σαν ένα μεγάλο δώρο του Θεού. Αλλά το δώρο προσφέρεται από κάποιον για να κερδίσει την αγάπη, για να πραγματοποιήσει ένα διάλογο αγάπης μεταξύ αυτού και εκείνου στον οποίον το προσφέρει. Όταν όμως εκείνος προσκολλάται εξ ολοκλήρου στο δώρο και ξεχνά τον δωρητή, τότε δεν ανταποκρίνεται στην αγάπη του και ο διάλογος της αγάπης μεταξύ τους δεν πραγματοποιείται. Οφείλομε να λησμονήσομε και να υπερπηδήσομε με κάθε τρόπο το δώρο για να δούμε τον Θεό, τον Δωρητή. Οφείλομε να μεταχειριζόμαστε τα δώρα σαν να μην υπήρχαν, για να συναντήσομε τον Δωρητή. Ο Σταυρός είναι τοποθετημένος στο δώρο για να βλέπομε τον Δωρητή. Ο σταυρός κάνει τον κόσμο και μας τους ιδίους διαφανείς για να βλέπομε τον Θεό.
Διά του σταυρού οι μοναχοί έρχονται σε άμεση επικοινωνία με τον Θεό όπως οι άγγελοι. Είναι η πιο μεγάλη χαρά να επικοινωνείς μετά του Θεού ως προσώπου, παρά με όλα τα πράγματα. Χαίρω για το δώρο που μου προσφέρει ένας φίλος. Αλλά όταν έλθει ο φίλος, λησμονώ το δώρο. Ο Θεός είναι απείρως περισσότερο ανεκτίμητος από τα δώρα. Μέσα στη ζωή των μοναχών έρχεται ο Θεός ο ίδιος, γιατί εκείνοι ξεχνούν τα πράγματα του κόσμου, για να δουν εν συνεχεία τον Θεό.
Όταν μένομε προσκολλημένοι στο δώρο, τότε ο Θεός μπορεί να μας το στερήσει, για να μας κάνει να δούμε αυτόν τον ίδιον. Έτσι έκανε με τον Ιώβ. Για να δείξει στον σατανά ότι ο Ιώβ αγαπά τον Θεό όχι χάριν των δώρων, αλλά για τον ίδιο τον Θεό. Κι’ όταν οι φίλοι του Ιώβ και αύτη η γυναίκα του ακόμη τον κατηγορούσαν και του έλεγαν να πει λόγο βλάσφημο κατά του Θεού, για τα δώρα που του στέρησε, εκείνος έλεγε: Πώς να το κάμω αυτό; Ο Κύριος μου τα έδωσε, ο Κύριος μου τα παίρνει.
Αυτή η απάρνηση των πραγμάτων εξ αιτίας της προτιμήσεως του Θεού είναι ένας σταυρός. Τούτο δείχνει πλήρη συναίσθηση της παρουσίας του Θεού. Είναι η σταύρωσις του κόσμου εν εμοί «Εμοί κόσμος εσταύρωται καγώ τω κόσμω» (Γαλ. 6,14), όπως λέγει ο απ. Παύλος. Είναι το να σταυρώσω τον εαυτό μου ως πρός τις ευχαριστήσεις, παρά να κερδίσω τον κόσμο όλο, θεωρούμενον καθ’ εαυτόν, ανεξάρτητο δηλ. από τον Θεό. Είναι η νέκρωση των κατά κόσμον ορέξεων μου, που με προσηλώνουν στην επιφανειακή και παροδική θέα του κόσμου και όχι στη διαφάνεια του κόσμου.
Πρέπει να πιστέψω απόλυτα στην επιφάνεια του κόσμου για να δοθώ μ’ ένα τυφλό πάθος στις ευχαριστήσεις που μου προσφέρει. Αλλά αυτό είναι μία απάτη που περνά γρήγορα για να αφήσει πίσω της μόνο τη θλίψη.
5. Η σταύρωση της κλίσεως προς τις απολαύσεις είναι επίσης ένα μέσο για να αποφευχθούν οι άλλοι σταυροί, που οδηγούν στην απελπισία. Οι σταυροί εκείνων, που, χάνοντας τον κόσμο χωρίς τη θέλησή τους, πιστεύουν ότι δεν υπάρχει πλέον τίποτε παρά μόνο το μηδέν.
Δεν υπάρχει ύπαρξη χωρίς σταυρό μέσα στη γήινη και παροδική ζωή. Αλλά ενώ ο σταυρός εκείνων που πιστεύουν στον Θεό, κάνει τον Θεό ορατό διά των πραγμάτων σαν μια πολύ μεγάλη αιτία χαράς, ο σταυρός εκείνων που είναι προσκολλημένοι με τρόπο αποκλειστικό σ’ έναν αδιαφανή κόσμο, που θεωρείται μοναδικός, είναι μία απογοήτευση. Για εκείνον που πιστεύει αληθινά στον Θεό ο σταυρός είναι διαφανής. Διά μέσου αυτού βλέπει τον Θεό. Για τους άλλους συμβαίνει το αντίθετο. Εκείνος που πιστεύει στα εγκόσμια πέφτει κάτω από το σταυρό και χάνεται.
Ένας πατέρας της Δύσεως της πατερικής εποχής, ο άγιος Αυγουστίνος είπε: Γνωρίζω τρεις σταυρούς: Ένα σταυρό που σώζει. Είναι ο σταυρός του Χριστού. Ένα σταυρό διά του οποίου σώζεται ο άνθρωπος. Είναι ο σταυρός του καλού ληστή, του εκ δεξιών του Χριστού σταυρωθέντος. Γνωρίζω κι ένα τρίτο σταυρό, που σε κάνει να χάνεσαι για την αιωνιότητα. Είναι ο σταυρός του εξ αριστερών του Χριστού σταυρωθέντος ληστή. Οι τύποι αυτών των ανθρώπων, των δύο ληστών, αντιπροσωπεύουν όλη την ανθρωπότητα. Ο σταυρός του ληστή του εκ δεξιών παίρνει μέσα του, παίρνει επάνω του το σταυρό του Χριστού και σώζεται. Ο σταυρός του αριστερού ληστή αντιπροσωπεύει τη μερίδα εκείνη των ανθρώπων, που δεν δέχονται το σταυρό του Χριστού και χάνονται. Γενικά όμως το σταυρό δεν μπορούμε να τον αποφύγομε κατ’ ουδένα τρόπο.
6. Η ζωή της προσευχής των μοναχών δείχνει ότι είναι μαζί με τον Θεό. Ένας θεολόγος ο π. Σμέμαν, είπε προσφάτως σ’ ένα Συνέδριο: «Η λειτουργία είναι η εμπειρία της εσχατολογίας, της βασιλείας του Θεού. Απ’ εδώ αρχίζει η χαρά μέσα στην Ορθόδοξη Λειτουργία. Γιατί ζούμε την οριστική συνάντηση με τον Θεό. Από εδώ πηγάζει η χαρά της ορθοδόξου Λειτουργίας, η χαρά της μοναχικής ζωής ιδιαίτερα».
Ένας αγγλικανός μοναχός με ερώτησε κάποτε όταν είχα δώσει μια ομιλία. «Πώς διαφυλάξατε την εμπειρία του μυστηρίου μέσα στην θεία λατρεία; Γιατί εμείς τη χάσαμε». Του απάντησα: Το μυστήριο είναι η εμπειρία της παρουσίας του Θεού.
Απ’ εδώ προέρχεται η χαρά των ορθοδόξων πιστών μέσα στη θεία Λειτουργία. Ξεπερνούν τις φιλονικίες τους και αισθάνονται πάλι ένα εν τω Θεώ, λησμονώντας τα μεταξύ τους λάθη. Ο μοναχός ζει πάντοτε σχεδόν διά της αδιάλειπτου προσευχής, αυτή την εμπειρία να είναι με τον Θεό.
Το μοναστήρι είναι το Θαβώρ. Ο μοναχός πραγματοποιεί μέσα σ’ αυτό την επιθυμία του Πέτρου: «καλόν έστιν ημάς ώδε είναι». Ας κάνομε τρεις σκηνές για να μένομε εδώ επάνω (Ματθ. 17,4). Το θείο φως ακτινοβολεί από το πρόσωπο του Χριστού. Οι μοναχοί έχουν ξεχάσει αυτόν τον κόσμο. Η αίσθηση της παρουσίας του Θεού αναπληρώνει τη θύμησή του. Και αυτό συμβαίνει, διότι με την προσευχή ξεπερνούν και αποθέτουν τις μέριμνες του κόσμου. Οι ησυχαστές έβλεπαν διά της προσευχής το θείο και άκτιστο φως ή το πρόσωπο του Χριστού μέσα στο Θείο φως.
Το πρόσωπο κάθε ανθρώπου, που βρίσκεται σε κοινωνία και ένωση μετά του Χριστού, ακτινοβολεί από φως. Πραγματικά η αληθινή ένωση δεν πραγματοποιείται παρά μόνον διά του Χριστού. Στο πρόσωπό του, αυτή η αίσθηση της παρουσίας του Θεού, είναι ήδη ένα φως. Είναι η πρώτη έννοια που παρουσιάσθηκε στον κόσμο. Και είναι η μεγαλύτερη χαρά. Η συνεχής αίσθηση της παρουσίας του Ιησού με την αγάπη του είναι ένα φως και μία ανέκφραστη και αναφαίρετη χαρά. Αλλά ανεβαίνει ο μοναχός στο Θαβώρ μέσα στην απαστράπτουσα λαμπρότητα του προσώπου του Χριστού, αφήνοντας κάτω τα πράγματα και τα φώτα του κόσμου. Ο Μωυσής ανέβηκε στο Σινά, αφήνοντας κάτω τα πράγματα του κόσμου, για να προσευχηθεί στον Θεό. Αυτή η εγκατάλειψη του κόσμου και των πραγμάτων του είναι ένας σταυρός, διότι δεν γίνεται εύκολα, ιδίως στην αρχή. Και ιδού γιατί η χαρά πηγάζει από την προσπάθεια του σταυρού. Και ιδού γιατί ο σταυρός είναι μία κλίμαξ την οποίαν ανεβαίνομε όταν πιστεύομε, όπως παρουσιάζεται πολλές φορές στις εικόνες που παρουσιάζουν το μοναχό να ανέρχεται επί της κλίμακος. Ιδού, λοιπόν γιατί δεν υπάρχει χαρά αληθινή χωρίς το σταυρό και ιδού γιατί δεν υπάρχει σταυρός απαρνήσεως χωρίς την βαθειά εσωτερική χαρά. Αυτός ο σταυρός διώχνει τον πέπλο, που καλύπτει τον κόσμο και διά του σταυρού βλέπομε το φως του προσώπου του Χριστού.
Κάθε καθαρή συνάντηση, κάθε επικοινωνία βαθειά με ένα πρόσωπο, φέρει το φως και τη ζωή. Αλλά αυτή η βαθειά και αληθινή κοινωνία με ένα πρόσωπο δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί παρά μόνον εν τω Θεώ. Και η πλέον πλήρης και αληθινή και φωτεινή κοινωνία είναι η κοινωνία με το πρόσωπο του Χριστού. Κι είναι ο σταυρός που μας χαρίζει αυτή τη θέα του προσώπου του. Διότι χωρίς να εξαφάνισει τον κόσμο, τον κάνει διαφανή, τον κάνει να ακτινοβολεί φως, από το φως του προσώπου του Χριστού.
Στον Κανόνα του Σταυρού, στους είκοσι τέσσαρες οίκους λέγομε: «Χαίρε, δι’ ου ευλογείται η κτίσις, χαίρε, λαμπτήρ της άνω λαμπρότητος. Χαίρε, κρατήρ του νέκταρος έμπλεως, χαίρε χαράς της όντως σημείον».
7. Η λησμοσύνη του κόσμου δεν σημαίνει αδιαφορία για τη σωτηρία των ανθρώπων. Οι μοναχοί, ακόμα και οι πιο αυστηροί ερημίτες, προσεύχονται για τους ανθρώπους και τους παρηγορούν περισσότερο από τους άλλους. Γιατί έχουν το αισθητήριο καθαρό και διακρίνουν τα προβλήματα και τις θλίψεις που βασανίζουν τους ανθρώπους. Βλέπουν τη μηδαμινότητα των προβλημάτων αυτών, την ποταπότητα των απροσδόκητων συμβάντων που γίνονται αιτίες μεγάλων θλίψεων, και τους τονίζουν αυτό ακριβώς, καθώς επίσης και την ασύγκριτη χαρά που τους αναμένει στη βασιλεία των ουρανών και τους βοηθούν αληθινά.
Δείχνουν στους ανθρώπους μια αγάπη, πολύ πιο μεγάλη και αληθινή από τους άλλους, γιατί βλέπουν την άξια τους και τον αιώνιο προορισμό τους. Γιατί βλέπουν ότι μέσα στον πλούτο της αιωνίου ζωής του καθενός, εισέρχεται σαν μέσα σε μια μεγάλη κοινωνία, εκείνο, που φέρει κάθε άνθρωπος σαν αγάπη και σαν μοναδική πνευματική ομορφιά. Δεν υπάρχει σταύρωση χωρίς ένα άνοιγμα αγκάλης για να αγκαλιάσομε τους άλλους. Αυτό αναφέρεται στους οίκους του Σταυρού: «Ήπλωσες τας παλάμας διά να αγκαλιάσεις τον κόσμο».
Ταυτόχρονα οι μοναχοί δίνουν στους ανθρώπους τη δύναμη να περιορίσουν τον εγωισμό τους. Τους δίνουν τη δύναμη για αλτρουισμό, για να σηκώσουν και αυτοί ένα σταυρό απαρνήσεως και τοιουτοτρόπως τους κάνουν μετόχους της δικής τους χαράς.
Έχει παρατηρηθεί ότι οι μοναχές στη Ρουμανία είναι ειρηνικές και πολύ χαριτωμένες στη διακονία τους. Ένας παλαιός αγγλικανός μοναχός, βλέποντας τις μοναχές της Ρουμανίας, έγραφε σ’ ένα περιοδικό της Δύσεως γεμάτος θαυμασμό. Αυτές οι μοναχές τρέχουν πάντα με χαρά και υπηρετούν τους άλλους. Βεβαίως υπάρχει μια σοβαρότητα μέσα σ’ αύτη την ειρήνη και τη χάρι που την κάνει πιο βαθειά. Αντίθετα στην χαρά των ανθρώπων, που κυριαρχείται από τις επιθυμίες και τις απολαύσεις, οι όποιες προέρχονται από την επιφανειακή πλευρά του κόσμου, υπάρχει κάτι το ασταθές και ευμετάβλητο, που την κάνει να περνά γρήγορα και να μεταβάλλεται σε θλίψη μέσα σ’ ένα αίσθημα κενού.
8. Θα ήθελα να τελειώσω αυτές τις σκέψεις δίνοντας σας μερικές πληροφορίες γύρω από τους τύπους της μοναχικής ζωής στη Ρουμανία.
Ανέφερα προηγουμένως ότι οι μοναχοί γενικά δεν απεχθάνονται τους ανθρώπους, αλλά τους αγαπούν, τους βοηθούν να κερδίσουν τη σωτηρία, να ξεπεράσουν την τυφλή προσκόλληση στον κόσμο, να δουν και αυτοί, μέσω του κόσμου, τον Θεό. Θα μπορούσα να πω ότι κατ’ αυτόν τον τρόπο ο μοναχισμός προσφέρει στους ανθρώπους μια υπηρεσία. Υπ’ αυτήν την έννοια θα μπορούσα να πω ότι ο μοναχισμός της Ρουμανίας είναι ένας μοναχισμός διακονίας. Νομίζω ότι υπάρχουν τρεις μορφές αυτής της διακονίας. Αλλά οι μορφές αυτές έχουν πάντα σαν κοινή βάση την προσευχή, τη θεωρία του Θεού διά μέσου του κόσμου.
Η μορφή, που ιδιαίτερα καλλιεργείται από τις μοναχές, συνίσταται στο ότι δέχονται και φιλοξενούν τους ανθρώπους του κόσμου, ακόμη και τους τουρίστες για να αναπαυθούν. Είναι η εποχή της μεγάλης αναπτύξεως του τουρισμού και συγχρόνως της αναζητήσεως των Μοναστηριών. Μερικές από τις μοναχές φροντίζουν να δώσουν στους ανθρώπους αυτούς δωμάτιο και τροφή. Οι άλλες με τη σειρά προσεύχονται μέσα στην Εκκλησία κατά το μεγαλύτερο διάστημα του χρόνου. Οι άνθρωποι αυτοί κερδίζονται από τη θέρμη της διακονίας, την οποία δέχονται και από την αγνότητα και καθαρότητα που δείχνουν οι μοναχές με την όλη συμπεριφορά τους και με τη χαρούμενη ειλικρίνεια, με την όποια τους βοηθούν στα διάφορα προβλήματα τους. Ελκύονται έπειτα στην Εκκλησία. Εκεί ακούουν τις προσευχές, τους ύμνους, τις διδαχές. Στην αρχή παραμένουν λίγο. Έπειτα εξοικειώνονται και μένουν περισσότερο. Εκείνοι που είναι λιγότερο συνηθισμένοι σ’ αυτό, πληροφορούνται περισσότερα από τους άλλους που γνωρίζουν κάτι περισσότερο από αυτούς.
Είδα ανθρώπους διανοουμένους και ανωτέρας κοινωνικής τάξεως να μένουν έκθαμβοι και να ανακαλύπτουν μια νέα διάσταση της ζωής. Ιδιαιτέρως οι γυναίκες τους ελκύονται και κερδίζονται πλήρως για μια ζωή συνδεδεμένη με την Εκκλησία. Οι οικογένειες κερδίζονται και συνδέονται με φιλικούς δεσμούς με τις μοναχές. Και φυσικά οι οικογένειες αυτές βοηθούν υλικά τα Μοναστήρια. Προσκαλούν τις μοναχές όταν κατεβαίνουν στην πόλη, και τις φιλοξενούν στα σπίτια τους. Και αυτές μεταφέρουν τον αέρα της αγνότητας και της καθαρότητας μέσα στα σπίτια τους. Οι μοναχές αυτές φέρουν το σταυρό τους. Αλλά με το σταυρό είναι συνδεδεμένη η χαρά τους. Μεταφέρουν έτσι για λίγο αυτόν το σταυρό μαζί με τη χαρά σε πολλές οικογένειες.
Μια άλλη μορφή της μοναχικής διακονίας και προσφοράς είναι το κήρυγμα του θείου λόγου. Αυτή η μορφή έχει αναπτυχθεί από μερικά ανδρικά Μοναστήρια. Τα Μοναστήρια των ανδρών προσφέρουν επίσης τη φιλοξενία στους ανθρώπους, αλλά όχι σε τόσο βαθμό όπως τα γυναικεία. Καλλιεργούν όμως το κήρυγμα, την εξομολόγηση, την πνευματική καθοδήγηση. Υπάρχουν μερικοί ηγούμενοι που έχουν γίνει περίφημοι για τα κηρύγματά τους. Υπάρχουν Μοναστήρια όπου, κυρίως κατά τις Κυριακές, έρχεται ένα μεγάλο πλήθος πιστών. Υπάρχουν άλλα στα όποια κατά τις μεγάλες εορτές έρχονται ολόκληρα χωριά από πολύ μακριά, μιας ή δύο ήμερων πορεία, κρατώντας τα εξαπτέρυγα και ψάλλοντας ύμνους. Πραγματοποιούν ένα αληθινό προσκύνημα. Τα Μοναστήρια έχουν οδηγούς και ξεναγούς δικούς τους, που δείχνουν και εξηγούν στους ξένους την ιστορία και τα άλλα αξιόλογα της Μονής.
Μ’ αυτόν τον τρόπο οι ξεναγοί γίνονται αληθινοί κήρυκες. Κι’ αυτό είναι μια νέα μορφή κηρύγματος του θείου λόγου.
Οι μοναχοί διατηρούν επίσης καλές πνευματικές σχέσεις με πολλές οικογένειες των γειτονικών πόλεων, οι οποίες επισκέπτονται τα Μοναστήρια. Νομίζω ότι είναι ένα γενικό χαρακτηριστικό του ορθοδόξου Μοναχισμού να διατηρεί αυτή την επαφή με τον κόσμο και να την συνδυάζει με τη διαφύλαξη της πνευματικότητας, της αγνότητας και της μοναχικής κανονικότητας. Αυτή η συνήθεια αποδεικνύεται ιδιαιτέρως χρήσιμη σήμερα, για την αποστολή της Εκκλησίας. Γιατί ο κόσμος σήμερα κινείται από μια ζωή εκκοσμικευμένη αφ’ ενός και αφ’ ετέρου από τη θλίψη αυτής της υποκριτικής και ψεύτικης ζωής και το κενό που την ακολουθεί. Γι’ αυτό οδηγείται με μεγάλη αναζήτηση και νοσταλγία προς τα Μοναστήρια. Τούτο κάνει τον κόσμο σήμερα να αναζητεί στα Μοναστήρια μια ζωή πλήρους και τέλειας προσφοράς στον Θεό.
Τα Μοναστήρια σήμερα έχουν τόσους επισκέπτες, όσους δεν είχαν ποτέ άλλοτε. Αυτό είναι ένα σημείο πολύ ευοίωνο για την εποχή μας, πράγμα που δεν μπορούν τα Μοναστήρια να το αγνοήσουν και να το παραμελήσουν.
Άλλοτε ο κόσμος ζούσε σε διαφορετικό θρησκευτικό κλίμα, χωρίς να έχει ανάγκη μιας βαθύτερης εμπειρίας, για να ξυπνήσει από μια ζωή κενή από κάθε εμπειρία του απολύτου. Άλλοτε ο κόσμος δεν εκυριαρχείτο ούτε από τη μεγάλη κοσμικότητα ούτε από τη ζωηρή επιθυμία της Εκκλησίας. Βρισκόταν σε μια μέτρια κατάσταση. Σήμερα η αμαρτία επλεόνασε και γι’ αυτό, καθώς λέγει ο Παύλος, η χάρις υπερπερισσεύει. Τα Μοναστήρια έχουν αυτό το μεγάλο δώρο. Μπορούν περισσότερο να ικανοποιήσουν τη δίψα του Απολύτου, άλλα μόνον εάν οι μοναχοί ζουν με μια νέα δροσερότητα ζωής την εμπειρία του απολύτου.
Έχω δει στον Άθωνα πόσο οι άνθρωποι ελκύονται από εκείνους τους νέους μοναχούς που ζουν με μια ολοκληρωτική απόφαση και προσφορά της ζωής τους την εμπειρία του απολύτου. Δεν ελκύονται από τα μεγάλα Μοναστήρια, όπου η μοναχική πνευματική ζωή έχει ψυχρανθεί μένοντας συχνά στους εξωτερικούς τύπους, αλλά ζητούν μια ασκητικότερη ζωή.
Τέλος η τρίτη μορφή της μοναχικής ζωής στη Ρουμανία είναι η ζωή της αναχωρήσεως και της αδιαλείπτου προσευχής. Είναι η ζωή των ερημιτών.
Υπάρχουν όχι μόνον άνδρες αλλά και γυναίκες που ζουν μια τέτοια ερημιτική ζωή. Συχνά αρκετοί μοναχοί και μοναχές, αφού ζήσουν την κοινοβιακή ζωή, περνούν για λίγο καιρό στη ζωή της αναχωρήσεως και αντιστρόφως. Αλλ’ όμως δεν θα μπορέσω να δώσω ονόματα και αριθμούς ως προς τους μοναχούς και τις μοναχές που ζουν με απόλυτο και οριστικό τρόπο αυτή τη ζωή, γιατί θέλουν να μένουν άγνωστοι και κρυμμένοι. Ιδιαίτερα η Μολδαβία είχε πάντοτε, μέσα στα μεγάλα δάση της, τέτοιους μοναχούς και μοναχές, που έγιναν οι πιο μεγάλοι άγιοι, γιατί δεν θέλησαν να γίνουν γνωστοί. Μόνον ένας ή δύο μοναχοί ή μοναχές μέσα στα κοινόβια γνωρίζουν τέτοιους ερημίτες ή ερημίτιδες, αλλά δεν έχουν την ευλογία να μιλήσουν γι’ αυτούς παρά μόνον μετά τον θάνατο τους. Ιδιαίτερα μοναχοί και μοναχές, που πέρασαν τη νεότητα τους εν διακονία μέσα σ’ ένα κοινόβιο, περνούν κατόπιν την ηλικιωμένη και ώριμη περίοδο της ζωής τους στην έρημο. Τούτο είναι σύμφωνο με τις οδηγίες και τις εντολές του αγίου Γρηγορίου Νύσσης και των άλλων Πατέρων, που ζητούν πρώτα τη ζωή μέσα στο Κοινόβιο και έπειτα την ερημική.
Αυτή η μορφή είναι επίσης αναγκαία για να συγκρατήσει τη θρησκευτική ζωή στον λαό. Αυτοί οι μοναχοί και μοναχές είναι οι ήρωες της πίστεως. Καθώς οι ήρωες ενός στρατεύματος συγκρατούν το θάρρος των πολεμιστών, έτσι και αυτοί. Αποτελούν την εμπροσθοφυλακή. Το γενναίο παράδειγμα σώζει το στρατό. Και οι ερημίτες συγκρατούν την τόλμη της επικοινωνίας και της ομολογίας του Θεού και μιας περισσότερο δυνατής πνευματικής ζωής μέσα στα πλήθη των πιστών. Αυτοί είναι οι μεγάλες κορυφές. Εάν εμείς δεν βλέπομε τις μεγάλες κορυφές, δεν μπορούμε να βαδίσομε προς τα ύψη.
Νομίζω ότι με αυτές τις μορφές ο Ρουμανικός Μοναχισμός βρίσκεται μέσα στο ρεύμα της ζώσης και γνήσιας ορθοδόξου μοναχικής παραδόσεως, διατηρώντας μέσα στη σύγχρονη κοινωνία το μεγάλο σταυρό της ορθοδόξου παραδόσεως. Μιας παραδόσεως μαρτυρίας και διακονίας του συγχρόνου άνθρωπου.
(+Πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Στανιλοάε, Ο Σταυρός και η χαρά στη ζωή των μοναχών, Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών, 1973).
Πηγή: http://www.pemptousia.gr/
Καθώς λέγει ο μεγάλος στοχαστής Ευδοκίμωφ, κάθε χριστιανός είναι, κατά κάποιον τρόπο, ως προς τις αναζητήσεις του, μοναχός. Δεν υπάρχουν δυο πνευματικότητες στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Η πνευματικότης είναι μία, αλλά πραγματοποιείται σε διαφορετικά επίπεδα.
Θα προσπαθήσω να σας μιλήσω λίγο για το περιεχόμενο της μοναχικής ζωής.
1. Ένας φιλόσοφος κάποιας χώρας έγραψε στο γιο του που έγινε μοναχός: «Γιατί, παιδί μου, μίσησες τον κόσμο με τη γλυκύτητά του κι’ διάλεξες μια ζωή θλίψεως;»
Ο φιλόσοφος είχε δίκιο· αλλά μόνον ως προς την επιφάνεια. Άφησε τον εαυτό του να ξεγελασθεί από την επιφανειακή και παροδική μόνο χαρά και γλυκύτητα που προσφέρει ο κόσμος. Δεν διέκρινε ότι μετά από αυτή τη φαινομενική γλυκύτητα και χαρά έρχεται η δουλεία, η θλίψη, το κενό και η έλλειψη νοήματος. Δεν του ήταν γνωστό ότι οφείλομε να σταυρώσομε αυτές τις επιφανειακές και παροδικές χαρές και γλυκύτητες για να βρούμε μια πιο βαθειά χαρά. Τη χαρά της συναντήσεως και της διαρκούς συνυπάρξεως μετά του Χριστού, του Θεού μας. Αύτη η συνάντηση δίνει στον κόσμο μια βαθύτερη ομορφιά, μια αληθινή αίσθηση, που προξενεί στο μοναχό μιαν αγνή και δυνατή χαρά.
Η χαρά αυτής της συναντήσεως και της κοινωνίας μετά του Θεού έχει για το μοναχό, και ακριβέστερα για τη μοναχή, τον χαρακτήρα της χαράς μιας νύμφης. Αλλά είναι πολύ πιο βαθειά και πολύ πιο αγνή από εκείνη της κοσμικής νύμφης. Και για μια ευτυχισμένη νύμφη το παν λάμπει από ομορφιά.
2. Γι’ αυτό ο μοναχός δεν μισεί τον κόσμο, αλλά τον βλέπει μέσα σε μια προοπτική μεταμορφωμένης ομορφιάς μέσα στην αιωνιότητα. Και δι’ αυτής δίδει στον κόσμο μια αξία άφθαρτη και απείρως βαθειά και έτσι τον αποκαλύπτει στους άλλους ανθρώπους.
Ο κόσμος είναι θλιβερός και ακάθαρτος για τον άνθρωπο, που δεν γνωρίζει παρά τη γήινη μορφή της ζωής. Οι άνθρωποι είναι θλιμμένοι, κυρίως σήμερα, έστω κι’ αν ζητούν να διασκεδάζουν τον περισσότερο καιρό σ’ ένα επίπεδο χαμηλό. Είναι σαν τους ανθρώπους που γελούν για επιφανειακά και ασήμαντα πράγματα, κι’ έπειτα διερωτώνται· γιατί γελάσαμε; Γιατί πέσαμε τόσο χαμηλά γελώντας για το τίποτε; Γελάσαμε σαν τους τρελούς χωρίς αίτια ή για να λησμονήσομε τα αγκάθια των φροντίδων που υπάρχουν, για να λησμονήσομε την πραγματικότητα.
Έχομε μια χαρά της ζωής και του κόσμου, όταν με όλες τις πράξεις μας αποκαλύπτομε και βεβαιώνομε την αιώνια αξία αυτής της ζωής και αυτού του κόσμου. Όταν γνωρίζω, ότι, εργαζόμενος για να κάνω το καλό, απαρνούμενος δι’ ενός σταυρού τις εγωιστικές και παροδικές ευχαριστήσεις μου, θα συναντήσω το καλό αυτό στην αιωνιότητα, είμαι χαρούμενος. Και ο μοναχός βεβαιώνει ότι πρέπει να κάνει μέσα στον κόσμο το καλό για την αιώνια αξία που έχει και δι’ αυτού δίδει τη ζωή μέσα στον κόσμο και στον κόσμο την αιωνία άξια με το πέρασμα του από το ένα στο άλλο. Και δίνει με αυτόν τον τρόπον και με το παράδειγμά του στους άλλους ανθρώπους τον ερεθισμό να περάσουν το κενό, την έλλειψη νοήματος ενός επιφανειακού κόσμου, βοηθώντας τους να δώσουν στον κόσμο αυτό μια αληθινή αξία.
Αλλά γι’ αυτά πρέπει να σταυρώσωμε τον κόσμο και τον εαυτό μας. Μόνον έτσι τον ανυψώνομε προκαταβολικά στην αιωνιότητα από την κατάσταση στην οποία τώρα βρίσκεται. «Εκείνος που θέλει να κερδίσει τη ψυχή του πρέπει να τη θυσιάσει για μένα και το Ευαγγέλιο μου» είπε ο Κύριός μας. Ο μοναχός είναι ο άνθρωπος που πραγματοποιεί τούτο. Είναι ο άνθρωπος, που, άπαξ και βρήκε ένα θησαυρό κρυμμένο σε κάποιο χωράφι, πωλεί όλα τα αγαθά του, για να αγοράσει το χωράφι με το θησαυρό. Αυτός ο θησαυρός ο ανεκτίμητα πολύτιμος, είναι ο Θεός και το χωράφι είναι η μοναχική ζωή, που επιφανειακά δεν δίδει την εντύπωση ότι έχει μια μεγάλη αξία, αλλά ή οποία κρύβει τον αιώνιο θησαυρό.
Ιδού ο σταυρός και ιδού η χαρά που έρχεται μετά από αυτόν. Καλλίτερα, μπορεί να πει κανείς ότι η χαρά είναι κρυμμένη μέσα στο σταυρό. Στην επιφάνεια είναι ένας σταυρός και στο βάθος μια μεγάλη χαρά.
3. Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος χαρακτηρίζει τη ζωή των μοναχών, που είναι ταπεινή και χωρίς καμμιά εξωτερική αίγλη, ταυτόχρονα σκυθρωπή και λάμπουσα. Σκυθρωπή στην επιφάνεια, λάμπουσα στο βάθος. Σκυθρωπή στο να μη χαίρεται, να μην απολαμβάνει τις παροδικές και επιφανειακές χαρές. Λάμπουσα γιατί γι’ αυτό ακριβώς έχει και τότε τη χαρά, όταν δεν πέφτει χαμηλά, αλλά ζει στα ύψη, κοντά στο Θεό. Είναι κάτι σπουδαίο αυτή η χαρά μέσα στην απάρνηση των επιφανειακών χαρών, γιατί πολύ δύσκολα αρνούμεθα αυτές τις ευχαριστήσεις. Αυτή η απάρνηση συνοδεύεται πάντοτε από μια χαρά πολύ πιο μεγάλη.
Ένας μοναχός της Ρουμανίας έδωσε αμέσως ένα ωραίο ένδυμα που του χάρισαν, σ’ ένα φτωχό που συνάντησε μετά από λίγο. Τον ρώτησαν: Πού είναι, αδελφέ, το ένδυμα που σου έδωσαν; Ω! είναι πλέον στον παράδεισο και με περιμένει, απάντησε. Ιδού ο εξωτερικός σταυρός και η εσωτερική χαρά.
Από αυτό το παράδειγμα βλέπομε ότι ο μοναχός δεν μισεί τους ανθρώπους. Τους αγαπά εν Θεώ. Και γι’ αυτό τους δίνει μεγαλύτερη αξία. Έτσι οι μονάχοι βλέπουν τα πράγματα εν Θεώ και αποκαλύπτουν τις βαθύτερες αιτίες της υπάρξεώς τους.
Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος είπε: Στο πρόσωπο του κάθε άνθρωπου πρέπει να βλέπομε τον ίδιο τον Χριστό. Κάνοντας αυτό ταπεινώνομαι ενώπιον του. Έτσι δεν θα ταπεινώσω τον άλλον. Δεν θα ζητήσω τη χαμηλή και κατώτερη ευχαρίστηση που τον ταπεινώνει. Δεν θα φερθώ με εγωισμό και υπερηφάνεια ενώπιον του και δεν θα τον κάνω αντικείμενο ικανοποιήσεως των διεστραμμένων και εγωιστικών μου προθέσεων και επιθυμιών. Μ’ αυτόν τον τρόπο θα κερδίσω και εκείνον για τον Χριστό.
Με τον τρόπον αυτόν οι μοναχοί επιστρέφουν στο Θεό όλα τα πράγματα και τα πρόσωπα εξωραϊσμένα. Όλες οι δυνάμεις του μονάχου έχουν μεταστραφεί από την κατεύθυνση του εγωιστικού συμφέροντος προς την κατεύθυνση της εργασίας για την κοινότητα και κατά συνεπεια για τον Θεό, ή μάλλον για το όνομα του Θεού.
4. Εμείς οι χριστιανοί θεωρούμε τον κόσμο σαν ένα μεγάλο δώρο του Θεού. Αλλά το δώρο προσφέρεται από κάποιον για να κερδίσει την αγάπη, για να πραγματοποιήσει ένα διάλογο αγάπης μεταξύ αυτού και εκείνου στον οποίον το προσφέρει. Όταν όμως εκείνος προσκολλάται εξ ολοκλήρου στο δώρο και ξεχνά τον δωρητή, τότε δεν ανταποκρίνεται στην αγάπη του και ο διάλογος της αγάπης μεταξύ τους δεν πραγματοποιείται. Οφείλομε να λησμονήσομε και να υπερπηδήσομε με κάθε τρόπο το δώρο για να δούμε τον Θεό, τον Δωρητή. Οφείλομε να μεταχειριζόμαστε τα δώρα σαν να μην υπήρχαν, για να συναντήσομε τον Δωρητή. Ο Σταυρός είναι τοποθετημένος στο δώρο για να βλέπομε τον Δωρητή. Ο σταυρός κάνει τον κόσμο και μας τους ιδίους διαφανείς για να βλέπομε τον Θεό.
Διά του σταυρού οι μοναχοί έρχονται σε άμεση επικοινωνία με τον Θεό όπως οι άγγελοι. Είναι η πιο μεγάλη χαρά να επικοινωνείς μετά του Θεού ως προσώπου, παρά με όλα τα πράγματα. Χαίρω για το δώρο που μου προσφέρει ένας φίλος. Αλλά όταν έλθει ο φίλος, λησμονώ το δώρο. Ο Θεός είναι απείρως περισσότερο ανεκτίμητος από τα δώρα. Μέσα στη ζωή των μοναχών έρχεται ο Θεός ο ίδιος, γιατί εκείνοι ξεχνούν τα πράγματα του κόσμου, για να δουν εν συνεχεία τον Θεό.
Όταν μένομε προσκολλημένοι στο δώρο, τότε ο Θεός μπορεί να μας το στερήσει, για να μας κάνει να δούμε αυτόν τον ίδιον. Έτσι έκανε με τον Ιώβ. Για να δείξει στον σατανά ότι ο Ιώβ αγαπά τον Θεό όχι χάριν των δώρων, αλλά για τον ίδιο τον Θεό. Κι’ όταν οι φίλοι του Ιώβ και αύτη η γυναίκα του ακόμη τον κατηγορούσαν και του έλεγαν να πει λόγο βλάσφημο κατά του Θεού, για τα δώρα που του στέρησε, εκείνος έλεγε: Πώς να το κάμω αυτό; Ο Κύριος μου τα έδωσε, ο Κύριος μου τα παίρνει.
Αυτή η απάρνηση των πραγμάτων εξ αιτίας της προτιμήσεως του Θεού είναι ένας σταυρός. Τούτο δείχνει πλήρη συναίσθηση της παρουσίας του Θεού. Είναι η σταύρωσις του κόσμου εν εμοί «Εμοί κόσμος εσταύρωται καγώ τω κόσμω» (Γαλ. 6,14), όπως λέγει ο απ. Παύλος. Είναι το να σταυρώσω τον εαυτό μου ως πρός τις ευχαριστήσεις, παρά να κερδίσω τον κόσμο όλο, θεωρούμενον καθ’ εαυτόν, ανεξάρτητο δηλ. από τον Θεό. Είναι η νέκρωση των κατά κόσμον ορέξεων μου, που με προσηλώνουν στην επιφανειακή και παροδική θέα του κόσμου και όχι στη διαφάνεια του κόσμου.
Πρέπει να πιστέψω απόλυτα στην επιφάνεια του κόσμου για να δοθώ μ’ ένα τυφλό πάθος στις ευχαριστήσεις που μου προσφέρει. Αλλά αυτό είναι μία απάτη που περνά γρήγορα για να αφήσει πίσω της μόνο τη θλίψη.
5. Η σταύρωση της κλίσεως προς τις απολαύσεις είναι επίσης ένα μέσο για να αποφευχθούν οι άλλοι σταυροί, που οδηγούν στην απελπισία. Οι σταυροί εκείνων, που, χάνοντας τον κόσμο χωρίς τη θέλησή τους, πιστεύουν ότι δεν υπάρχει πλέον τίποτε παρά μόνο το μηδέν.
Δεν υπάρχει ύπαρξη χωρίς σταυρό μέσα στη γήινη και παροδική ζωή. Αλλά ενώ ο σταυρός εκείνων που πιστεύουν στον Θεό, κάνει τον Θεό ορατό διά των πραγμάτων σαν μια πολύ μεγάλη αιτία χαράς, ο σταυρός εκείνων που είναι προσκολλημένοι με τρόπο αποκλειστικό σ’ έναν αδιαφανή κόσμο, που θεωρείται μοναδικός, είναι μία απογοήτευση. Για εκείνον που πιστεύει αληθινά στον Θεό ο σταυρός είναι διαφανής. Διά μέσου αυτού βλέπει τον Θεό. Για τους άλλους συμβαίνει το αντίθετο. Εκείνος που πιστεύει στα εγκόσμια πέφτει κάτω από το σταυρό και χάνεται.
Ένας πατέρας της Δύσεως της πατερικής εποχής, ο άγιος Αυγουστίνος είπε: Γνωρίζω τρεις σταυρούς: Ένα σταυρό που σώζει. Είναι ο σταυρός του Χριστού. Ένα σταυρό διά του οποίου σώζεται ο άνθρωπος. Είναι ο σταυρός του καλού ληστή, του εκ δεξιών του Χριστού σταυρωθέντος. Γνωρίζω κι ένα τρίτο σταυρό, που σε κάνει να χάνεσαι για την αιωνιότητα. Είναι ο σταυρός του εξ αριστερών του Χριστού σταυρωθέντος ληστή. Οι τύποι αυτών των ανθρώπων, των δύο ληστών, αντιπροσωπεύουν όλη την ανθρωπότητα. Ο σταυρός του ληστή του εκ δεξιών παίρνει μέσα του, παίρνει επάνω του το σταυρό του Χριστού και σώζεται. Ο σταυρός του αριστερού ληστή αντιπροσωπεύει τη μερίδα εκείνη των ανθρώπων, που δεν δέχονται το σταυρό του Χριστού και χάνονται. Γενικά όμως το σταυρό δεν μπορούμε να τον αποφύγομε κατ’ ουδένα τρόπο.
6. Η ζωή της προσευχής των μοναχών δείχνει ότι είναι μαζί με τον Θεό. Ένας θεολόγος ο π. Σμέμαν, είπε προσφάτως σ’ ένα Συνέδριο: «Η λειτουργία είναι η εμπειρία της εσχατολογίας, της βασιλείας του Θεού. Απ’ εδώ αρχίζει η χαρά μέσα στην Ορθόδοξη Λειτουργία. Γιατί ζούμε την οριστική συνάντηση με τον Θεό. Από εδώ πηγάζει η χαρά της ορθοδόξου Λειτουργίας, η χαρά της μοναχικής ζωής ιδιαίτερα».
Ένας αγγλικανός μοναχός με ερώτησε κάποτε όταν είχα δώσει μια ομιλία. «Πώς διαφυλάξατε την εμπειρία του μυστηρίου μέσα στην θεία λατρεία; Γιατί εμείς τη χάσαμε». Του απάντησα: Το μυστήριο είναι η εμπειρία της παρουσίας του Θεού.
Απ’ εδώ προέρχεται η χαρά των ορθοδόξων πιστών μέσα στη θεία Λειτουργία. Ξεπερνούν τις φιλονικίες τους και αισθάνονται πάλι ένα εν τω Θεώ, λησμονώντας τα μεταξύ τους λάθη. Ο μοναχός ζει πάντοτε σχεδόν διά της αδιάλειπτου προσευχής, αυτή την εμπειρία να είναι με τον Θεό.
Το μοναστήρι είναι το Θαβώρ. Ο μοναχός πραγματοποιεί μέσα σ’ αυτό την επιθυμία του Πέτρου: «καλόν έστιν ημάς ώδε είναι». Ας κάνομε τρεις σκηνές για να μένομε εδώ επάνω (Ματθ. 17,4). Το θείο φως ακτινοβολεί από το πρόσωπο του Χριστού. Οι μοναχοί έχουν ξεχάσει αυτόν τον κόσμο. Η αίσθηση της παρουσίας του Θεού αναπληρώνει τη θύμησή του. Και αυτό συμβαίνει, διότι με την προσευχή ξεπερνούν και αποθέτουν τις μέριμνες του κόσμου. Οι ησυχαστές έβλεπαν διά της προσευχής το θείο και άκτιστο φως ή το πρόσωπο του Χριστού μέσα στο Θείο φως.
Το πρόσωπο κάθε ανθρώπου, που βρίσκεται σε κοινωνία και ένωση μετά του Χριστού, ακτινοβολεί από φως. Πραγματικά η αληθινή ένωση δεν πραγματοποιείται παρά μόνον διά του Χριστού. Στο πρόσωπό του, αυτή η αίσθηση της παρουσίας του Θεού, είναι ήδη ένα φως. Είναι η πρώτη έννοια που παρουσιάσθηκε στον κόσμο. Και είναι η μεγαλύτερη χαρά. Η συνεχής αίσθηση της παρουσίας του Ιησού με την αγάπη του είναι ένα φως και μία ανέκφραστη και αναφαίρετη χαρά. Αλλά ανεβαίνει ο μοναχός στο Θαβώρ μέσα στην απαστράπτουσα λαμπρότητα του προσώπου του Χριστού, αφήνοντας κάτω τα πράγματα και τα φώτα του κόσμου. Ο Μωυσής ανέβηκε στο Σινά, αφήνοντας κάτω τα πράγματα του κόσμου, για να προσευχηθεί στον Θεό. Αυτή η εγκατάλειψη του κόσμου και των πραγμάτων του είναι ένας σταυρός, διότι δεν γίνεται εύκολα, ιδίως στην αρχή. Και ιδού γιατί η χαρά πηγάζει από την προσπάθεια του σταυρού. Και ιδού γιατί ο σταυρός είναι μία κλίμαξ την οποίαν ανεβαίνομε όταν πιστεύομε, όπως παρουσιάζεται πολλές φορές στις εικόνες που παρουσιάζουν το μοναχό να ανέρχεται επί της κλίμακος. Ιδού, λοιπόν γιατί δεν υπάρχει χαρά αληθινή χωρίς το σταυρό και ιδού γιατί δεν υπάρχει σταυρός απαρνήσεως χωρίς την βαθειά εσωτερική χαρά. Αυτός ο σταυρός διώχνει τον πέπλο, που καλύπτει τον κόσμο και διά του σταυρού βλέπομε το φως του προσώπου του Χριστού.
Κάθε καθαρή συνάντηση, κάθε επικοινωνία βαθειά με ένα πρόσωπο, φέρει το φως και τη ζωή. Αλλά αυτή η βαθειά και αληθινή κοινωνία με ένα πρόσωπο δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί παρά μόνον εν τω Θεώ. Και η πλέον πλήρης και αληθινή και φωτεινή κοινωνία είναι η κοινωνία με το πρόσωπο του Χριστού. Κι είναι ο σταυρός που μας χαρίζει αυτή τη θέα του προσώπου του. Διότι χωρίς να εξαφάνισει τον κόσμο, τον κάνει διαφανή, τον κάνει να ακτινοβολεί φως, από το φως του προσώπου του Χριστού.
Στον Κανόνα του Σταυρού, στους είκοσι τέσσαρες οίκους λέγομε: «Χαίρε, δι’ ου ευλογείται η κτίσις, χαίρε, λαμπτήρ της άνω λαμπρότητος. Χαίρε, κρατήρ του νέκταρος έμπλεως, χαίρε χαράς της όντως σημείον».
7. Η λησμοσύνη του κόσμου δεν σημαίνει αδιαφορία για τη σωτηρία των ανθρώπων. Οι μοναχοί, ακόμα και οι πιο αυστηροί ερημίτες, προσεύχονται για τους ανθρώπους και τους παρηγορούν περισσότερο από τους άλλους. Γιατί έχουν το αισθητήριο καθαρό και διακρίνουν τα προβλήματα και τις θλίψεις που βασανίζουν τους ανθρώπους. Βλέπουν τη μηδαμινότητα των προβλημάτων αυτών, την ποταπότητα των απροσδόκητων συμβάντων που γίνονται αιτίες μεγάλων θλίψεων, και τους τονίζουν αυτό ακριβώς, καθώς επίσης και την ασύγκριτη χαρά που τους αναμένει στη βασιλεία των ουρανών και τους βοηθούν αληθινά.
Δείχνουν στους ανθρώπους μια αγάπη, πολύ πιο μεγάλη και αληθινή από τους άλλους, γιατί βλέπουν την άξια τους και τον αιώνιο προορισμό τους. Γιατί βλέπουν ότι μέσα στον πλούτο της αιωνίου ζωής του καθενός, εισέρχεται σαν μέσα σε μια μεγάλη κοινωνία, εκείνο, που φέρει κάθε άνθρωπος σαν αγάπη και σαν μοναδική πνευματική ομορφιά. Δεν υπάρχει σταύρωση χωρίς ένα άνοιγμα αγκάλης για να αγκαλιάσομε τους άλλους. Αυτό αναφέρεται στους οίκους του Σταυρού: «Ήπλωσες τας παλάμας διά να αγκαλιάσεις τον κόσμο».
Ταυτόχρονα οι μοναχοί δίνουν στους ανθρώπους τη δύναμη να περιορίσουν τον εγωισμό τους. Τους δίνουν τη δύναμη για αλτρουισμό, για να σηκώσουν και αυτοί ένα σταυρό απαρνήσεως και τοιουτοτρόπως τους κάνουν μετόχους της δικής τους χαράς.
Έχει παρατηρηθεί ότι οι μοναχές στη Ρουμανία είναι ειρηνικές και πολύ χαριτωμένες στη διακονία τους. Ένας παλαιός αγγλικανός μοναχός, βλέποντας τις μοναχές της Ρουμανίας, έγραφε σ’ ένα περιοδικό της Δύσεως γεμάτος θαυμασμό. Αυτές οι μοναχές τρέχουν πάντα με χαρά και υπηρετούν τους άλλους. Βεβαίως υπάρχει μια σοβαρότητα μέσα σ’ αύτη την ειρήνη και τη χάρι που την κάνει πιο βαθειά. Αντίθετα στην χαρά των ανθρώπων, που κυριαρχείται από τις επιθυμίες και τις απολαύσεις, οι όποιες προέρχονται από την επιφανειακή πλευρά του κόσμου, υπάρχει κάτι το ασταθές και ευμετάβλητο, που την κάνει να περνά γρήγορα και να μεταβάλλεται σε θλίψη μέσα σ’ ένα αίσθημα κενού.
8. Θα ήθελα να τελειώσω αυτές τις σκέψεις δίνοντας σας μερικές πληροφορίες γύρω από τους τύπους της μοναχικής ζωής στη Ρουμανία.
Ανέφερα προηγουμένως ότι οι μοναχοί γενικά δεν απεχθάνονται τους ανθρώπους, αλλά τους αγαπούν, τους βοηθούν να κερδίσουν τη σωτηρία, να ξεπεράσουν την τυφλή προσκόλληση στον κόσμο, να δουν και αυτοί, μέσω του κόσμου, τον Θεό. Θα μπορούσα να πω ότι κατ’ αυτόν τον τρόπο ο μοναχισμός προσφέρει στους ανθρώπους μια υπηρεσία. Υπ’ αυτήν την έννοια θα μπορούσα να πω ότι ο μοναχισμός της Ρουμανίας είναι ένας μοναχισμός διακονίας. Νομίζω ότι υπάρχουν τρεις μορφές αυτής της διακονίας. Αλλά οι μορφές αυτές έχουν πάντα σαν κοινή βάση την προσευχή, τη θεωρία του Θεού διά μέσου του κόσμου.
Η μορφή, που ιδιαίτερα καλλιεργείται από τις μοναχές, συνίσταται στο ότι δέχονται και φιλοξενούν τους ανθρώπους του κόσμου, ακόμη και τους τουρίστες για να αναπαυθούν. Είναι η εποχή της μεγάλης αναπτύξεως του τουρισμού και συγχρόνως της αναζητήσεως των Μοναστηριών. Μερικές από τις μοναχές φροντίζουν να δώσουν στους ανθρώπους αυτούς δωμάτιο και τροφή. Οι άλλες με τη σειρά προσεύχονται μέσα στην Εκκλησία κατά το μεγαλύτερο διάστημα του χρόνου. Οι άνθρωποι αυτοί κερδίζονται από τη θέρμη της διακονίας, την οποία δέχονται και από την αγνότητα και καθαρότητα που δείχνουν οι μοναχές με την όλη συμπεριφορά τους και με τη χαρούμενη ειλικρίνεια, με την όποια τους βοηθούν στα διάφορα προβλήματα τους. Ελκύονται έπειτα στην Εκκλησία. Εκεί ακούουν τις προσευχές, τους ύμνους, τις διδαχές. Στην αρχή παραμένουν λίγο. Έπειτα εξοικειώνονται και μένουν περισσότερο. Εκείνοι που είναι λιγότερο συνηθισμένοι σ’ αυτό, πληροφορούνται περισσότερα από τους άλλους που γνωρίζουν κάτι περισσότερο από αυτούς.
Είδα ανθρώπους διανοουμένους και ανωτέρας κοινωνικής τάξεως να μένουν έκθαμβοι και να ανακαλύπτουν μια νέα διάσταση της ζωής. Ιδιαιτέρως οι γυναίκες τους ελκύονται και κερδίζονται πλήρως για μια ζωή συνδεδεμένη με την Εκκλησία. Οι οικογένειες κερδίζονται και συνδέονται με φιλικούς δεσμούς με τις μοναχές. Και φυσικά οι οικογένειες αυτές βοηθούν υλικά τα Μοναστήρια. Προσκαλούν τις μοναχές όταν κατεβαίνουν στην πόλη, και τις φιλοξενούν στα σπίτια τους. Και αυτές μεταφέρουν τον αέρα της αγνότητας και της καθαρότητας μέσα στα σπίτια τους. Οι μοναχές αυτές φέρουν το σταυρό τους. Αλλά με το σταυρό είναι συνδεδεμένη η χαρά τους. Μεταφέρουν έτσι για λίγο αυτόν το σταυρό μαζί με τη χαρά σε πολλές οικογένειες.
Μια άλλη μορφή της μοναχικής διακονίας και προσφοράς είναι το κήρυγμα του θείου λόγου. Αυτή η μορφή έχει αναπτυχθεί από μερικά ανδρικά Μοναστήρια. Τα Μοναστήρια των ανδρών προσφέρουν επίσης τη φιλοξενία στους ανθρώπους, αλλά όχι σε τόσο βαθμό όπως τα γυναικεία. Καλλιεργούν όμως το κήρυγμα, την εξομολόγηση, την πνευματική καθοδήγηση. Υπάρχουν μερικοί ηγούμενοι που έχουν γίνει περίφημοι για τα κηρύγματά τους. Υπάρχουν Μοναστήρια όπου, κυρίως κατά τις Κυριακές, έρχεται ένα μεγάλο πλήθος πιστών. Υπάρχουν άλλα στα όποια κατά τις μεγάλες εορτές έρχονται ολόκληρα χωριά από πολύ μακριά, μιας ή δύο ήμερων πορεία, κρατώντας τα εξαπτέρυγα και ψάλλοντας ύμνους. Πραγματοποιούν ένα αληθινό προσκύνημα. Τα Μοναστήρια έχουν οδηγούς και ξεναγούς δικούς τους, που δείχνουν και εξηγούν στους ξένους την ιστορία και τα άλλα αξιόλογα της Μονής.
Μ’ αυτόν τον τρόπο οι ξεναγοί γίνονται αληθινοί κήρυκες. Κι’ αυτό είναι μια νέα μορφή κηρύγματος του θείου λόγου.
Οι μοναχοί διατηρούν επίσης καλές πνευματικές σχέσεις με πολλές οικογένειες των γειτονικών πόλεων, οι οποίες επισκέπτονται τα Μοναστήρια. Νομίζω ότι είναι ένα γενικό χαρακτηριστικό του ορθοδόξου Μοναχισμού να διατηρεί αυτή την επαφή με τον κόσμο και να την συνδυάζει με τη διαφύλαξη της πνευματικότητας, της αγνότητας και της μοναχικής κανονικότητας. Αυτή η συνήθεια αποδεικνύεται ιδιαιτέρως χρήσιμη σήμερα, για την αποστολή της Εκκλησίας. Γιατί ο κόσμος σήμερα κινείται από μια ζωή εκκοσμικευμένη αφ’ ενός και αφ’ ετέρου από τη θλίψη αυτής της υποκριτικής και ψεύτικης ζωής και το κενό που την ακολουθεί. Γι’ αυτό οδηγείται με μεγάλη αναζήτηση και νοσταλγία προς τα Μοναστήρια. Τούτο κάνει τον κόσμο σήμερα να αναζητεί στα Μοναστήρια μια ζωή πλήρους και τέλειας προσφοράς στον Θεό.
Τα Μοναστήρια σήμερα έχουν τόσους επισκέπτες, όσους δεν είχαν ποτέ άλλοτε. Αυτό είναι ένα σημείο πολύ ευοίωνο για την εποχή μας, πράγμα που δεν μπορούν τα Μοναστήρια να το αγνοήσουν και να το παραμελήσουν.
Άλλοτε ο κόσμος ζούσε σε διαφορετικό θρησκευτικό κλίμα, χωρίς να έχει ανάγκη μιας βαθύτερης εμπειρίας, για να ξυπνήσει από μια ζωή κενή από κάθε εμπειρία του απολύτου. Άλλοτε ο κόσμος δεν εκυριαρχείτο ούτε από τη μεγάλη κοσμικότητα ούτε από τη ζωηρή επιθυμία της Εκκλησίας. Βρισκόταν σε μια μέτρια κατάσταση. Σήμερα η αμαρτία επλεόνασε και γι’ αυτό, καθώς λέγει ο Παύλος, η χάρις υπερπερισσεύει. Τα Μοναστήρια έχουν αυτό το μεγάλο δώρο. Μπορούν περισσότερο να ικανοποιήσουν τη δίψα του Απολύτου, άλλα μόνον εάν οι μοναχοί ζουν με μια νέα δροσερότητα ζωής την εμπειρία του απολύτου.
Έχω δει στον Άθωνα πόσο οι άνθρωποι ελκύονται από εκείνους τους νέους μοναχούς που ζουν με μια ολοκληρωτική απόφαση και προσφορά της ζωής τους την εμπειρία του απολύτου. Δεν ελκύονται από τα μεγάλα Μοναστήρια, όπου η μοναχική πνευματική ζωή έχει ψυχρανθεί μένοντας συχνά στους εξωτερικούς τύπους, αλλά ζητούν μια ασκητικότερη ζωή.
Τέλος η τρίτη μορφή της μοναχικής ζωής στη Ρουμανία είναι η ζωή της αναχωρήσεως και της αδιαλείπτου προσευχής. Είναι η ζωή των ερημιτών.
Υπάρχουν όχι μόνον άνδρες αλλά και γυναίκες που ζουν μια τέτοια ερημιτική ζωή. Συχνά αρκετοί μοναχοί και μοναχές, αφού ζήσουν την κοινοβιακή ζωή, περνούν για λίγο καιρό στη ζωή της αναχωρήσεως και αντιστρόφως. Αλλ’ όμως δεν θα μπορέσω να δώσω ονόματα και αριθμούς ως προς τους μοναχούς και τις μοναχές που ζουν με απόλυτο και οριστικό τρόπο αυτή τη ζωή, γιατί θέλουν να μένουν άγνωστοι και κρυμμένοι. Ιδιαίτερα η Μολδαβία είχε πάντοτε, μέσα στα μεγάλα δάση της, τέτοιους μοναχούς και μοναχές, που έγιναν οι πιο μεγάλοι άγιοι, γιατί δεν θέλησαν να γίνουν γνωστοί. Μόνον ένας ή δύο μοναχοί ή μοναχές μέσα στα κοινόβια γνωρίζουν τέτοιους ερημίτες ή ερημίτιδες, αλλά δεν έχουν την ευλογία να μιλήσουν γι’ αυτούς παρά μόνον μετά τον θάνατο τους. Ιδιαίτερα μοναχοί και μοναχές, που πέρασαν τη νεότητα τους εν διακονία μέσα σ’ ένα κοινόβιο, περνούν κατόπιν την ηλικιωμένη και ώριμη περίοδο της ζωής τους στην έρημο. Τούτο είναι σύμφωνο με τις οδηγίες και τις εντολές του αγίου Γρηγορίου Νύσσης και των άλλων Πατέρων, που ζητούν πρώτα τη ζωή μέσα στο Κοινόβιο και έπειτα την ερημική.
Αυτή η μορφή είναι επίσης αναγκαία για να συγκρατήσει τη θρησκευτική ζωή στον λαό. Αυτοί οι μοναχοί και μοναχές είναι οι ήρωες της πίστεως. Καθώς οι ήρωες ενός στρατεύματος συγκρατούν το θάρρος των πολεμιστών, έτσι και αυτοί. Αποτελούν την εμπροσθοφυλακή. Το γενναίο παράδειγμα σώζει το στρατό. Και οι ερημίτες συγκρατούν την τόλμη της επικοινωνίας και της ομολογίας του Θεού και μιας περισσότερο δυνατής πνευματικής ζωής μέσα στα πλήθη των πιστών. Αυτοί είναι οι μεγάλες κορυφές. Εάν εμείς δεν βλέπομε τις μεγάλες κορυφές, δεν μπορούμε να βαδίσομε προς τα ύψη.
Νομίζω ότι με αυτές τις μορφές ο Ρουμανικός Μοναχισμός βρίσκεται μέσα στο ρεύμα της ζώσης και γνήσιας ορθοδόξου μοναχικής παραδόσεως, διατηρώντας μέσα στη σύγχρονη κοινωνία το μεγάλο σταυρό της ορθοδόξου παραδόσεως. Μιας παραδόσεως μαρτυρίας και διακονίας του συγχρόνου άνθρωπου.
(+Πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Στανιλοάε, Ο Σταυρός και η χαρά στη ζωή των μοναχών, Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών, 1973).
Πηγή: http://www.pemptousia.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου