Μαρτύρησαν στη Μάκρη της Θράκης στις 6 Απριλίου 1835, Δευτέρα του Θωμά.
Όλοι οι άγιοι κατάγονταν από τη Σαμοθράκη εκτός από τον Μιχαήλ, ο οποίος καταγόταν από την Κύπρο. Όταν έγινε η επανάσταση του 1821 επέδραμαν πολλοί Τούρκοι από τις γύρω περιοχές στη Σαμοθράκη και κατέσφαξαν το μεγαλύτερο μέρος των κατοίκων, ιδιαίτερα τους άνδρες, τις δε γυναίκες και τα παιδιά τους πούλησαν σκλάβους σε διάφορα μέρη από την πατρίδα τους. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν και οι Άγιοι μάρτυρες, οι οποίοι σκλαβώθηκαν και με τη βία αρνήθηκαν τον Χριστό και έγιναν μουσουλμάνοι. Μάλιστα ο Μανουήλ ο οποίος πουλήθηκε στην Αίγυπτο, έμαθε και την αραβική γλώσσα και επιδόθηκε στη μελέτη του Κορανίου και των άλλων βιβλίων των Αράβων.
Όταν ηρέμησε η κατάσταση αργότερα, πολλοί εκπατρισμένοι Έλληνες εύρισκαν τρόπους να επαναπατρισθούν. Το ίδιο έκαναν και οι άγιοι μάρτυρες. Επέστρεψαν στη Σαμοθράκη, στα κτήματά τους, και ,εγκαταλείποντας την πλάνη, μέσα από ειλικρινή μετάνοια ζούσαν πλέον ως Χριστιανοί. Πολλές φορές καταγγέλθηκαν στις τουρκικές αρχές ως επανελθόντες στη χριστιανική πίστη από το Ισλάμ αλλά με την καταβολή χρημάτων έμεναν ανενόχλητοι. Οι Χριστιανοί κάτοικοι του νησιού πολλές φορές τους συμβούλευσαν να φύγουν και να πάνε να εγκατασταθούν στα ελεύθερα ελληνικά εδάφη, τόσο για να μη γίνονται αντικείμενο εκμετάλλευσης από τον εκάστοτε Τούρκο διοικητή, όσο και για να μη κινδυνεύει η ζωή τους. Οι Άγιοι όμως δεν το δέχονταν και παρέμεναν χωρίς να φοβούνται, εμπιστευόμενοι τον εαυτό τους στον Θεό.
Κάποτε όμως ήλθε διοικητής , ο οποίος ήταν ζηλωτής του Ισλάμ και αυστηρός τηρητής των νόμων. Έτσι διέταξε να συλληφθούν οι Άγιοι και να οδηγηθούν στη Μάκρη, όπου ήταν η έδρα της διοίκησης.
Αρχικά οι Άγιοι κλείστηκαν σε ειρκτή , σκοτεινή και απομονωμένη φυλακή, με τα πόδια στην ποδοκάκη. Όταν τους οδήγησαν μπροστά στον διοικητή άρχισε εκείνος με αυστηρότητα να τους ρωτάει για την καταγωγή τους και τη ζωή τους.
Οι άγιοι με ήρεμο τρόπο του απάντησαν :
Εμείς, άρχοντα, είμαστε Χριστιανοί από Χριστιανούς προγόνους, γεννημένοι και μεγαλωμένοι στη Σαμοθράκη. Όταν έγινε εκείνη η επιδρομή, οι γονείς μας μαζί με πολλούς άλλους θανατώθηκαν, εμείς δε πουληθήκαμε σκλάβοι. Εκεί μας πίεσαν και με το καλό και με την απειλή και δεχθήκαμε την πίστη σας. Όταν όμως μεγαλώσαμε , καταλάβαμε την πλάνη και επανήλθαμε στο φως της αληθινής προγονικής μας πίστης, για την οποία είμαστε έτοιμοι και για τον θάνατο ακόμα, προκειμένου να ζήσουμε την αιώνια ζωή.
Όταν τ’ άκουσε αυτά ο καδής , οργισμένος τους είπε :
Με ποια τόλμη, ανόητοι, περιφρονήσατε την πίστη του Μωάμεθ, η οποία σας χάρισε και τη ζωή, όταν κινδυνεύατε να θανατωθείτε, όπως και οι πρόγονοί σας, και σας υπόσχεται και μελλοντικές μεγάλες απολαύσεις ;
Εμείς, απάντησαν οι άγιοι, δεν δεχόμαστε με κανένα τρόπο να υποταχθούμε πάλι στην ασέβεια. Ο Χριστός είναι η ζωή μας, τον οποίο ζούμε και θα ζήσουμε, για τον οποίο προτιμούμε με κάθε προθυμία να πεθάνουμε, παρά τις πρόσκαιρες αμαρτωλές απολαύσεις των οποίων το αποτέλεσμα είναι η αιώνια κόλαση. Κρατήστε για τον εαυτό σας τα αγαθά που μας προτείνετε , τα οποία φθείρονται. Εμείς είμαστε Χριστιανοί και Χριστιανοί θα παραμείνουμε, απατηθήκαμε κάποτε εξαιτίας ανωριμότητας και αρνηθήκαμε τον Χριστό, που είναι η αιώνια ζωή, Τον οποίο τώρα ομολογούμε και κηρύττουμε με θάρρος μπροστά σε όλους. Στον Χριστό πιστεύουμε και Χριστιανοί θα πεθάνουμε. Δεν πρόκειται να κατορθώσεις να μας απομακρύνεις από την αλήθεια.
Εξαγριωμένος ο Τούρκος διοικητής διέταξε να τους κλείσουν στη φυλακή, με τα πόδια στο τιμωρητικό ξύλο και τα χέρια και το λαιμό δεμένα με αλυσίδες τεντωμένες, ώστε το σώμα να μένει μετέωρο. Οι άγιοι, αν και υπέφεραν, εντούτοις χαίρονταν και ευχαριστούσαν τον Θεό και παρηγορούσαν ο ένας τον άλλο.
Μη φοβηθούμε, αδελφοί, τον πρόσκαιρο θάνατο , ούτε να δειλιάσουμε από τα βασανιστήρια, διότι περνούν. Τον Θεό να φοβηθούμε που δίνει τη δύναμη σ’ όσους ελπίζουν στο όνομά Του.
Επειδή οι άγιοι ήθελαν να κοινωνήσουν, φρόντισαν οι προεστοί της Μάκρης να κλειστεί στη φυλακή κάποιος ιερέας, με το πρόσχημα ότι χρωστάει τους φόρους.
‘Έτσι οι άγιοι ενισχύθηκαν και με την παρουσία του ιερέα , με τους παρηγορητικούς του λόγους, πολύ δε περισσότερο με την θεία Κοινωνία.
Μετά από τρεις ημέρες οδηγήθηκαν μπροστά στον καδή οι άγιοι μάρτυρες ένας – ένας.
Πρώτος οδηγήθηκε ο Μανουήλ, που ήξερε αραβικά και είχε σπουδάσει το Ισλάμ. Ο άγιος όχι μόνο δεν πείστηκε αλλά αναίρεσε τα επιχειρήματα του καδή και ομολόγησε τον Χριστό.
Κατόπιν οδηγήθηκε ο μεγαλύτερος στην ηλικία Μιχαήλ. Το ίδιο και αυτός έμεινε αμετάπειστος και ομολόγησε τον Χριστό. Το ίδιο συνέβη και με τους άλλους τρεις. Κλείστηκαν πάλι στη φυλακή για εικοσιτρείς ημέρες χωρίς τροφή ενώ βασανίζονταν ποικιλοτρόπως.
Τελικά εκδόθηκε η θανατική τους καταδίκη. Με διαταγή του διοικητή έμπηξαν πάνω σε σανίδες σίδερα γυρισμένα σαν αγκίστρια , ώστε να τους ρίξουν επάνω και να θανατωθούν.
Πήραν πρώτο τον μεγαλύτερο τον Μιχαήλ και τον οδήγησαν στην αγορά, όπου τον πίεζαν να αλλαξοπιστήσει. Επειδή ο μάρτυς δεν αρνιόταν τον Χριστό, τον κατέκοψαν λεπτά κομμάτια ενώ εκείνος ο μακάριος στεκόταν όρθιος και προσευχόταν. Ήταν Δευτέρα του Θωμά.
Κατόπιν οδήγησαν τους άλλους τέσσερις στην αγορά, όπου βλέποντας πεταμένα εδώ κι εκεί τα μέλη του Μιχαήλ δόξαζαν τον Θεό.
Τους μεν δύο, τον Γεώργιο και τον Θεόδωρο τους απαγχόνισαν.
Τον δε Μανουήλ , επειδή γνώριζε την πίστη τους και ήλεγξε την πλάνη, δεν τον άφησαν να προσευχηθεί, τον οδήγησαν στα αγκίστρια ενώ τον πίεζαν να εξωμόσει. Ο άγιος τους ήλεγξε για τελευταία φορά λέγοντας : Μιαροί, εμείς πεθαίνουμε για τον Χριστό με τη θέλησή μας . Αλλοίμονο σε σας ,ασεβείς και άνομοι, ο Χριστός, ο αληθινός Θεός, θα σας αποδώσει τα επίχειρα της κακίας σας με δικαιοσύνη. Τότε τον έσπρωξαν με δύναμη και έπεσε μπρούμυτα πάνω σε κείνα τα αγκίστρια , όπου βασανιζόμενος παρέδωσε το πνεύμα του.
Τον άλλο Γεώργιο, τον νεώτερο, τον έριξαν και εκείνο στα φονικά άγκιστρα , τα οποία , ω του θαύματος, λύγισαν σα να ήταν από μολύβι. Τον σήκωσαν τότε και αφού έφεραν σιδερά να τα διορθώσει και να τα ακονίσει, τον έριξαν πάλι επάνω ενώ ο δήμιος τον πατούσε για να καρφωθεί καλά το σώμα του. Έμεινε ο άγιος βασανιζόμενος ένα εικοσιτετράωρο. Τη νύχτα πήγαιναν οι Χριστιανοί και τον παρηγορούσαν και έπαιρναν με κομμάτια υφάσματος από το μαρτυρικό του αίμα. Πολλοί Χριστιανοί και Τούρκοι θεραπεύτηκαν από διάφορες ασθένειες , ιδιαίτερα από την πανώλη που υπήρχε τότε στα μέρη εκείνα.
Επειδή επρόκειτο να περάσει κάποιος Μουσταφάς, ανώτατος αξιωματούχος , δόθηκε διαταγή να απομακρύνουν τα λείψανα των αγίων. Τον πολύαθλο Γεώργιο , επειδή ζούσε ακόμη, τον πυροβόλησαν στο κεφάλι. Επέτρεψαν δε στους Χριστιανούς να τα παραλάβουν και να τα ενταφιάσουν.
Μετά από λίγες ημέρες , όπως προείπε ο άγιος μάρτυς Μανουήλ, ο μεν ένας αιμοβόρος δήμιος, αυτός που απαγόρευσε στον Μανουήλ να προσευχηθεί ,πέθανε από πανώλη, του δε άλλου στράφηκε το πρόσωπο πίσω, θέαμα ελεεινό. Οι δε Τούρκοι αξιωματούχοι που αποφάσισαν και θανάτωσαν τους μάρτυρες περιέπεσαν σε δυσμένεια , εξορίστηκαν και θανατώθηκαν.
Όλοι οι άγιοι κατάγονταν από τη Σαμοθράκη εκτός από τον Μιχαήλ, ο οποίος καταγόταν από την Κύπρο. Όταν έγινε η επανάσταση του 1821 επέδραμαν πολλοί Τούρκοι από τις γύρω περιοχές στη Σαμοθράκη και κατέσφαξαν το μεγαλύτερο μέρος των κατοίκων, ιδιαίτερα τους άνδρες, τις δε γυναίκες και τα παιδιά τους πούλησαν σκλάβους σε διάφορα μέρη από την πατρίδα τους. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν και οι Άγιοι μάρτυρες, οι οποίοι σκλαβώθηκαν και με τη βία αρνήθηκαν τον Χριστό και έγιναν μουσουλμάνοι. Μάλιστα ο Μανουήλ ο οποίος πουλήθηκε στην Αίγυπτο, έμαθε και την αραβική γλώσσα και επιδόθηκε στη μελέτη του Κορανίου και των άλλων βιβλίων των Αράβων.
Όταν ηρέμησε η κατάσταση αργότερα, πολλοί εκπατρισμένοι Έλληνες εύρισκαν τρόπους να επαναπατρισθούν. Το ίδιο έκαναν και οι άγιοι μάρτυρες. Επέστρεψαν στη Σαμοθράκη, στα κτήματά τους, και ,εγκαταλείποντας την πλάνη, μέσα από ειλικρινή μετάνοια ζούσαν πλέον ως Χριστιανοί. Πολλές φορές καταγγέλθηκαν στις τουρκικές αρχές ως επανελθόντες στη χριστιανική πίστη από το Ισλάμ αλλά με την καταβολή χρημάτων έμεναν ανενόχλητοι. Οι Χριστιανοί κάτοικοι του νησιού πολλές φορές τους συμβούλευσαν να φύγουν και να πάνε να εγκατασταθούν στα ελεύθερα ελληνικά εδάφη, τόσο για να μη γίνονται αντικείμενο εκμετάλλευσης από τον εκάστοτε Τούρκο διοικητή, όσο και για να μη κινδυνεύει η ζωή τους. Οι Άγιοι όμως δεν το δέχονταν και παρέμεναν χωρίς να φοβούνται, εμπιστευόμενοι τον εαυτό τους στον Θεό.
Κάποτε όμως ήλθε διοικητής , ο οποίος ήταν ζηλωτής του Ισλάμ και αυστηρός τηρητής των νόμων. Έτσι διέταξε να συλληφθούν οι Άγιοι και να οδηγηθούν στη Μάκρη, όπου ήταν η έδρα της διοίκησης.
Αρχικά οι Άγιοι κλείστηκαν σε ειρκτή , σκοτεινή και απομονωμένη φυλακή, με τα πόδια στην ποδοκάκη. Όταν τους οδήγησαν μπροστά στον διοικητή άρχισε εκείνος με αυστηρότητα να τους ρωτάει για την καταγωγή τους και τη ζωή τους.
Οι άγιοι με ήρεμο τρόπο του απάντησαν :
Εμείς, άρχοντα, είμαστε Χριστιανοί από Χριστιανούς προγόνους, γεννημένοι και μεγαλωμένοι στη Σαμοθράκη. Όταν έγινε εκείνη η επιδρομή, οι γονείς μας μαζί με πολλούς άλλους θανατώθηκαν, εμείς δε πουληθήκαμε σκλάβοι. Εκεί μας πίεσαν και με το καλό και με την απειλή και δεχθήκαμε την πίστη σας. Όταν όμως μεγαλώσαμε , καταλάβαμε την πλάνη και επανήλθαμε στο φως της αληθινής προγονικής μας πίστης, για την οποία είμαστε έτοιμοι και για τον θάνατο ακόμα, προκειμένου να ζήσουμε την αιώνια ζωή.
Όταν τ’ άκουσε αυτά ο καδής , οργισμένος τους είπε :
Με ποια τόλμη, ανόητοι, περιφρονήσατε την πίστη του Μωάμεθ, η οποία σας χάρισε και τη ζωή, όταν κινδυνεύατε να θανατωθείτε, όπως και οι πρόγονοί σας, και σας υπόσχεται και μελλοντικές μεγάλες απολαύσεις ;
Εμείς, απάντησαν οι άγιοι, δεν δεχόμαστε με κανένα τρόπο να υποταχθούμε πάλι στην ασέβεια. Ο Χριστός είναι η ζωή μας, τον οποίο ζούμε και θα ζήσουμε, για τον οποίο προτιμούμε με κάθε προθυμία να πεθάνουμε, παρά τις πρόσκαιρες αμαρτωλές απολαύσεις των οποίων το αποτέλεσμα είναι η αιώνια κόλαση. Κρατήστε για τον εαυτό σας τα αγαθά που μας προτείνετε , τα οποία φθείρονται. Εμείς είμαστε Χριστιανοί και Χριστιανοί θα παραμείνουμε, απατηθήκαμε κάποτε εξαιτίας ανωριμότητας και αρνηθήκαμε τον Χριστό, που είναι η αιώνια ζωή, Τον οποίο τώρα ομολογούμε και κηρύττουμε με θάρρος μπροστά σε όλους. Στον Χριστό πιστεύουμε και Χριστιανοί θα πεθάνουμε. Δεν πρόκειται να κατορθώσεις να μας απομακρύνεις από την αλήθεια.
Εξαγριωμένος ο Τούρκος διοικητής διέταξε να τους κλείσουν στη φυλακή, με τα πόδια στο τιμωρητικό ξύλο και τα χέρια και το λαιμό δεμένα με αλυσίδες τεντωμένες, ώστε το σώμα να μένει μετέωρο. Οι άγιοι, αν και υπέφεραν, εντούτοις χαίρονταν και ευχαριστούσαν τον Θεό και παρηγορούσαν ο ένας τον άλλο.
Μη φοβηθούμε, αδελφοί, τον πρόσκαιρο θάνατο , ούτε να δειλιάσουμε από τα βασανιστήρια, διότι περνούν. Τον Θεό να φοβηθούμε που δίνει τη δύναμη σ’ όσους ελπίζουν στο όνομά Του.
Επειδή οι άγιοι ήθελαν να κοινωνήσουν, φρόντισαν οι προεστοί της Μάκρης να κλειστεί στη φυλακή κάποιος ιερέας, με το πρόσχημα ότι χρωστάει τους φόρους.
‘Έτσι οι άγιοι ενισχύθηκαν και με την παρουσία του ιερέα , με τους παρηγορητικούς του λόγους, πολύ δε περισσότερο με την θεία Κοινωνία.
Μετά από τρεις ημέρες οδηγήθηκαν μπροστά στον καδή οι άγιοι μάρτυρες ένας – ένας.
Πρώτος οδηγήθηκε ο Μανουήλ, που ήξερε αραβικά και είχε σπουδάσει το Ισλάμ. Ο άγιος όχι μόνο δεν πείστηκε αλλά αναίρεσε τα επιχειρήματα του καδή και ομολόγησε τον Χριστό.
Κατόπιν οδηγήθηκε ο μεγαλύτερος στην ηλικία Μιχαήλ. Το ίδιο και αυτός έμεινε αμετάπειστος και ομολόγησε τον Χριστό. Το ίδιο συνέβη και με τους άλλους τρεις. Κλείστηκαν πάλι στη φυλακή για εικοσιτρείς ημέρες χωρίς τροφή ενώ βασανίζονταν ποικιλοτρόπως.
Τελικά εκδόθηκε η θανατική τους καταδίκη. Με διαταγή του διοικητή έμπηξαν πάνω σε σανίδες σίδερα γυρισμένα σαν αγκίστρια , ώστε να τους ρίξουν επάνω και να θανατωθούν.
Πήραν πρώτο τον μεγαλύτερο τον Μιχαήλ και τον οδήγησαν στην αγορά, όπου τον πίεζαν να αλλαξοπιστήσει. Επειδή ο μάρτυς δεν αρνιόταν τον Χριστό, τον κατέκοψαν λεπτά κομμάτια ενώ εκείνος ο μακάριος στεκόταν όρθιος και προσευχόταν. Ήταν Δευτέρα του Θωμά.
Κατόπιν οδήγησαν τους άλλους τέσσερις στην αγορά, όπου βλέποντας πεταμένα εδώ κι εκεί τα μέλη του Μιχαήλ δόξαζαν τον Θεό.
Τους μεν δύο, τον Γεώργιο και τον Θεόδωρο τους απαγχόνισαν.
Τον δε Μανουήλ , επειδή γνώριζε την πίστη τους και ήλεγξε την πλάνη, δεν τον άφησαν να προσευχηθεί, τον οδήγησαν στα αγκίστρια ενώ τον πίεζαν να εξωμόσει. Ο άγιος τους ήλεγξε για τελευταία φορά λέγοντας : Μιαροί, εμείς πεθαίνουμε για τον Χριστό με τη θέλησή μας . Αλλοίμονο σε σας ,ασεβείς και άνομοι, ο Χριστός, ο αληθινός Θεός, θα σας αποδώσει τα επίχειρα της κακίας σας με δικαιοσύνη. Τότε τον έσπρωξαν με δύναμη και έπεσε μπρούμυτα πάνω σε κείνα τα αγκίστρια , όπου βασανιζόμενος παρέδωσε το πνεύμα του.
Τον άλλο Γεώργιο, τον νεώτερο, τον έριξαν και εκείνο στα φονικά άγκιστρα , τα οποία , ω του θαύματος, λύγισαν σα να ήταν από μολύβι. Τον σήκωσαν τότε και αφού έφεραν σιδερά να τα διορθώσει και να τα ακονίσει, τον έριξαν πάλι επάνω ενώ ο δήμιος τον πατούσε για να καρφωθεί καλά το σώμα του. Έμεινε ο άγιος βασανιζόμενος ένα εικοσιτετράωρο. Τη νύχτα πήγαιναν οι Χριστιανοί και τον παρηγορούσαν και έπαιρναν με κομμάτια υφάσματος από το μαρτυρικό του αίμα. Πολλοί Χριστιανοί και Τούρκοι θεραπεύτηκαν από διάφορες ασθένειες , ιδιαίτερα από την πανώλη που υπήρχε τότε στα μέρη εκείνα.
Επειδή επρόκειτο να περάσει κάποιος Μουσταφάς, ανώτατος αξιωματούχος , δόθηκε διαταγή να απομακρύνουν τα λείψανα των αγίων. Τον πολύαθλο Γεώργιο , επειδή ζούσε ακόμη, τον πυροβόλησαν στο κεφάλι. Επέτρεψαν δε στους Χριστιανούς να τα παραλάβουν και να τα ενταφιάσουν.
Μετά από λίγες ημέρες , όπως προείπε ο άγιος μάρτυς Μανουήλ, ο μεν ένας αιμοβόρος δήμιος, αυτός που απαγόρευσε στον Μανουήλ να προσευχηθεί ,πέθανε από πανώλη, του δε άλλου στράφηκε το πρόσωπο πίσω, θέαμα ελεεινό. Οι δε Τούρκοι αξιωματούχοι που αποφάσισαν και θανάτωσαν τους μάρτυρες περιέπεσαν σε δυσμένεια , εξορίστηκαν και θανατώθηκαν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου