Τὰ ἐκκλησιαστικὰ ἔντυπα, ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον, ἔχουν τὴν ἰδιαιτερότητα νὰ γράφονται μὲ τὶς λέξεις πολυτονισμένες.
Πολλοὶ σπεύδουν νὰ ἑρμηνεύσουν τούτη
τὴν χρήση τῶν τόνων καὶ τῶν πνευμάτων ἐξαπολύοντας τὴν μομφὴ πρὸς τὴν Ἐκκλησία, πὼς εἶναι ἀγκιστρωμένη στὸ παρελθόν, χωρὶς νὰ μπορεῖ νὰ προσαρμοστεῖ στὶς παροῦσες ἀπαιτήσεις τῶν καιρῶν. Κι ὅμως ὁ πολυτονισμὸς τῶν λέξεων στὰ ἐκκλησιαστικὰ ἔγγραφα δὲν γίνεται στὶς μέρες μας ἁπλὰ καὶ μόνο γιὰ νὰ τηρηθεῖ μία παράδοση, ἀλλὰ γιατὶ ἡ Ἐκκλησία ἔχει κάτι οὐσιαστικὸ νὰ ἐξηγήσει στοὺς νεοέλληνες.
τὴν χρήση τῶν τόνων καὶ τῶν πνευμάτων ἐξαπολύοντας τὴν μομφὴ πρὸς τὴν Ἐκκλησία, πὼς εἶναι ἀγκιστρωμένη στὸ παρελθόν, χωρὶς νὰ μπορεῖ νὰ προσαρμοστεῖ στὶς παροῦσες ἀπαιτήσεις τῶν καιρῶν. Κι ὅμως ὁ πολυτονισμὸς τῶν λέξεων στὰ ἐκκλησιαστικὰ ἔγγραφα δὲν γίνεται στὶς μέρες μας ἁπλὰ καὶ μόνο γιὰ νὰ τηρηθεῖ μία παράδοση, ἀλλὰ γιατὶ ἡ Ἐκκλησία ἔχει κάτι οὐσιαστικὸ νὰ ἐξηγήσει στοὺς νεοέλληνες.
Ὁ τρόπος ποὺ οἱ ἄνθρωποι κάθε ἐποχῆς ἐπιλέγουν νὰ χαράσσουν τὰ λόγια καὶ τὶς λέξεις τους σ’ ἕνα κομμάτι χαρτί, κρύβει τὶς ἀφετηρίες τοῦ τρόπου ποὺ ἔχουν ἐπιλέξει νὰ ζοῦν. Ἡ ἀπόφαση πρὶν λίγες δεκαετίες νὰ μεταβοῦμε σ’ ἕνα μονοτονικὸ τρόπο γραφῆς τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας, πέρα ἀπὸ τὰ ὅποια ἐπιχειρήματα τῶν ἐμπνευστῶν της, ἔκρυβε δύο συνιστῶσες τοῦ «τρόπου» τοῦ σύγχρονου Ἕλληνα: τὴν χρηστικότητα καὶ τὴν εὐκολία. Μὲ ἄλλα λόγια, ἡ ὀξεία, ἡ περισπωμένη, ἡ βαρεία, ἡ ψιλὴ καὶ ἡ δασεία μοῦ εἶναι ἄχρηστα, ἀφοῦ δὲν ἔχω ἕνα ἄμεσο καὶ χειροπιαστὸ κέρδος ἀπὸ τὴν χρησιμοποίησή τους (δὲν διαβάζω διαφορετικὰ κάποια λέξη ἂν συνοδεύεται ἀπὸ τὸν ἕνα ἢ τὸν ἄλλο τόνο ἢ ἀπὸ ἕνα πνεῦμα). Ἐπιπρόσθετα ἐπειδὴ μὲ δυσκολεύει ὁ πολυτονισμὸς τῶν λέξεων, μὲ τὸ πλῆθος τῶν κανόνων ποὺ πρέπει νὰ κατέχω, προτιμῶ μιὰ ἁπλουστευτικὴ χρήση τῆς γραφῆς, ὅπου ὅλα χωροῦν σὲ ἕνα καὶ μόνο τόνο.
Αὐτὸς ὁ τρόπος τοῦ πολιτεύεσθαι εἶναι ποὺ μᾶς ἔχει ὁδηγήσει στὴ σημερινὴ κρίση. Δεχθήκαμε ὡς ἀπόλυτο κριτήριο βίου τὸ ἄμεσο καὶ γρήγορο κέρδος. Ὅ,τι δὲν μοῦ τὸ ἐξασφάλιζε ἦταν ἀποριπτέο, γιατὶ δὲν ἦταν χρηστικό. Ἀποδεχθήκαμε τὸν τρόπο τῆς εὐκολίας, ἀρνούμενοι νὰ ἀναμετρηθοῦμε μὲ τὶς προκλήσεις καὶ τὶς δυσχέρειες τῶν καιρῶν μας, ἀποδιώχνοντας μὲ κάθε τρόπο ὅ,τι μᾶς ἀνάγκαζε νὰ κοπιάσουμε. Ὀλισθαίνοντας σ’ αὐτὲς τὶς ἐπιλογὲς φτάσαμε ὣς ἐδῶ, ἔχοντας ἀπωλέσει ὅλα αὐτὰ τὰ μικρὰ «περιττά», καὶ καθ’ ὅλα ἀπαραίτητα, ποὺ θὰ «διευκόλυναν» τὸ βίο μας μέσα ἀπὸ τὴν σπουδὴ καὶ τὴ μαθητεία στὴ δυσκολία.
Σὲ τούτη τὴ λογικὴ τῆς γρήγορης ἐξαργύρωσης ἑνὸς κέρδους καὶ τῆς προτίμησης τῶν εὔκολων λύσεων, ἔρχεται ἡ Ἐκκλησία νὰ προβάλλει ἀντίλογο, μὲ τὴν πράκτική της νὰ συνεχίζει νὰ ὀμορφαίνει τὰ λόγια της μὲ τὰ στολίδια τῶν λέξεων, τοὺς τόνους καὶ τὰ πνεύματα, ποὺ ἀχθοφοροῦν ἐδῶ καὶ αἰῶνες τὸ ἦθος τῆς ἀσκήσεως καὶ τοῦ μόχθου· ποὺ παιδαγωγοῦν τὰ πρόσωπα, ὥστε σὲ κάθε περίσταση, νὰ ἔχουν τὸ σθένος νὰ ἐπιλέγουν τὴν στενὴ ὁδὸ τῆς ἀρετῆς.
Πηγή: Προλογικὸ Μηνιαίου Περιοδικοῦ Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πειραιῶς«Πειραϊκὴ Ἐκκλησία». Ἔτος 21ο, τεῦχος 231, Νοέμβριος 2011, σελίδα 7. http://www.imp.gr/Periodiko.htm
proskorinthious.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου