Η παράθεση των ονομάτων μαρτυρεί την πεποίθηση της Εκκλησίας ότι ο Χριστός ως άνθρωπος υπήρξε ιστορικό πρόσωπο. Δεν είναι μόνο οι μαρτυρίες των ιστορικών της εποχής και μάλιστα των μη χριστιανών (Τάκιτος, Ιώσηπος) που τεκμηριώνουν την βεβαιότητα της Εκκλησίας. Είναι και το γεγονός ότι ο Χριστός θεωρήθηκε από τους συμπατριώτες Του γνήσιο Ιουδαίος. Θα συναντήσουμε αρκετές αναφορές στην Καινή Διαθήκη, με χαρακτηριστικότερες την απορία των Ιουδαίων πώς γνώριζε να ερμηνεύει την Γραφή, μολονότι δεν είχε σπουδάσει και δεν είχε γίνει νομοδιδάσκαλος, για την άρνηση των συμπατριωτών Του στην Ναζαρέτ να δεχθούν το κήρυγμά Του, διότι δεν ανέχονταν «από τον υιό του Ιωσήφ», όπως πίστευαν ότι ήταν, να τους διδάσκει, για το προσωνύμιο «Ναζωραίος», το οποίο Τον συνόδευσε μέχρι το σταυρικό θάνατο. Αυτά τα στοιχεία μαρτυρούν πως ο γενεαλογικός κατάλογος τον οποίο παραθέτει ο Ματθαίος, γράφοντας ένα Ευαγγέλιο που απευθυνόταν στους χριστιανούς εξ Ιουδαίων, δείχνει ότι για την Εκκλησία ο Χριστός ήταν κατά πάντα άνθρωπος.
Στο απόσπασμα, το οποίο διαβάζουμε την Κυριακή προ Χριστού Γεννήσεως, ο ευαγγελιστής θα κάνει μία διάκριση. Χωρίς να αρνείται την ένταξη του Χριστού στην ιουδαϊκή κοινότητα, θα επισημάνει ότι η σύλληψη και η γέννησή Του δεν ήταν όμοια με αυτές των υπολοίπων ανθρώπων. Δεν μιλά για έναν Θεό-φάντασμα, όπως οι μετέπειτα μεγάλες αιρέσεις, οι οποίες ξεκινούν από τους «γνωστικούς» και συνεχίζουν με τους οπαδούς του μονοφυσιτισμού και των παραλλαγών του. Μιλά για έναν Θεό που λαμβάνει σάρκα και οστά, δεν ξεκινά όμως η κατά άνθρωπον ύπαρξή Του με τον φυσικό τρόπο που ξεκινά η ύπαρξη κάθε ανθρώπου, δηλαδή με την ένωση του άνδρα και της γυναίκας. Στο πρόσωπο του Χριστού έχουμε έναν συνδυασμό του φυσικού με το θεϊκό (Ματθ. 1, 18). Από την πρώτη στιγμή της δημιουργίας του ανθρώπου ο Τριαδικός Θεός κρατά την παρουσία του Αγίου Πνεύματος. Από την ανθρώπινη φύση ο Τριαδικός Θεός ζητά την παρουσία της γυναίκας, η οποία αποδέχεται την θεϊκή πρόσκληση και συνεργεί. Στην αρχή του κόσμου ο άνθρωπος δεν υπήρχε και τα πάντα έγιναν σύμφωνα με τον λόγο «Ο Πατήρ δι’ Υιού εν Αγίω Πνεύματι». Τώρα ο Τριαδικός Θεός υπερβαίνει τον φυσικό νόμο του «αυξάνεσθε και πληθύνεσθε», που ο Ίδιος δημιούργησε, χωρίς όμως να εκμηδενίζει τον άνθρωπο. Είναι μυστήριο η ενανθρώπηση. Είναι υπέρ την φύσιν γεγονός η Σάρκωση. Όμως δεν είναι και εκτός της φύσεως. Αλλιώς θα επρόκειτο για μία μεταμόρφωση του Θεού σε άνθρωπο, η οποία όμως δεν θα άφηνε περιθώρια στην ανθρώπινη ελευθερία να λειτουργήσει. Αν ο Θεός δε γινόταν άνθρωπος με την συνέργεια και του ανθρώπου, τότε κανείς μας δεν θα μπορούσε να γίνει θεός, αφού τα πάντα θα εξαρτώνταν μόνο από τον Θεό. Τότε θα είχαμε μόνο έναν απόλυτο προορισμό ή την μοίρα που θα επέλεγε ο Θεός σε ό,τι αφορά στην σωτηρία μας, στην κοινωνία μας δηλαδή με το Θεό και τη θέωση. Αφού ο άνθρωπος δεν διαδραματίζει κανένα ρόλο στην ενανθρώπηση του Θεού, τότε δεν έχει κανένα ρόλο ούτε στην υπόθεση της δικής του σωτηρίας. Όσους θέλει ο Θεός, αυτοί και θα σώζονται.
Υπάρχει κι ένα τρίτο σημείο, στο οποίο αξίζει να σταθούμε. Είναι το γεγονός της εκπλήρωσης των προφητειών της Παλαιάς Διαθήκης στο πρόσωπο του Χριστού. Ο ευαγγελιστής παραθέτει τον λόγο του προφήτη Ησαΐα ότι «ιδού η παρθένος εν γαστρί έξει και τέξεται υιόν και καλέσουσι το όνομα αυτού Εμμανουήλ» (Ματθ. 1, 23), για να δείξει στους ανθρώπους ότι ο Χριστός δεν είναι απλώς μία συνέχεια γενεαλογική των κατά σάρκα προγόνων Του. Έρχεται για να εκπληρώσει μία αποστολή: να υλοποιήσει την επαγγελία του Θεού για την αποστολή του Μεσσία στον κόσμο. Την ίδια στιγμή τερματίζει ουσιαστικά το δέντρο, γιατί και ο Ίδιος και το έργο Του ανήκουν σε όλους τους ανθρώπους. Δεν είναι η φυσική συγγένεια που θα Τον καταξιώσει, άξιο τέκνο δηλαδή μιας σπουδαίας γενιάς. Είναι το νέο δέντρο που θα ξεκινήσει από τον Ίδιο, δηλαδή η Εκκλησία, στο οποίο πλέον συγγενείς του Χριστού, φίλοι και παιδιά Του μπορούν να γίνουν όσοι αποδέχονται αυτή την διπλή αποστολή, όπως εκφράζεται με τα ονόματά Του: «Ιησούς» σημαίνει ότι «ο Θεός σώζει το λαό Του» δι’ Αυτού και «Εμμανουήλ» σημαίνει ότι «ο Θεός είναι μαζί μας». Όποιος αποδεχτεί ότι ο Θεός προνοεί, αγαπά και βρίσκεται συνεχώς μαζί με τον καθένα, ανήκει στον σεσωσμένο λαό, που δεν περιορίζεται μόνο στους Ιουδαίος, αλλά περιλαμβάνει σύμπασα την ανθρωπότητα, ζώντες και κεκοιμημένους, αγίους και αμαρτωλούς, αρκεί να αναγνωρίσουν στο πρόσωπο του Χριστού τον Σωτήρα, αρκεί να επιστρέψουν κοντά Του, μετανοώντας για τις αμαρτίες και αρκεί να ζήσουν τη ζωή της αγάπης μέσα στην Εκκλησία.
Με την καταγραφή του γενεαλογικού δέντρου του Χριστού η Εκκλησία μας καλεί να εορτάσουμε τα Χριστούγεννα νιώθοντας χαρά, διότι για μας γεννήθηκε ο Σωτήρας, όχι όμως χωρίς εμάς. Να συνειδητοποιήσουμε το δώρο της ελευθερίας που μας δόθηκε και να αποδεχτούμε την πρόσκληση του Θεού, κατά τον λόγο του Μεγάλου Αθανασίου: «Ο Θεός ενηνθρώπησε, ίνα ημείς θεοποιηθώμεν». Και να αναζητήσουμε την πορεία μας προς τη θέωση παλεύοντας με την ελευθερία μας, μέσα στη ζωή της Εκκλησίας. Μπορεί η εορτή για τους πολλούς να έχει χάσει το πνευματικό της περιεχόμενο και σ’ αυτό έχουμε μερίδιο ευθύνης κι εμείς οι χριστιανοί, γιατί τα έργα μας δεν έχουν πάντοτε σχέση με Αυτόν που δηλώνουμε ότι πιστεύουμε, δηλαδή το Χριστό. Στην δύσκολη όμως πραγματικότητά μας οι εορτές της πίστης αποτελούν ευκαιρία πνευματικής ανάνηψης, η οποία θα φέρει και γενικότερη αφύπνιση. Ας μην χάσουμε την ευκαιρία.
Κέρκυρα, 23 Δεκεμβρίου 2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου