Ο άνθρωπος που αισθάνεται εντελώς "σαν στο σπίτι του" σ' αυτόν τον κόσμο, που ποτέ δε δοκίμασε νοσταλγία για μια διαφορετική πραγματικότητα, δεν μπορεί να κατανοήσει τις τύψεις, ούτε τη μετάνοια. Και αυτή δεν είναι απλώς μια τυπική απαρίθμηση των ελαττωμάτων, των λαθών, ακόμη και των εγκλημάτων κάποιου. Οι τύψεις και η μετάνοια γεννιούνται από το αίσθημα της αποξένωσης από το Θεό και από τη χαρά που δίνει η κοινωνία μαζί Του. Είναι σχετικά εύκολο να παραδεχθώ τα λάθη και τα ελαττώματά μου, αλλά πόσο δυσκολότερο είναι να αναγνωρίσω ξαφνικά πως έχω συντρίψει, προδώσει, και χάσει την πνευματική μου ομορφιά, πως βρίσκομαι τόσο μακριά από το αληθινό μου σπίτι, από την αληθινή μου ζωή• πως κάτι στο ίδιο το υλικό της ζωής μου, κάτι πολύτιμο, καθαρό και όμορφο έχει καταστραφεί και διαλυθεί. Μετάνοια είναι ακριβώς αυτή η αναγνώριση, και γι’ αυτό περιλαμβάνει κατ' ανάγκην τη βαθιά επιθυμία επιστροφής, την επανεύρεση του χαμένου σπιτιού.
Ξαφνικά αρχίζω να αντιλαμβάνομαι πως ο ουράνιος Πατέρας μου έχει δώσει ένα θησαυροφυλάκιο με ανεκτίμητα δώρα: πρώτον, την ίδια τη ζωή και τη δυνατότητα να τη χαίρομαι γνήσια, που σημαίνει πως μπορώ να τη μεταμορφώσω σε νόημα, αγάπη, γνώση. Και δεύτερον μου έδωσε μια νέα ζωή μέσω του Υιού Του Ιησού Χριστού. Μου έδειξε την αιώνια Βασιλεία Του, τη χαρά και την ειρήνη του αγίου Πνεύματος. Μου δόθηκε ή γνώση του Θεού και μ' αυτή τη γνώση μου δόθηκε ή δύναμη να γίνω ένα ελεύθερο και αγαπητό παιδί του Θεού. Τα έχασα όλα αυτά, τα απέρριψα, όχι μόνο με συγκεκριμένες "αμαρτίες" και "παραβάσεις", αλλά με τη μεγαλύτερη αμαρτία: με την αναχώρησή μου "εις χώραν μακράν", με την επιλογή μιας ξένης χώρας, με το χωρισμό, με την απόσυρση...
Ο άσωτος υιός όμως θυμήθηκε. Θυμήθηκε τον Πατέρα, το σπίτι του Πατέρα, και τη χαμένη χαρά της ζωής. Σηκώθηκε και επέστρεψε, και ο Πατέρας τον δέχθηκε και τον συγχώρησε. Κατά τη διάρκεια αυτών των Κυριακών της προετοιμασίας πριν από τη Σαρακοστή στην εκκλησία ψάλλουμε τους στίχους του 136ου Ψαλμού: "Επί των ποταμών Βαβυλώνος εκεί εκαθίσαμεν και εκλαύσαμεν εν τω μνησθήναι ημάς της Σιών...". Ψάλλουμε αυτόν τον ύμνο της εξορίας και της αποξένωσης, αλλά και της μετάνοιας, της αγάπης και της επιστροφής. Να μπορούσαμε μόνο να ξεφύγουμε από τη μικρότητα της ζωής και να καταφεύγαμε στη μνήμη της καρδιάς και της ψυχής που αναγνωρίζει πως αυτή δεν μπορεί να είναι η πραγματική ζωή, δεν είναι η ζωή που θα έπρεπε πραγματικά να ζούμε. Μέσα από μια μυστηριώδη και μυστική μνήμη, η καρδιά και η ψυχή γνωρίζουν και θυμούνται τον "απολεσθέντα οίκο του Πατρός" και τη χαμένη χαρά της ζωής.
"Αναστάς πορεύσομαι...". Πόσο απλό αλλά καί πόσο δύσκολο. Από αυτά όμως τα λόγια εξαρτώνται όλα τα άλλα, στη ζωή μου αλλά και στη ζωή του κόσμου που με περιβάλλει. Όλα εξαρτώνται από την αυθεντική μετάνοια, από αυτόν το φωτισμό του νου, της καρδιάς και της ψυχής που αναγνωρίζει ταυτόχρονα το σκοτάδι, την πίκρα και τη θλίψη της πεσμένης μας ζωής, και το φως της θείας αγάπης, που προσδοκά ανά πάσα στιγμή να πληρώσει αυτή τη ζωή.
Από το βιβλίο του π. Αλεξάνδρου Σμέμαν, Εορτολόγιο, εκδ. Ακρίτας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου