29 Απρ 2011

Η Χριστιανική ζωή ως πορεία μαρτυρίου και θριάμβου, του π. Ανδρέα Αγαθοκλέους

Ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος, στους Ασκητικούς του λόγους, αναφέρει για έναν νεαρό μοναχό, που ευρισκόμενος σε λύπη πειρασμών, επισκέφθηκε έναν γέροντα. Περιγράφει ως εξής την επίσκεψη: « Αυτός δε ο μακάριος, ασθενής ων, έκειτο. Αφού δε ησπάσθην αυτόν, και εκάθισα πλησίον αυτού, είπον προς αυτόν: «εύχου, πάτερ, υπέρ εμού, διότι πολύ θλίβομαι από τους πειρασμούς των δαιμόνων». Eκείνος δε ανοίξας τους οφθαλμούς αυτού, και ατενίσας προς εμέ, είπε:« τεκνον, συ εισέτι νέος υπάρχεις, και ο Θεός δεν αφίνει εις σε πειρασμούς». Kαι εγώ είπον, «ναι, και νέος ειμί, και πειρασμούς έχω δυνατών ανθρώπων». Kαι εκείνος πάλιν είπε, « λοιπόν ο Θεός θέλει να σε σοφίση» εγώ δε απήντησα, « και πώς θέλει να με σοφίση, ενώ καθημέραν κινδυνεύω τον ψυχικόν θάνατον»; και εκείνος, «σιώπα, τέκνον, ο Θεός σε αγαπά και μέλλει να σοι δώσει την χάριν του»(1).
Εξ αρχής και πάντοτε, οι πειρασμοί συνοδεύουν την πορεία μας προς την Βασιλεία. « Κανένας δεν θα μπορέσει να εισέλθει στην Βασιλεία των ουρανών, αν είναι απείραστος. Διότι, λέγει, αφαίρεσε τους πειρασμούς και κανένας δεν σώζεται»(2).
Γιατί όμως είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την Βασιλεία, η παρουσία των πειρασμών; Η απάντηση δεν είναι απλή. «Τις γαρ έγνω νουν Κυρίου;»(3) Ωστόσο, μέσα από την εμπειρία της πνευματικής πορείας, μπορούμε να διακρίνουμε κάποιους ουσιαστικούς λόγους που ο Θεός επιτρέπει να ζήσουν οι άνθρωποι πειρασμούς και μάλιστα σε κάποιες περιπτώσεις έντονους.
Όπως στο πιο πάνω περιστατικό, που φαίνεται πως οι πειρασμοί σε νέο άνθρωπο στόχευαν στην παραχώρηση της Θείας Χάριτος. Για να γίνει ικανό το σκεύος να δεκτεί δυνατή χάρη, δέχεται προηγουμένως δυνατούς πειρασμούς. Η ένταση τους καθορίζει και της ένταση της Χάρης.
Ένας άλλος λόγος είναι η φανέρωση της δύναμης του Θεού. Οπως στον Απόστολο Παύλο που, αναφέροντας τις αποκαλύψεις που του έκαμε ο Θεός, αποκαλύπτει και τον πειρασμό που είχε. Αλλά συγχρόνως και την πάλη που κάμνει με το Θεό παρακαλώντας τον τρις « ίνα αποστή απ’αυτού» τον άγγελον σατάν.(4) Κι εκείνος, δεν κάμνει το αίτημα του απαντώντας του « αρκεί σοι η χάρις μου η γαρ δύναμις μου εν ασθενεία τελειούται»(5).
Πειρασμός ακόμα, που αποκαλύπτεται η δύναμη του Θεού, είναι και η αίσθηση αποτυχίας στο πνευματικό έργο. Γράφει ο καθηγούμενος της Σιμωνόπετρας Αρχιμ. Αιμιλιανός « Πού είναι η πληθύς των αποστολικών Εκκλησιών τας οποίας ίδρυσαν οι Απόστολοι εις την Ανατολήν; Πού είναι τα κατορθώματα και τα θαύματα τα οποία επετέλεσαν τόσοι Άγιοι; Τι έγινε με τα κηρύγματα μυριάδων κηρύκων του θείου Λόγου; Ο κόσμος συνεχίζει να κυλίεται εις τον βόρβορον της αμαρτίας. Και τα ιδικά μας τα παιδιά και τα ιδικά μας τα ποίμνια και οι ιδικοί μας οι άνθρωποι, υπέρ ων κουραζόμεθα και αγωνιζόμεθα, ας το γνωρίζωμεν, θα ζουν μέσα εις την αμαρτίαν της καρδίας των, μέσα εις τα πάθη εις τα οποία ζη ολόκληρος η κοινωνία. Θα επιβιώσουν όμως εις την αιωνιότητα με το άρπαγμα που θα τους κάμη ο Θεός εις την ωρισμένην δι’έκαστον στιγμήν, την οποίαν ο ίδιος γνωρίζει»(6).
Σύμφωνα με τον Αββά Ισαάκ το Σύρο οι πειρασμοί επιτρέπονται για να ταπεινωθεί το φρόνημα του ανθρώπου και να πλησιάσει αληθινά τον Θεό. Γράφει: « Όταν δε η θεία χάρις ίδη, ότι ο άνθρωπος ήρξατο διά του λογισμού να υψηλοφρονή, ευθύς παραχωρεί, ίνα έλθωσιν εις αυτόν ισχυρότεροι πειρασμοί, και πολεμούντες νικήσωσιν αυτόν, όπως γνωρίση την ιδίαν αυτού ασθένειαν, και καταφύγη και πλησιάση μετά ταπεινώσεως προς τον Θεόν»(7) και ακόμα « Διά τούτο ο Θεός συγχωρεί εις τους αγίους αιτίας ταπεινώσεως και συντριμμού καρδίας, γινομένου δι’εμπόνου προσευχής, ίνα όσοι αγαπώσιν αυτόν, πλησιάσωσι προς αυτόν δια της ταπεινώσεως και πολλάκις μεν φοβίζει αυτούς δια των σωματικών παθών και της πτώσεως των αισχρών και μιαρών ενθυμήσεων, πολλάκις δε και δι’ ανθρωπίνων ονειδισμών και ύβρεων, ενίοτε δε διά σωματικών ασθενειών και αρρωστημάτων, και άλλοτε δια της ενδείας των αναγκαίων χρειών του σώματος και ποτέ μεν δια κόπων και μόχθων μεγάλου φόβου και εγκαταλείψεως και του φανερού πολέμου του διαβόλου, ποτέ δε δια διαφόρων φοβερών πραγμάτων. Ταύτα δε πάντα συμβαίνουσιν εις αυτούς, ίνα έχωσιν αιτίας ταπεινώσεως, και μη εμπέσωσιν εις αμέλειαν, ή συμβαίνουσι χάριν των πραγμάτων εκείνων, εις τα οποία ησθένησε ψυχικώς ο αγωνιστής, ή και διά τον φόβον των μελλόντων κακών. Ώστε εξ’ ανάγκης είναι επωφελείς οι πειρασμοί εις τους ανθρώπους»(8).
Ένας στίχος τραγουδιού λέγει « όλα είναι ίδια αν δεν τα αγαπάς». Η πνευματική ζωή δεν είναι επανάληψη των ιδίων πραγμάτων, της ίδιας μονότονης πορείας. Έχει ενδιαφέρον, χαρά και χάρη. Άλλά χρειάζεται λεβεντιά, αρχοντιά, κατά σύγχρονο γέροντα. Ο π. Μωυσής Αγιορείτης θα παρατηρήσει: « Η κακομοιριά είναι απ’ τις πιο μεγάλες φτώχειες του Χριστιανού. Το μεγαλύτερο λάθος είναι αυτή την κακομοιριά να την λέμε ταπείνωση»(9).
Κάποτε ένας ασκητής είδε τον υποτακτικό του να ταλαιπωρείται από τους πειρασμούς και τον ρώτησε « Θέλεις να παρακαλέσω τον Θεό να σε λυτρώσει από τον πόλεμο;» Ο υποτακτικός σοφά αποκρίθηκε: « Αν και κοπιάζω, γέροντα, όμως βλέπω καρπό από τον κόπο μου. Αυτό να παρακαλέσεις καλύτερα τον Θεό: να μου δώσει υπομονή». Και ο γέροντας του είπε: « Σήμερα κατάλαβα ότι προόδεψες»(10).
Ο Χριστιανός καλείται σε μια πορεία δύσκολη, ισόβια άρνηση του ιδίου θελήματος. Αυτό δεν μπορεί να γίνει χωρίς ελευθερία εσωτερική. Οι διάφοροι πειρασμοί δίνουν την δυνατότητα να εκφράζουμε την βαθύτερη κλήση μας, την αληθινή θέληση μας να πορευτούμεν «όπου αν υπάγει». Γράφει ο Στάρετς Μακάριος στο βιβλίο “ Πνευματικές Νουθεσίες”: «Ο αγώνας για την πνευματική πρόοδο δεν είναι δυνατό να οδηγήσει την ψυχή μας μόνο στο ανθισμένο λιβάδι της ευφροσύνης και της παρηγορίας, και να την αφήσει μόνιμα εκεί. Αναπόφευκτα, αργά ή γρήγορα, θα την οδηγήσει και στο δρόμο του σταυρού. Γιατί, σηκώνοντας τον πνευματικό σταυρό μας, το σταυρό των θλίψεων και των πειρασμών, διδασκόμαστε την υπομονή και την υποταγή στο θέλημα του Κυρίου. Με κάθε θλίψη, λέει κάποιος άγιος, ελέγχεται η κλίση του θελήματος μας, αν κλίνει προς τα δεξιά ή προς τ’ αριστερά.
Έτσι μπορούμε ν’ ανιχνεύσουμε τα κρυφά πονηρά μας θελήματα και να τα πατάξουμε. Γι’ αυτό κάθε θλίψη μοιάζει με παζάρι: Εκείνος που ξέρει να εμπορεύεται, κερδίζει πολλά. Εκείνος που δεν ξέρει, ζημιώνεται.
Πρέπει λοιπόν να το γνωρίζεις από τώρα καθαρά, πως οι πνευματικές παρηγορίες συνοδεύονται πάντοτε από ένα πνευματικό Γολγοθά»(11).
Μέσα απ’ αυτή τη δύσκολη πορεία ο άνθρωπος ωριμάζει πνευματικά, ανδρώνεται και διδάσκεται εμπειρικά. Ο Επίσκοπος Anthony Bloom στο βιβλίο του “ Θέλει τόλμη η προσευχή “ αναφέρει το εξής περιστατικό: « Κάποιος ασκητής συναντά στα βουνά κάποιον άλλον ασκητή κι αρχίζουν μια συζήτηση στη διάρκεια της οποίας ο επισκέπτης εντυπωσιασμένος από το επίπεδο προσευχής του συνομιλητή του, τον ρωτά: « Γέροντα, ποιος σε δίδαξε να προσεύχεσαι αδιάκοπα;» Κι εκείνος, που είχε καταλάβει ότι ο επισκέπτης του ήταν άνθρωπος με βαθιά πνευματική πείρα, του απαντά: « Δε θα το’ λεγα αυτό στον καθένα, αλλά σε σένα θα το πω, πως αληθινά ήταν οι δαίμονες που με δίδαξαν» Ο επισκέπτης του λέει: « Νομίζω πως σε καταλαβαίνω, Γέροντα, αλλά θα μπορούσες να μου εξηγήσεις λεπτομερέστερα με ποιο τρόπο σε δίδαξαν, για να σε καταλάβω καλύτερα;» Και τότε ο άλλος του διηγείται την εξής ιστορία:
«Όταν ήμουν νέος, ήμουν αγράμματος και ζούσα σ’ ένα μικρό χωριό στην πεδιάδα. Μια μέρα πήγα στην εκκλησία και άκουσα το διάκο να διαβάζει την επιστολή του Παύλου που μας διδάσκει να προσευχόμαστε αδιαλείπτως. Ακούγοντας τα λόγια εκείνα ενθουσιάστηκα και φωτίστηκε η ψυχή μου. Και μετά την εκκλησία άφησα το χωριό, γεμάτος χαρά, και αναχώρησα στα βουνά για να ζήσω με την προσευχή και μόνο. Αυτή η διάθεση κράτησε μέσα μου για κάμποσες ώρες. Μετά έπεσε το σκοτάδι, έγινε κρύο κι άρχισα ν’ ακούω αλλόκοτους ήχους, βήματα και ουρλιαχτά. Μάτια που έλαμπαν στο σκοτάδι εμφανίστηκαν μπροστά μου. Τ’ άγρια θηρία βγήκαν από τις φωλιές τους ν’ αναζητήσουν την τροφή που τους όριζε ο Θεός. Άρχισα να φοβάμαι, να φοβάμαι όλο και περισσότερο καθώς οι σκιές γίνονταν σκοτεινότερες. Πέρασα όλη τη νύκτα γεμάτος τρόμο από τους βηματισμούς, τα τριξίματα, τις σκιές, τ’ αστραφτερά μάτια μεσ’ τη νύχτα, την επίγνωση πως μου ήταν αδύνατο να στραφώ σε κάποιον για βοήθεια. Και τότε άρχισα να φωνάζω στον Θεό τις μόνες λέξεις που έρχονταν στο νου μου, λέξεις βγαλμένες μέσα από το φόβο μου: ‘Κύριε Ιησού, υιέ Δαυίδ, ελέησε με τον αμαρτωλό’ Έτσι πέρασε το πρώτο βράδυ. Το πρωί ο φόβος με είχε εγκαταλείψει, αλλά άρχισα να πεινάω. Αναζήτησα την τροφή μου στους θάμνους και στα λιβάδια, αλλά ήταν δύσκολο να ικανοποιήσω την πείνα μου. Και καθώς έπιασε να δύει ο ήλιος, ένοιωσα τον τρόμο της νύχτας να ξανάρχεται. Άρχισα να κραυγάζω στον Θεό τον φόβο και την ελπίδα μου. Έτσι πέρασαν μέρες και μετά μήνες. Συνήθισα τους τρόμους της φύσης, αλλά ακόμη καθώς προσευχόμουν κάθε τόσο νέοι πειρασμοί και δοκιμασίες εμφανίζονταν. Οι δαίμονες, τα πάθη, άρχισαν να ορμούν επάνω μου απ’ όλες τις μεριές και μόλις συνήθιζα να μη φοβάμαι τα θηρία της νύχτας, οι δυνάμεις του σκότους έπιασαν να λυσσομανούν μέσα στην ψυχή μου. Πιο δυνατά από πριν πρόφερα τις λέξεις στον Κύριο: ‘Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησε με’. Αυτός ο αγώνας συνεχίστηκε για χρόνια. Μια μέρα έφτασα τα όρια της αντοχής μου. Καλούσα ασταμάτητα τον Θεό με αγωνία και πάθος χωρίς να λαβαίνω απάντηση. Ο Θεός ήταν αλύγιστος και τότε, όταν και το τελευταίο νήμα της ελπίδας άρχισε να σπάει μέσα στην ψυχή μου, παραδόθηκα στον Κύριο και είπα: « Μένεις σιωπηλός, δε Σε νοιάζει τι θα γίνω, αλλά δεν παύεις να είσαι ο Κύριος και Θεός μου. Καλύτερα να πεθάνω εδώ που στέκω παρά να εγκαταλείψω την αναζήτηση μου».
Τότε ξαφνικά ο Κύριος εμφανίστηκε μπρος μου και ειρήνη απλώθηκε μέσα και γύρω μου. Ο κόσμος ολόκληρος, που μου φαινόταν σκοτεινός, τώρα φαινόταν λουσμένος στο άγιο φως, να λάμπει κάτω από τη χάρη της Θεϊκής παρουσίας, που συντηρεί το κάθε δημιούργημα Του. Και αμέσως μετά σ’ ένα ξέσπασμα αγάπης και ευγνωμοσύνης, πρόφερα στον Κύριο τη μόνη προσευχή που μπορούσε να εκφράσει όλα μου τα αισθήματα : ‘Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησε με τον αμαρτωλό’. Κι από τότε στη χαρά, στη δοκιμασία, στον πειρασμό και τον αγώνα ή σε στιγμές που η ειρήνη με καταλαμβάνει, αυτά τα λόγια ξεπηδούν απ’ την καρδιά μου. Είναι ένας ύμνος χαράς, είναι η κραυγή μου προς τον Θεό, είναι η προσευχή μου και η μετάνοια μου»(12).
Με τις δοκιμασίες βεβαιώνουμε τη γνησιότητα μας ως παιδιά του Θεού, εφόσον σύμφωνα με τον Απόστολο Παύλο « ον αγαπά Κύριος παιδεύει, μαστιγεί δε πάντα υιόν ον παραδέχεται. Ει παιδείαν υπομένετε, ως υιοίς υμίν προσφέρεται ο Θεός. Τις γαρ εστίν υιός ον ου παιδεύει πατήρ;».(13)
Γι’ αυτό είναι χάρισμα, που δίνεται στα τέκνα του Πατρός, να υποφέρουν και να δοκιμάζονται. «Υμίν εχαρίσθη το υπέρ Χριστού, ου μόνον το εις αυτόν πιστεύειν, αλλά και το υπέρ αυτού πάσχειν»(14).
Μέχρι τώρα ανάφερα για τη χριστιανική ζωή ως πορεία μαρτυρίου. Συγχρόνως είναι και πορεία θριάμβου. Σε τι όμως συνίσταται ο θρίαμβος; Στη νίκη του θανάτου από τώρα, γιατί αγαπούμε το Χριστό έμπρακτα. Οι πειρασμοί είναι μαρτύριον που αποδεικνύομεν, όπως οι μάρτυρες, την αγάπη μας. Γι’ αυτό και ο Χριστός μας συν-ανασταίνει με τη Χάρη του.
Μια άλλη γεύση ζωής, μια άλλη χάρη, μια άλλη εμπειρία Θεού γεύεται ο Χριστιανός, που μέσα στη σιωπή, την υπομονή και την ταπείνωση, σηκώνει το σταυρό του. Κι αυτή η σιωπηλή άρση του σταυρού, γίνεται κραυγαλέα διακήρυξη πως τον τελευταίο λόγο στη ζωή μας, στην ύπαρξη μας, δεν τον έχει ο θάνατος (τα μίση, οι εγωισμοί, το ‘ ίδιο θέλημα ‘) αλλά η Ανάσταση ( η νέα εν Χριστώ ζωή, η νίκη κατά της αμαρτίας)
‘Βρες εσύ την εσωτερική σου ειρήνη και χίλιοι άνθρωποι θ’ αναπαυθούν κοντά σου’ θα πει ο Άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ.
Αυτή είναι ‘η πόλις επάνω όρους κείμενη’(15) το φως που ‘λάμπει πάσι τοις εν τη οικία’(16).
Μεταδίδουμε αυτό που ζούμε και όχι αυτό που λέμε. Γινόμαστε ‘σημείο’ (δείκτης) της ήδη παρούσας αλλά και της ερχόμενης Βασιλείας. Η παρουσία μας ξεπερνά το χρόνο και το χώρο, και ξανοιγόμαστε στην αιωνιότητα, στον κόσμο.
Ένας νέος έλεγε: « Κύριε σ’ αγαπώ. Αν ο θρίαμβος Σου σημαίνει την καταστροφή μου, ας αφανιστώ εγώ, αλλά ας έρθει η Βασιλεία Σου»(17).
Γι’ αυτή την κλήση, να γίνουμε δηλαδή το μέσο που θα έλθει η Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, στον κόσμο μας το γεμάτο πόνο και αίμα και απόγνωση, γι’ αυτή την θριαμβευτική κλήση αξίζει κάθε μαρτύριο.

Παραπομπές
1. Αββά Ισαάκ Σύρου, Οι Ασκητικοί Λόγοι, έκδ. Απ.Βαρνάβας,Σελ.12.
2. Αποφθέγματα Γερόντων, Πατερικαί εκδόσεις Γρηγόριος Παλαμάς, Αββά Αντωνίου, 5.
3. Α’ Κορ.2,16.
4. Β’ Κορ.12,7-8.
5. Β’ Κορ. 12,9.
6. Αρχιμ. Αιμιλιανού Βαφείδη, Το μαρτύριο,Εκδ. Σήμαντρο, σελ.25.
7. Αββά Ισαάκ Σύρου, Οι Ασκητικοί Λόγοι, έκδ. Απ.Βαρνάβας,Σελ.63.
8. Αββά Ισαάκ Σύρου, Οι Ασκητικοί Λόγοι, έκδ. Απ.Βαρνάβας,Σελ.74.
9. Μοναχού Μωυσή Αγιορείτη, Αγρυπνία στο Άγιο Όρος, εκδ. Ακρίτας, σελ.45.
10. Στάρετς Μακαρίου, Πνευματικές Νουθεσίες, Εκδ. Ι.Μ.Παρακλήτου, 1991, σελ. 140-141.
11. Στάρετς Μακαρίου, Πνευματικές Νουθεσίες, Εκδ. Ι.Μ.Παρακλήτου, 1991, σελ.34.
12. Αντωνίου του Σουρόζ, Θέλει Τόλμη η Προσευχή, Εκδ. Ακρίτας, 1988, σελ.47-49.
13. Εβρ. 12, 6-7.
14. Φιλ. 1,29.
15. Ματθ. 5,14.
16. Ματθ. 5,15.
17. Anthony Bloom, Πορεία και Συνάντηση, Εκδ. Ακρίτας, σελ.98

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου